FYI.

This story is over 5 years old.

Πρόσωπα

Η Ζωή του Νίκου Κοεμτζή που Σκότωσε για μια Παραγγελιά, Μέσα από τα Μάτια του Καλύτερου Φίλου του

Ο πρώην βουλευτής Γιώργος Λιάνης θυμάται πώς τον γνώρισε μες στη φυλακή.

Είναι Σαββατόβραδο και ο Νίκος Κοεμτζής φορά τα καλά του. Το άψογα ξυρισμένο πρόσωπό του αναδεικνύει το πυκνό μουστάκι του, σύμβολο αρρενωπότητας στην Ελλάδα της δεκαετίας του '70. Οι κλοπές που διέπραξε, του κόστισαν μερικές ημέρες ανελευθερίας. Αυτά, όμως, ανήκουν στο παρελθόν. Απόψε δεν υπάρχει χρόνος για λύπες. Απόψε θέλει να γλεντήσει την ελευθερία του. Ο Νίκος δεν ξεχνά να βάλει στην τσέπη του τον αγαπημένο του σουγιά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο 35χρονος Μακεδόνας, από την Πιερία, πηγαίνει για να διασκεδάσει με την παρέα του στο περίφημο νυχτερινό κέντρο «Νεράιδα» της Αθήνας, στην κοσμική Κυψέλη.

Στην αρχή του μουσικού προγράμματος, οι τραγουδιστές -Κώστας Καρουσάκης και Παναγιώτης Αθανασιάδης- ζητούν να μη γίνουν παραγγελιές. Όμως ο Δημοσθένης, ο μικρός αδερφός του Νίκου, ζητά παραγγελιά τις Βεργούλες του Μάρκου Βαμβακάρη. Ο Καρουσάκης λέει στον Αθανασιάδη: «Τάκη, πες τις Βεργούλες, μην μας κάνουν αυτοί καμιά φασαρία, να γλιτώσουμε από δαύτους»

«Το επόμενο είναι παραγγελιά», είπε ο Αθανασιάδης από την πίστα.

Ο Δημοσθένης σηκώνεται να χορέψει. Όμως την ώρα που παίζει η παραγγελία, δύο άλλοι θαμώνες ανεβαίνουν στην πίστα και χορεύουν, παρενοχλώνοντας επιδεικτικά τον Δημοσθένη. Είναι αστυνομικοί της Ασφάλειας που γνωρίζουν τον Νίκο Κοεμτζή από τα παλιά του μπλεξίματα με την Αστυνομία.

Στον άγραφο νόμο της νύχτας, κανείς δεν παραβίαζε το δικαίωμα στην παραγγελιά και το ζεϊμπέκικο.

«Παραγγελιά ρε!», φωνάζει ο Νίκος και σηκώνεται να υπερασπιστεί την τιμή του αδερφού του. Βγάζει τον σουγιά από την τσέπη του και σε κατάσταση αμόκ, ορμά μαινόμενος και σκοτώνει δύο ανθρώπους αστυνομικούς, τραυματίζοντας άλλους οκτώ. Η πίστα γεμίζει αίματα, την ώρα που κόσμος τρέχει πανικόβλητος για να γλιτώσει από τη μανία του φονιά. Βρίσκεται σε απόλυτο παροξυσμό και καρφώνει όποιον βρεθεί στον δρόμο του.

Οι αστυνομικοί Δημήτριος Πεγιάς και Εμμανουήλ Χριστοδουλάκης κείτονται νεκροί, μαζί με τον φανοποιό Ιωάννη Κούρτη, που ήταν και αυτός στην παρέα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Όλα έγιναν μέσα σε ενάμιση λεπτό, τα ξημερώματα της 25ης Φεβρουαρίου 1973. Αν και ο Νίκος Κοεμτζής κατάφερε να διαφύγει εκείνη τη στιγμή από τις αστυνομικές Αρχές, το φονικό θα τον κυνηγούσε για πάντα. Δεν θα ξέφευγε ποτέ, παρά μόνο μετά τον θάνατό του.

Το «κτήνος»

Βίντεο από την ταινία «Παραγγελιά» του Παύλου Τάσιου, με τη σκηνή της δολοφονίας των τριών θαμώνων της «Νεράιδας» από τον Νίκο Κοεμτζή.

«Το έγκλημα του Νίκου Κοεμτζή είναι καταδικαστέο, όμως η μακρά φιλία μου μαζί του, μου έδειξε ότι ήταν ένας ηθικός άνθρωπος», λέει στο VICE о Γιώργος Λιάνης (πρώην Υφυπουργός Αθλητισμού με το ΠΑΣΟΚ), που ήξερε όσο ελάχιστοι τον Νίκο Κοεμτζή. «Τον γνώρισα το 1978, στις φυλακές της Κέρκυρας, όπου είχα πάει ως δημοσιογράφος των "ΝΕΑ" για να καταγράψω την κατάσταση στις πιο περιβόητες και σκληρές φυλακές της Ελλάδας. Όλοι τις χαρακτήριζαν "κολαστήριο". Την ώρα που μιλούσα με τον διευθυντή των φυλακών, κάποιος που φορούσε φόρμα κρατουμένου ήρθε πίσω μου και με σκούντηξε στην πλάτη.

- "Είσαι από τα ΝΕΑ;", με ρώτησε ο βαρυποινίτης.
- "Ναι", απάντησα.
- "Νίκος Κοεμτζής", είπε και άπλωσε το χέρι του.

»Ο φόβος με κυρίευσε. Τότε διαβάζαμε φοβερά πράγματα για τον Κοεμτζή. Τον παρατήρησα προσεκτικά. Γυμναζόταν στη φυλακή, ήταν γεροδεμένος και είχε μία φοβερή σβελτάδα. Δεν μπορείς άλλωστε να σκοτώσεις τρεις ανθρώπους σε μερικά δευτερόλεπτα. Οι εφημερίδες τον χαρακτήριζαν "κτήνος" και ήταν γνωστό ότι επρόκειτο για έναν από τους σκληρούς "ηγέτες" της φυλακής στην Κέρκυρα. Ήταν ένας θανατοποινίτης που απλώς δεν πρόλαβε να εκτελεστεί. Αφού συστηθήκαμε, μου ζήτησε να πάμε στο κελί του. Εξεπλάγην. Δεν περίμενα ποτέ ότι ένας εγκληματίας που σκότωσε εν ψυχρώ τρεις ανθρώπους θα διατηρούσε ένα πεντακάθαρο κελί, όπου θα έβρισκα τα ΝΕΑ και το Ποντίκι των διανοούμενων αριστερών, πλάι σε ένα τετράδιο με ποιήματα που έγραφε ο ίδιος. Το κελί δεν ανήκε σε έναν σκληρό εγκληματία, αλλά σε έναν καλλιεργημένο άνθρωπο, με ευαισθησίες, με έναν δικό του κώδικα τιμής και δικαιοσύνης».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Γιος κομμουνιστών

Η παιδική ζωή του Νίκου Κοεμτζή φωτογραφίζει εγκληματολογικά το έγκλημά του. Γεννιέται το 1938 και μεγαλώνει στους κόλπους μίας φτωχής οικογένειας, στο Αιγίνιο Πιερίας. Οι γονείς του, Παναγιώτης και Αναστασία, συμμετέχουν στο ΕΑΜ και υφίστανται συνεχείς διώξεις από τις κρατικές αρχές τα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου και της μεταπολεμικής περιόδου.


Διαβάστε ακόμη: H Mέρα που Έληξε ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Ελλάδα


«Ο Κοεμτζής θυμόταν έντονα τους ξυλοδαρμούς του πατέρα του από την Αστυνομία όταν ήταν παιδί. Λεγόταν καπετάν Κεραυνός και έδρασε με το ΕΑΜ στην περιοχή του Ολύμπου. Έτσι, πέρασε όσα περνούσαν οι αριστεροί από την Ασφάλεια εκείνη την εποχή. Οι μνήμες του Νίκου, του έκαιγαν την ψυχή και τον γέμιζαν ένα άσβεστο μίσος για την Αστυνομία. Δεν το αρνήθηκε ποτέ. Η πρόκληση και έλλειψη σεβασμού εκ μέρους αστυνομικών προς την παρέα του ήταν η θρυαλλίδα που όπλισε το χέρι του εκείνο το βράδυ στη Νεράιδα».

«Τώρα σκοτώνουμε και δεν δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν, μου έλεγαν οι αστυνομικοί»

Το μίσος του Νίκου Κοεμτζή για την Αστυνομία έγινε ακόμη πιο έντονο όταν οι Αρχές ξεκίνησαν να κυνηγούν τον ίδιο, λόγω του αριστερού παρελθόντος των γονιών του. Όταν τον ρώτησαν γιατί είχε τόσο μένος εναντίον των αστυνομικών, ο ίδιος είπε: «Γιατί κάθε τόσο με τραβάγανε στην Ασφάλεια. Με ρίχνανε σε ένα δωμάτιο, πετούσανε νερό μέσα και με είχανε τρεις-τέσσερις ημέρες νηστικό, χωρίς να έχω κάνει τίποτα. Τώρα σκοτώνουμε και δεν δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν, μου έλεγαν».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Καταδίκη σε θάνατο

Στη δίκη, ο Κοεμτζής είπε ότι το μυαλό του θόλωσε από το ποτό και την προσβολή προς τον μικρότερο αδερφό του. Ο συνήγορος υπεράσπισης υποστήριξε ότι ο δολοφόνος έπασχε από ψυχολογικά προβλήματα, δικαιολογία που είχε βοηθήσει τον Κοεμτζή να αποφύγει τον στρατό. Οι δικαστές απέρριψαν το αίτημα να εξεταστεί από γιατρό και τον καταδίκασαν στην εσχάτη των ποινών: τρεις φορές σε θάνατο και οκτώ σε ισόβια.

Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας ΝΕΑ μετά τη σφαγή στη «Νεράιδα».

Χάρη στην κατάργηση της θανατικής ποινής, ο Κοεμτζής δεν εκτελέστηκε και μεταφέρθηκε ως ισοβίτης από τις φυλακές της Αλικαρνασσού στην Κέρκυρα. «Συγκρατούμενοι του Κοεμτζή έλεγαν ότι οι βαρυποινίτες στην Κέρκυρα ήταν "φίδια μπλεγμένα με οχιές", εννοώντας τους δεσμοφύλακες. Και μάλλον δεν είχαν άδικο, αφού Νίκος θα μου έλεγε αργότερα πως όταν τον μετέφεραν στην Κέρκυρα, δεκάδες αστυνομικοί τον έκαναν μαύρο στο ξύλο με τα κλομπ. Παρά την κακομεταχείριση, εκείνος δεν εγκλημάτισε και δεν έβλαψε κανέναν», λέει ο Γιώργος Λιάνης.

«Μία φορά ηλίθιος, όλη τη ζωή ηλίθιος»

Η υποδειγματική συμπεριφορά του Κοεμτζή οφειλόταν στο ότι «μεταμέλησε πραγματικά για το φοβερό έγκλημά του», λέει ο κ. Λιάνης. «Συχνά έλεγε και έγραφε: "Μία φορά ηλίθιος, όλη τη ζωή ηλίθιος", ξέροντας ότι αυτό που έκανε, του έφαγε τη ζωή. Σπάνια μιλούσε για εκείνο το βράδυ. Κατάλαβα πόσο είχε μετανιώσει, όταν κάποια στιγμή με πήρε τηλέφωνο η μητέρα ενός θύματος και μου είπε: "Κύριε Λιάνη, ντροπή σας, νόμιζα ότι είστε ηθικός δημοσιογράφος, πώς μπορείτε να γράφετε ότι ο Κοεμτζής είναι ηθικό στοιχείο;". Όταν το είπα στον Νίκο, μου είπε: "Γιώργο, είχε δίκιο". Από τις κουβέντες μας, κατάλαβα ότι ήταν το έγκλημα που τον άλλαξε και όχι η φυλακή. Και είχε τη δύναμη να μην επιτρέψει τη φυλακή να τον κάνει χειρότερο. "Εμείς οι δύο είμαστε λογοτιμητές, δώσαμε τον λόγο μας ο ένας στον άλλον και θα τον κρατήσουμε", μου έλεγε θέλοντας να μου δείξει ότι θα δικαίωνε την εμπιστοσύνη μου στη μεταμέλειά του. Κράτησε τον λόγο του μέχρι τέλους: δεν έδειρε, δεν έκλεψε, δεν φέρθηκε ανοίκεια ποτέ ξανά. Υπόδειγμα τιμιότητας και ήθους».

Σελίδα από τετράδιο με ποιήματα που έγραφε ο Νίκος Κοεμτζής στη φυλακή (1976). Αριθμούσε πάντα τα τετράδιά του και ζωγράφιζε ανάλογα με το θέμα του ποιήματος. Στο επάνω μέρος διακρίνεται η υπογραφή του. Το τετράδιο είναι σήμερα στο προσωπικό αρχείο του Γιώργου Λιάνη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τα σκληρά χρόνια μετά τη φυλακή

Μετά από 23 χρόνια φυλακής, ο Κοεμτζής αποφυλακίζεται στις 31 Μαρτίου 1996 και επιβίωνε πουλώντας το βιβλίο του έξω από τα δικαστήρια της Ευελπίδων και το Μοναστηράκι, υπογράφοντας αφιερώσεις στην πρώτη σελίδα.

Τα χρόνια μετά τη φυλακή ήταν πολύ σκληρά για τον Νίκο Κοεμτζή. Ο Γιώργος Λιάνης, που είχε στενή επαφή μαζί του εκείνα τα χρόνια, λέει: «Μία μέρα, τον ρώτησα: "Ρε συ Νίκο, πώς ζεις;". "Έλα να σου δείξω", μου είπε και με πήγε σπίτι του. Ήταν ένα μικρό σπίτι στο Παγκράτι, με ένα δωμάτιο και μία κουζίνα. Είχε ένα κουζινάκι πετρογκάζ. "Κάθε εβδομάδα πηγαίνω στη λαϊκή, αγοράζω επτά κιλά χόρτα και λαχανικά, τα βάζω στο μάτι και τρώω μία εβδομάδα", μου είπε. Έψαχνε συνέχεια μεροκάματο δεξιά και αριστερά, όμως όταν τους έλεγε το όνομά του, όλοι έκαναν πίσω. Ακόμη, ο δήμος Αθηναίων του έδωσε πολύ αργά μία άδεια μικροπωλητή, ενώ οι αστυνομικοί τον έδιωχναν συχνά από την Ευελπίδων και το Μοναστηράκι όταν πουλούσε το βιβλίο του. Παρόλα αυτά, εκείνος παρέμεινε ακέραιος, χωρίς να ζητά τη βοήθεια κανενός, όσο κι αν τη χρειαζόταν. Ακόμη, μου έκανε εντύπωση που οι δυσκολίες δεν του πήραν την ευγένεια. Όταν ερχόταν στο γραφείο μου στο Καλλιμάρμαρο, έφερνε πάντα ένα μπουκέτο λουλούδια που είχε μαζέψει απ' έξω για τη γραμματέα μου».


[VICE Video] Οι Μαθητές που Αντιστέκονται στον Ρατσισμό

Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Νίκος Κοεμτζής πέθανε στο Μοναστηράκι, στις 23 Σεπτεμβρίου 2011, σε ηλικία 73 ετών. Έπαθε έφραγμα την ώρα πουλούσε τα βιβλία του και λίγο αργότερα πέθανε από ανακοπή.

«Πέθανε από την αφαγία και τη ζέστη», λέει ο κ. Λιάνης. «Τουλάχιστον, στο τέλος της ζωής του πολλοί τον αγάπησαν, διότι είδαν αυτό που κατάλαβα όντας φίλος του για πάνω από 30 χρόνια: παρά το βαρύτατο έγκλημά του, ήταν ένας δυνατός χαρακτήρας που στην αρχή σε αντιμετώπιζε με επιφυλακτικότητα, όμως αν τον κέρδιζες, γινόταν ένας πολύ δοτικός και ανοιχτός άνθρωπος. Όταν ο Νίκος σε έκανε φίλο του, το ένιωθες στο πετσί σου. Μία ημέρα στο Μοναστηράκι, συναντήθηκε με το παιδί ενός από τους ανθρώπους που σκότωσε. Στην αρχή πήγε να του επιτεθεί, όμως ο Νίκος έμεινε ήρεμος. Τελικά έπιασαν κουβέντα και συζητούσαν για οκτώ ώρες. Στο τέλος είπαν να τα ξαναμιλήσουν. Δεν πρόλαβαν».

Μετά τον θάνατο του Νίκου Κοεμτζή, η σύντροφός του επισκέφθηκε τον Γιώργο Λιάνη. Του έφερε μία βαλίτσα, κλεισμένη με καραβόπανο. Μέσα υπήρχαν φωτογραφίες, προσωπικά αντικείμενα και τετράδια με σημειώσεις και ποιήματα του Νίκου Κοεμτζή. Είχε πει στη σύντροφό του να τα δώσει στον καλύτερό του φίλο, όταν πεθάνει.

Εξώφυλλο από ιδιόχειρο τετράδιο του Νίκου Κοεμτζή, με αυτοβιογραφικά κείμενα και ποιήματα. Το έδωσε στον Γιώργο Λιάνη μετά τον θάνατό του, ως ένδειξη φιλίας.

«Πολλοί επιφανείς φίλοι μου εξεπλάγησαν όταν γνώρισαν τον Νίκο. Και αυτό του άρεσε, τον συγκινούσε», λέει ο Γιώργος Λιάνης. Όμως ο Κοεμτζής δεν εντυπωσίασε απλώς τους ανθρώπους. Τους ενέπνευσε. Το 1980 ο Παύλος Τάσιος σκηνοθετεί την ταινία Παραγγελιά, που είναι βασισμένη στο τραγικό βράδυ του εγκλήματος. «Η ταινία δεν άρεσε και τόσο στον Νίκο όταν την είδε», προσθέτει ο κ. Λιάνης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Εμβληματικό έργο εμπνευσμένο από τη ζωή του Νίκου Κοεμτζή είναι και το τραγούδι «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο», που συνέθεσε το 1979 ο Διονύσης Σαββόπουλος για το δίσκο Ρεζέρβα. «Ο Σαββόπουλος δεν γνώρισε ποτέ από κοντά τον Νίκο. Κι όμως, τον περιέγραψε με μοναδική ακρίβεια, καλύτερα από οποιονδήποτε. Το τραγούδι και τα ποιήματα της Κατερίνας Γώγου που ακούγονται στην ταινία τα αγάπησε ο Νίκος. Ο Σαββόπουλος είδε την πραγματική διάσταση της προσωπικότητας του Κοεμτζή. Θα ήμουν πολύ περήφανος αν είχα γράψει εγώ ως φίλος του ένα τέτοιο έργο», λέει ο κ. Λιάνης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Νίκος Κοεμτζής κέρδισε τον θαυμασμό και τον σεβασμό ακόμα και των «εχθρών» του: ο γνωστός αρχιφύλακας του Κορυδαλλού Αντώνης Αραβαντινός είπε κάποτε ότι ο Κοεμτζής ήταν «ο μεγάλος του δάσκαλος» στη φυλακή.

Το ποίημα «Πολυτεχνείο», γραμμένο και υπογεγραμμένο από τον Νίκο Κοεμτζή στη φυλακή.

Η εξιλέωση που δεν ήρθε

Η ιστορία έγραψε ότι Κοεμτζής στέρησε τη ζωή σε τρεις ανθρώπους, διαπράττοντας ένα έγκλημα σπάνιας βιαιότητας. Αυτό το έγκλημα επρόκειτο να το πληρώνει σε όλη τη ζωή του.

Από τα λόγια του, φαίνεται ότι Κοεμτζής υπήρξε ο βαρύτερος κριτής του εαυτού του, αδυνατώντας να βρει την εξιλέωση μέχρι να παραδώσει το ατίθασο και τυραννισμένο πνεύμα του:

«Έψαχνα να βρω μια λύση, να διορθώσω το κακό που σκόρπισα….Υπέφερα τρομερά και προσπαθούσα απεγνωσμένα να ξεχωρίσω μια εικόνα από τη σφαγή, και δεν μπορούσα…Κι ούτε τώρα μπορώ, αν και αγωνίζομαι ακόμα… Ως φαίνεται την ώρα που σκορπούσα το θάνατο χωρίς να δουλεύει το μυαλό μου και κινιόμουν σαν ενα ρομποτ, με είχε κυριέψει ο δαίμονας ή το κτήνος που φωλιάζει μέσα μου…».

Ακολουθήστε τον Θοδωρή Χονδρόγιαννο στο Facebook, το Twitter και το Instagram.

Περισσότερα από το VICE

Αυτή η Δυστοπική Εικόνα από Παραλία της Αττικής Απαντά στο «Γιατί να Μην Κάνει Μπάνιο ο Κόσμος;»

Έφτασα Μερικά Εστιατόρια με Ελεύθερο Μπουφέ στα Όριά τους για να σου Αποδείξω ότι κι Εσύ Μπορείς

Ούτε Μία, Ούτε Δύο, Αλλά 16 Φορές που Πασίγνωστοι Μουσικοί Ξέφυγαν επί Σκηνής

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.