FYI.

This story is over 5 years old.

Διασκέδαση

Το White Girl Είναι η πιο Εκρηκτική Ταινία με Θέμα τη Νεολαία από την Εποχή του Kids

H Elizabeth Wood μας μιλάει για το εξαιρετικό κινηματογραφικό της ντεμπούτο, που βασίζεται στις προσωπικές της εμπειρίες.
EM
Κείμενο Emily Manning

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο i-D.

H Elizabeth Wood ήταν 13 ετών όταν είδε το Kids. «Οι γονείς μου ήθελαν να το δω», εξηγεί η Wood σχετικά με τη διαβόητη ταινία του Larry Clark που απεικόνιζε τη νεολαία της δεκαετίας του '90 με χαρακτηριστική ωμότητα.

«Μου είπαν ότι έπρεπε να δω αυτή την ταινία, γιατί έδειχνε τι μπορούν να πάθουν τα παιδιά όταν κάνουν λάθη. Σαν προειδοποίηση». Η οικογένεια Wood δεν είχε βέβαια καμία σχέση με το άνομο Lower East Side και τη ζωή του 19χρονου σεναριογράφου της ταινίας, Harmony Korine, μιας και ζούσαν στην Oklahoma. Είναι λογικό λοιπόν οι γονείς της φαμίλιας να πάρουν το καταστροφικό τέλος της ταινίας ως το απόλυτο «μην πας εκεί! Κίνδυνος θάνατος!», αλλά «για μένα λειτούργησε εντελώς διαφορετικά, μια και με έκανε να συμπεριφέρομαι ακόμα χειρότερα. Ναρκωτικά! Σεξ! Γαμώ! Όλο αυτό ήταν φοβερά ελκυστικό», ομολογεί η Wood. Πέντε χρόνια μετά, θα έβρισκε τον εαυτό της στους ίδιους δρόμους στους οποίους έζησαν την ιστορία τους οι χαρακτήρες της ταινίας, καθώς μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει κινηματογράφο στο New School. Έπειτα από 15 ακόμα χρόνια, η θρυλική παραγωγός του Kids, Christine, θα βοηθούσε τη Wood να δημιουργήσει το White Girl, την προσωπική της ωδή στον νεοϋορκέζικο μηδενισμό.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Το κινηματογραφικό ντεμπούτο της Wood –το οποίο έκανε πρεμιέρα στην αρχή της χρονιάς στο Sundance– ακολουθεί δύο 19χρονες κοπέλες που ετοιμάζονται να ξεκινήσουν το δεύτερο έτος τους στο πανεπιστήμιο. Καθώς το καλοκαίρι βαδίζει προς το τέλος του, η Leah (Morgan Saylor) και η Katie (India Munez) μετακομίζουν σε ένα διαμέρισμα στο Ridgewood, μια γειτονία του Queens. Μια βραδιά, η Leah πλησιάζει τρεις νεαρούς Πορτορικανούς θέλοντας να αγοράσει λίγο χόρτο. Αν και την προειδοποιούν να μη μιλάει τόσο ανοιχτά σε αγνώστους, τελικά οι κοπέλες γίνονται φίλες με τους νέους τους γείτονες, με τη Leah να ξεκινά μάλιστα ένα ρομάντζο με τον μελαγχολικό μορφονιό Blue, ο οποίος πουλάει κοκαΐνη για να ζήσει την άρρωστη γιαγιά του, αν και ο ίδιος δεν κάνει χρήση. Μια βραδιά, η Leah προτείνει στα αγόρια να συνοδεύσουν εκείνη και την Katie σε ένα πάρτι στην Chinatown που το οργανώνει το περιοδικό Bad, στο οποίο η Leah εξασκείται ως ειδικευόμενη, με προϊστάμενο έναν γλοιώδη playboy. Τα αγόρια διστάζουν αρχικά, αλλά πείθονται από το γεγονός ότι οι πλούσιοι χίπστερ που θα βρίσκονται στο πάρτι θα είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν τα τριπλά χρήματα από τους ντόπιους πελάτες τους και εντέλει ακολουθούν τα κορίτσια.

Παίρνοντας θάρρος από τη νέα αυτή αγορά και την εκκολαπτόμενη σχέση του με τη Leah, o Blue παίρνει μια τεράστια ποσότητα από έναν τρομακτικό προμηθευτή, λίγο προτού ο ίδιος συλληφθεί από την αστυνομία. Για να ξεχρεώσει με τον προμηθευτή αλλά και για να καλύψει τα νομικά έξοδα του Blue, η Leah αναγκάζεται να πουλήσει την ουσία μόνη της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η ταινία δεν είναι σαν το Dope, που είναι γεμάτο με «ελαφρά» προβλήματα και επεισόδια και μια ατέλειωτη δόση τύχης. Οι καταστάσεις που αντιμετωπίζουν οι χαρακτήρες είναι απόλυτα αληθινές, κυρίως γιατί το White Girl στηρίζεται στις εμπειρίες της ίδιας της Woods. «Το πρώτο μου κινηματογραφικό project ήταν ένα ντοκιμαντέρ για την παρέα των αγοριών που ζούσαν σε αυτήν τη γωνιά και τις δικές μου προσπάθειες να βγάλω τον φίλο μου από τη φυλακή», μου εξηγεί. «Ερχόταν σε απόλυτη αντίθεση με ένα κομμάτι της πραγματικότητάς μου. Από τη μία είχες αυτά τα αγόρια που πουλούσαν ναρκωτικά αλλά δεν έκαναν καθόλου χρήση και από την άλλη είχες τις κυρίως λευκές παρέες μου από το Parsons και το Lang, που έκαναν ναρκωτικά με περηφάνια, χωρίς να παίρνουν καθόλου στα σοβαρά τις σπουδές τους».

Διαβάστε ακόμα: Σεξ, Αυνανισμός, Φαγητό και Ευτυχία

Τα πράγματα τελικά ξέφυγαν τελείως και σκέφτηκε απλώς «αυτά πρέπει να γίνουν ταινία». Εντούτοις, η ταινία της δεν είναι απόλυτα βιογραφική. Όπως ο Korine άντλησε από τις προσωπικές του εμπειρίες για να χαρίσει στο Kids την αφοπλιστική του αυθεντικότητα, έτσι και η Wood χρησιμοποιεί αυτά που έζησαν και άκουσαν εκείνη και οι φίλοι της για να δώσει στο White Girl απόλυτα ρεαλιστική αίσθηση. «Δεν προσπαθώ να πω ότι αυτή είναι η δική μου ιστορία. Απλώς περνάω μια εμπειρία και μια αίσθηση στην ταινία μου. Ο στόχος μου ήταν απλώς να το νιώθει ο θεατής αληθινό».

Μεγάλο μέρος της αυθεντικότητας της Wood προέρχεται από το εξαιρετικό casting. «Το να βρούμε κάποια σαν τη Morgan Saylor, που ήταν και στη σωστή ηλικία αλλά και διατεθειμένη να εξερευνήσει τον κόσμο του σεναρίου, ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Έβρισκα κοπέλες που ήθελαν να παίξουν τον ρόλο, που ήθελαν να πάρουν το ρίσκο, αλλά οι οποίες ήταν 29 ή 30 ετών. Νομίζω ότι υπάρχει μεγάλη ψυχολογική διαφορά ανάμεσα στα 30 και στα 19», εξηγεί η Wood.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τελικά έκανε καλά που περίμενε τη star του Homeland, η οποία ήταν 20 χρονών όταν ξεκίνησαν τα γυρίσματα. «Ήρθε να διαβάσει για τον ρόλο κατά τη διάρκεια μιας χιονοθύελλας φορώντας ένα τεράστιο γούνινο παλτό το οποίο το είχε κλείσει με ταινίες και από μέσα φορούσε ένα μπικίνι και ένα ζευγάρι τζιν σορτς. Απλώς ρίχτηκε στο πάτωμα, άνοιξε τα πόδια της και έκανε τη σκηνή. Της είπα να μου στείλει διάφορα πειραματικά βίντεο και το καθένα ήταν πιο τρελό από το προηγούμενο. Έκανε στριπτίζ, έπινε από μπουκάλια, χόρευε στο μετρό. Το φοβερό είναι πως δεν είχε καμία σχέση με εκείνη όλο αυτό. Σπουδάζει μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, ενώ στην επόμενη ταινία της παίζει μια μοναχή. Είναι απόλυτα προσγειωμένη και απίστευτα εύκολη στη συνεργασία. Βασικά, το ότι κατάφερε να παίξει αυτό τον ρόλο δείχνει πόσο καλή ηθοποιός είναι».

Η πραγματικότητα όπως είναι, μέσα από το Newsletter του VICE Greece.

Έχει δίκιο. Το White Girl δεν έχει στη «μηχανή» του τη φιλία, το ρομάντζο ή τον πλούτο. Η ουσία του έχει να κάνει με ερωτήματα φυλετικά, οικονομικά, σεξουαλικά, γεωγραφικά και θεσμικά. Η Leah απολαμβάνει τα ναρκωτικά και το σεξ. Είναι μηδενίστρια, αλλά αυτόνομη. Κι όμως, οι λευκοί άντρες της ταινίας ερμηνεύουν την αυτονομία της ως ασυδοσία ή και ανηθικότητα, ουσιαστικά ψάχνοντας έναν τρόπο να την ερμηνεύσουν μέσω των δικών τους λανθασμένων ιδεών. Οι σεξουαλικές συνευρέσεις ξεκινούν ως πειραματικές, αλλά γρήγορα γίνονται καταχρηστικές. Αν και η Saylor σνιφάρει βιταμίνη C και το σεξ που κάνει δεν είναι αληθινό, δεν μπορείς παρά να συμπονέσεις τον χαρακτήρα της. Ζεις μαζί της την εξάντληση, τη σύγχυση και εντέλει το συναισθηματικό της μούδιασμα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Μιλήσαμε πολύ πριν από τα γυρίσματα. Συναντιόμασταν συχνά για περίπου έξι μήνες προτού ξεκινήσουμε», εξηγεί η Wood. «Είτε είχε να κάνει με το πώς θα ήταν τα μαλλιά της είτε με το τι θα φόραγε και πώς θα ήταν το δωμάτιό της, ουσιαστικά ψάξαμε με λεπτομέρεια τον χαρακτήρα της».

Αν και οι χαρακτήρες της ταινίας είναι περίπλοκοι και τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται είναι φιλόδοξα, το White Girl καταφέρνει να πει αυτά που θέλει χωρίς υπερβολές. Είναι ένας από του πλέον σημαντικούς παράγοντες που οδηγούν μπροστά την ταινία. Δεν αναφέρεται πουθενά η λέξη gentrification. Δεν εμφανίζεται πουθενά κάποιο iPhone. «Νομίζω ότι στις ταινίες πρέπει να δείχνεις, όχι να λες», λέει η Wood. «Στα τελευταία 20 λεπτά της ταινίας υπάρχει ελάχιστος διάλογος. Είναι το σημείο που βλέπεις το αποτέλεσμα όλων αυτών που έχουν συμβεί μέχρι εκείνο το σημείο, όλα εκείνα τα συμβάντα που δεν χρειάζονται λόγια».

Το White Girl δεν έχει στη «μηχανή» του τη φιλία, το ρομάντζο ή τον πλούτο. Η ουσία του έχει να κάνει με ερωτήματα φυλετικά, οικονομικά και σεξουαλικά

Αυτό το «δεν χρειάζονται λόγια» παίζει σημαντικό ρόλο, τόσο μπροστά όσο και πίσω από την κάμερα. Η Wood αναμένει έντονες αντιδράσεις από διάφορα είδη ανθρώπων, αλλά μετά το Sundance μου λέει πως οι αντιδράσεις έχουν έρθει κυρίως από «λευκούς άντρες που θίχτηκαν σφόδρα και δεν μπορούσαν να κοιτάξουν πέρα από τη σεξουαλικότητα της ταινίας. Το βρήκαν τόσο σεξουαλικό και προκλητικό που τους φάνηκε μη ρεαλιστικό».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Δεν έχω ακούσει ούτε από μία γυναίκα πως η ταινία είναι υπερβολική. Απλώς την έχουν καταλάβει καλύτερα. Οι γυναίκες περνούν διάφορες τρελές μαλακίες για τις οποίες σπανίως μιλούν, πράγματα που δεν θέλουν να μάθει κανείς, περίεργες στιγμές που τις μοιράζονται και τις εκφράζουν με μεγάλη δυσκολία».

Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, βασικός στόχος της Wood με το White Girl ήταν να δημιουργήσει συνθήκες διαλόγου, είτε αυτός προκύψει εμπρηστικός, συγκρουσιακός, πανηγυρικός ή οτιδήποτε άλλο. «Δεν μπορώ να ορίσω ή να ελέγξω πώς θα εκλάβουν οι θεατές την ταινία. Είτε τη δουν με κακό είτε με καλό μάτι, όλοι μας χρειαζόμαστε αυτά τα συναισθήματα και χαίρομαι που μπορώ να τα χαρίσω στο κοινό».

Περισσότερα από το VICE

Αυτή η Φωτογράφος Τοκετών Μάχεται Κατά της Λογοκρισίας των Social Media

Η Διοργανώτρια ενός Sex Party στο Βερολίνο μας Εξηγεί πώς Είναι να Βάζεις Μουσική σε ένα Όργιο

Sleep Party People: Τα Κουνέλια Τραγουδάνε Ακόμα

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.