Ό,τι αφορά στα φωτογραφικά project, δεν υπάρχει κάτι πιο προσωπικό από το να καταγράφεις τους δυο γονείς σου που δίνουν μάχη με τον καρκίνο τέταρτου σταδίου - και δεν υπάρχει κάτι πιο δύσκολο, ψυχολογικά, να εκτελέσεις. Όμως η φωτογράφος με έδρα το Γκουάμ, Nancy Borowick, λέει ότι η καταγραφή του ταξιδιού των γονιών της τη βοήθησε να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη τους, καθώς και να συλλάβει με τον φακό της τη δύναμη και την αξιοπρέπεια που επέδειξαν προτού πεθάνουν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το VICE μίλησε με την Borowick για το τελικό αποτέλεσμα με τίτλο Family Imprint (Οικογενειακό Αποτύπωμα), καθώς και για το πώς ήταν να αποτυπώνει την αγάπη και τη ζωή υπό την απειλητική σκιά του θανάτου.
VICE: Το Family Imprint είναι απίστευτα συγκινητικό. Τι ήθελες να αποτυπώσεις και να μεταδώσεις, όταν έβγαζες τις φωτογραφίες;
Nancy: Ο καρκίνος ήταν αυτό που ξεκίνησε το project, όμως όταν ξεκίνησα να τραβάω τις φωτογραφίες, η ιστορία που τελικά κατέληξα να διηγούμαι και που μου έδειχναν [οι γονείς μου] ήταν ξεκάθαρο ότι δεν είχε να κάνει με την ασθένεια, τον θάνατο ή τον φόβο. Είχε να κάνει με τη ζωή και την αγάπη. Ήταν μια αντανάκλαση της δύναμής τους και ένας τρόπος να απαθανατίσω τους γονείς μου, οι οποίοι με ενέπνεαν σε κάθε στιγμή. Ελπίζω να το μετέδωσα αυτό.
Nancy: Ο καρκίνος ήταν αυτό που ξεκίνησε το project, όμως όταν ξεκίνησα να τραβάω τις φωτογραφίες, η ιστορία που τελικά κατέληξα να διηγούμαι και που μου έδειχναν [οι γονείς μου] ήταν ξεκάθαρο ότι δεν είχε να κάνει με την ασθένεια, τον θάνατο ή τον φόβο. Είχε να κάνει με τη ζωή και την αγάπη. Ήταν μια αντανάκλαση της δύναμής τους και ένας τρόπος να απαθανατίσω τους γονείς μου, οι οποίοι με ενέπνεαν σε κάθε στιγμή. Ελπίζω να το μετέδωσα αυτό.
Πώς νιώθεις, όταν κοιτάς τώρα αυτές τις εικόνες;
Παραδόξως, μου είναι πολύ εύκολο να τις κοιτάω. Φυσικά, υπάρχουν στιγμές που ενεργοποιείται κάποια ανάμνηση και αναστατώνομαι, αλλά με παρηγορεί να ξέρω ότι όλο αυτό τιμά τη μνήμη τους. Επίσης, θέλω να τους κρατήσω ζωντανούς, με μια έννοια και να μοιραστώ τη σοφία και την οπτική τους με τον κόσμο.
Παραδόξως, μου είναι πολύ εύκολο να τις κοιτάω. Φυσικά, υπάρχουν στιγμές που ενεργοποιείται κάποια ανάμνηση και αναστατώνομαι, αλλά με παρηγορεί να ξέρω ότι όλο αυτό τιμά τη μνήμη τους. Επίσης, θέλω να τους κρατήσω ζωντανούς, με μια έννοια και να μοιραστώ τη σοφία και την οπτική τους με τον κόσμο.
Ένα πράγμα που πιστεύω ότι με βοηθάει συναισθηματικά είναι ότι οι εικόνες είναι ασπρόμαυρες. Οι φωτογραφίες ήταν έγχρωμες εικόνες αρχικά, αλλά πήρα την απόφαση να τις αλλάξω σε ασπρόμαυρο για συγκεκριμένους λόγους: Πρώτον, ο κόσμος γύρω μου ήταν σαν μια δίνη που στροβιλιζόταν και δεν έβλεπα χρώματα. Το σύμπαν μου ήταν άνω κάτω, διότι ποτέ δεν πίστευα ότι στην ηλικία των 28 θα έχανα και τους δυο γονείς μου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Επίσης, κάθε φωτογραφία που τράβηξα έμοιαζε με ανάμνηση και ήθελα απεγνωσμένα να θυμάμαι τα πάντα - και η μνήμη, για εμένα, είναι κάτι ασπρόμαυρο. Τέλος, δεν υπήρχε λόγος να έχουν χρώμα. Δεν είχε κανέναν ρόλο στην ιστορία και όταν κοιτάω τις εικόνες μου δεν θυμάμαι καν πώς έμοιαζαν με χρώμα.
Όπως αποδείχθηκε, αυτή η απόφαση ήταν ζωτικής σημασίας για εμένα. Τον χειμώνα του 2016, κέρδισα ένα βραβείο στον διαγωνισμό World Press Photo. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να τους στείλω τα RAW αρχεία μου και καθώς κοιτούσα τις εικόνες μου, ξέσπασα ξαφνικά σε κλάματα, όταν είδα τον πατέρα μου στο φέρετρο. Είχα δει αυτές τις εικόνες εκατοντάδες φορές και ήμουν εντάξει. Αναρωτήθηκα, λοιπόν, γιατί τώρα;Συνειδητοποίησα ότι η τελευταία φορά που είχα δει την εικόνα με χρώμα ήταν η στιγμή που την τράβηξα, η στιγμή που την έζησα. Η ζωή και η πραγματικότητα έχουν χρώμα και έτσι μεταφέρθηκα κατευθείαν στην κηδεία του πατέρα μου. Κατά κάποιον τρόπο, η απόφασή μου να κάνω ασπρόμαυρες τις φωτογραφίες με προστάτευσε από την αβάσταχτη πραγματικότητα. Μου επέτρεψε να κρατήσω κάποια απόσταση.
Αντιμετώπισες συγκεκριμένες προκλήσεις σε αυτό το project; Πώς ένιωσαν οι γονείς που βρέθηκαν στη θέση του θέματος;
Ειλικρινά, δεν αντιμετώπισα πολλές προκλήσεις. Οι γονείς μου ήταν πολύ ανοιχτοί μαζί μου και μου επέτρεψαν να καταγράψω τις ζωές μας σε μια τόσο ευαίσθητη στιγμή. Πιστεύω ότι το έκαναν, επειδή αισθάνονταν ότι από τη στιγμή που με βοηθούσε να επεξεργαστώ αυτό που συνέβαινε, ήθελαν να έχω αυτήν τη διέξοδο. Έζησαν για εμάς τα παιδιά τους και ήμασταν πολύ τυχερά που τους είχαμε. Μόλις δημοσιεύτηκε η αρχή της ιστορίας μας και άνθρωποι από όλον τον κόσμο ξεκίνησαν να επικοινωνούν με τους γονείς μου, για να τους ευχαριστήσουν για την ειλικρίνεια και την ευαισθησία τους, έγιναν ακόμη πιο πρόθυμοι να μοιραστούν με άλλους αυτές τις στιγμές – τι είχαν να χάσουν άλλωστε, από τη στιγμή που βοηθούσαν και άλλους ανθρώπους έτσι;
Ειλικρινά, δεν αντιμετώπισα πολλές προκλήσεις. Οι γονείς μου ήταν πολύ ανοιχτοί μαζί μου και μου επέτρεψαν να καταγράψω τις ζωές μας σε μια τόσο ευαίσθητη στιγμή. Πιστεύω ότι το έκαναν, επειδή αισθάνονταν ότι από τη στιγμή που με βοηθούσε να επεξεργαστώ αυτό που συνέβαινε, ήθελαν να έχω αυτήν τη διέξοδο. Έζησαν για εμάς τα παιδιά τους και ήμασταν πολύ τυχερά που τους είχαμε. Μόλις δημοσιεύτηκε η αρχή της ιστορίας μας και άνθρωποι από όλον τον κόσμο ξεκίνησαν να επικοινωνούν με τους γονείς μου, για να τους ευχαριστήσουν για την ειλικρίνεια και την ευαισθησία τους, έγιναν ακόμη πιο πρόθυμοι να μοιραστούν με άλλους αυτές τις στιγμές – τι είχαν να χάσουν άλλωστε, από τη στιγμή που βοηθούσαν και άλλους ανθρώπους έτσι;
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Πού είναι η βάση σου; Ήθελες πάντα να γίνεις φωτογράφος;
Μεγάλωσα σε ένα προάστιο της Νέας Υόρκης και έζησα στη Νέα Υόρκη για μια δεκαετία. Ωστόσο, το φθινόπωρο του 2016, ο σύζυγός μου και εγώ αποφασίσαμε ότι έπρεπε να κάνουμε μια αλλαγή, επειδή δουλεύαμε πάρα πολύ και ζούσαμε ελάχιστα. Αν υπάρχει ένα μάθημα που πήραμε από την εμπειρία της απώλειας των γονιών μου, ήταν ότι η ζωή είναι σύντομη, γι’ αυτό αποφασίσαμε να ζήσουμε μια περιπέτεια. Αυτή η περιπέτεια μάς οδήγησε 13.000 χιλιόμετρα μακριά, στον τροπικό παράδεισο του Γκουάμ, στον βόρειο Ειρηνικό Ωκεανό, όπου ζούμε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.
Μεγάλωσα σε ένα προάστιο της Νέας Υόρκης και έζησα στη Νέα Υόρκη για μια δεκαετία. Ωστόσο, το φθινόπωρο του 2016, ο σύζυγός μου και εγώ αποφασίσαμε ότι έπρεπε να κάνουμε μια αλλαγή, επειδή δουλεύαμε πάρα πολύ και ζούσαμε ελάχιστα. Αν υπάρχει ένα μάθημα που πήραμε από την εμπειρία της απώλειας των γονιών μου, ήταν ότι η ζωή είναι σύντομη, γι’ αυτό αποφασίσαμε να ζήσουμε μια περιπέτεια. Αυτή η περιπέτεια μάς οδήγησε 13.000 χιλιόμετρα μακριά, στον τροπικό παράδεισο του Γκουάμ, στον βόρειο Ειρηνικό Ωκεανό, όπου ζούμε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.
Δεν ήμουν πάντα φωτογράφος, όμως πάντα υπήρξα αφηγήτρια. Όταν ήμουν παιδί, ένας δάσκαλος είπε στη μητέρα μου ότι ήμουν η «μαρτυριάρα» της τάξης και πιστεύω ότι από εκεί πήρα την επιθυμία και την ανάγκη μου να μαθαίνω και να κατανοώ τις ιστορίες άλλων ανθρώπων. Πήρα μια φωτογραφική μηχανή στο Γυμνάσιο και έφτασα εδώ που είμαι σήμερα, 18 χρόνια αργότερα, όπου εργάζομαι ως επαγγελματίας φωτογράφος τα τελευταία οκτώ χρόνια. Τώρα είναι σπάνιο να με βρει κανείς χωρίς φωτογραφική μηχανή, επειδή, όπως λέμε συχνά εμείς οι φωτογράφοι, η φωτογραφική είναι μια προέκταση του ποιοι είμαστε.
To άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE Australia.
Περισσότερα από το VICETo «El Sombrero» Γράφει Ποδοσφαιρικές Ιστορίες για Όσους δεν Έχουν Ιδέα από ΠοδόσφαιροΗ Πραγματικά Άβολη Κουβέντα που Πρέπει να Κάνουμε για την 22χρονη που Παράτησε το Παιδί της87 Μέρες, 23 Ώρες, 2 Λεπτά και 39 Δευτερόλεπτά στον Ευαγγελισμό Μεταξύ Ζωής και ΘανάτουΓια τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.