Διασκέδαση

Έγκλημα και Καλοκαίρι: «Σβήνοντας στην Οία»

Το διήγημα του Μένιου Σακελλαρόπουλου για το αφιέρωμα βιβλίο του VICE Greece.
VICE Staff
Κείμενο VICE Staff
2752585802_e1a45d28b8_o
Φωτογραφία: Flickr/George M. Groutas

Το VICE Greece παρουσιάζει σε πρώτη δημοσίευση διηγήματα με θέμα «Καλοκαίρι και Έγκλημα». Το παρακάτω διήγημα που έγραψε ο Μένιος Σακελλαρόπουλος για το αφιέρωμα βιβλίο, έχει τίτλο «Σβήνοντας στην Οία». Ο Μένιος Σακελλαρόπουλος δεν ασχολήθηκε με αποτρόπαια εγκλήματα, μετά τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θράκης, παρά μόνο πολύ αργότερα, στα μυθιστορήματά του. Τον είχε κερδίσει ήδη η δημοσιογραφία, την οποία ταλαιπωρεί επί τριάντα εννιά συναπτά έτη. Ξεκίνησε μαθητής λυκείου ακόμα από το Φως, μύρισε το μελάνι στις εφημερίδες Βραδυνή, Έθνος, Ελεύθερος Τύπος, Αθλητική, Sportime, Derby, στα περιοδικά Εικόνες, Nitro, Active, Επίκαιρα, βούτηξε στα ερτζιανά (ΕΡΑ, Sport FM, Sentra FM, SPORT 24) κι από το 1992 ως το 2017 ήταν στο Mega Channel. Έκανε τρεις φορές τον γύρο της Ευρώπης, φτάνοντας ως τη Νότια Αφρική, με εκατοντάδες ρεπορτάζ και χιλιάδες βίντεο, όλα με ένα δικό του χρώμα. Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ, από τον οποίο έχει βραβευτεί τέσσερις φορές για τηλεοπτικά θέματα. Παραμένει έφηβος και εκρηκτικός, συνεχίζει να ονειρεύεται, να χαμογελάει, να σαρκάζει και να αυτοσαρκάζεται, και πιστεύει στην… άσπρη μέρα. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του «Το Σημάδι», «Δεκατρία κεριά στο σκοτάδι», και «Ο χορός των συμβόλων» και «Η Πυραμίδα της οργής». Σε λίγες ημέρες θα κυκλοφορήσει και το βιβλίο του «Πικρό Γάλα».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Eπιμέλεια αφιερώματος: Μελπομένη Μαραγκίδου


Δάγκωνε με μανία το τσιγάρο του θαρρείς κι ήθελε να το σκοτώσει, παρότι το επιζητούσε κολασμένα, έρμαιο των παθών του.

Στο στόμα τού ήρθαν όλες οι βλαστήμιες που ήξερε, αλλά τις κατάπιε με μια κίνηση της γλώσσας του. Ήξερε ότι αν τις ξεστόμιζε, θα τσίτωνε κι άλλο την Καρολίνα, που είχε μέσα της όλα τα μπουρίνια της γης κι αν τα απελευθέρωνε θα τον σάρωναν οι ανεμοστρόβιλοί της.

Τον είχε ψάλει πρωί-πρωί κι ήταν από τις ελάχιστες φορές που ο Άρης δεν αντέδρασε. Είχε τόσο λερωμένη τη φωλιά του, ώστε αν επιχειρούσε έστω να αμυνθεί υποτυπωδώς, για την τιμή των όπλων, θα έκανε χειρότερα τα πράγματα.

Παραμονή του ταξιδιού τους στη Σαντορίνη, αυτό που αποφάσισαν να κάνουν για να αναθερμάνουν τη σχέση τους που είχε βαλτώσει, εκείνος υπέκυψε στο άλλο του πάθος κι έφτασε σπίτι τα χαράματα.

Ανακουφίστηκε όταν τη βρήκε να κοιμάται κι έπεσε βιαστικά για να προλάβει να κλείσει τα μάτια του για κάνα δίωρο μέχρι να φύγουν. Δεν υπολόγισε ότι εκείνη ήταν σε αναμμένα κάρβουνα και ποτέ δεν κλείδωνε ούτε τις σκέψεις ούτε τα λόγια της.

Έτσι, το ξύπνημα δεν έμοιαζε απλώς με εφιάλτη, ήταν! Παρότι ένιωθε κομμάτια από το προηγούμενο βράδυ, ξύπνησε αμέσως όταν την άκουσε να κοπανάει τις ντουλάπες.

Βρήκε το κουράγιο να ψελλίσει δυο λέξεις.

«Καλά, αυτή την τεράστια βαλίτσα θα πάρεις στο ταξίδι; Πέντε μέρες θα μείνουμε όλες κι όλες…»

Δεν του είπε λέξη, συνεχίζοντας να σκαλίζει τις ντουλάπες και να πετάει πράγματα στη βαλίτσα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Άρης άρχισε να εκνευρίζεται με τον εκνευρισμό της Καρολίνας, αν και ήξερε από πού προέρχεται.

Κι όταν τη ρώτησε πάλι για τη βαλίτσα και πάλι δεν απάντησε, δεν κατάφερε να κρατηθεί.

«Καλά, θες να μου το βγάλεις ξινό; Πάμε ταξίδι κι έχεις τέτοια μούτρα; Είσαι με τα καλά σου; Πάλι τα ίδια;»

Η φωνή της ακούστηκε σαν ηλεκτρική εκκένωση.

«Πάλι τα ίδια; Αλλά μάλλον δεν κατάλαβες! Θα πας ταξίδι μόνος σου! Εγώ θα πάω στους δικούς μου στο χωριό. Αρκετά τους έγραψα για πάρτη σου!»

Αυτή η κουβέντα έπεσε στο κεφάλι του σαν κουβάς με παγάκια!

«Τι;»

«Αυτό που άκουσες! Αρκετά κάνω το μαλάκα τόσο καιρό εδώ μέσα. Πες καθαρά ρε φίλε ότι δεν γουστάρεις πια και κόψε το παραμύθι. Δεν το αξίζω!»

Λουσμένος στον κρύο ιδρώτα του, προσπάθησε να την ηρεμήσει.

«Μα τι λες Καρολίνα; Ποιο παραμύθι; Εγώ δεν κανόνισα το ταξίδι; Αν δεν γούσταρα θα το κανόνιζα;»

Ήταν σαν να της έδινε χαστούκι!

«Αυτό με τρελαίνει σε σένα! Ότι με περνάς για μαλάκα! Δυο μέρες τώρα έρχεσαι χάραμα στο σπίτι, λες και γυρίζεις στο ξενοδοχείο σου! Εγώ δεν υπάρχω πουθενά! Κι έπειτα, το ταξίδι το κανόνισες όταν σου είπα ότι χωρίζουμε…»

«Έλα τώρα, αφού σου είπα. Προχτές ήταν το τραπέζι της εταιρείας, δεν γινόταν να μην πάω. Και χτες ήταν τα γενέθλια του Σταύρου, μας πήγε για ούζα στην Καισαριανή… Κι εσύ άργησες την περασμένη εβδομάδα που βγήκες με τη Φαίη, το έκανα θέμα;»

«Εγώ δεν κλείνω το κινητό, δεν χάνομαι, δεν κρύβομαι, δεν φοβάμαι μήπως με… διακόψουν…»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Δεν το έκλεισα, έμεινα από μπαταρία…»

«Πολύ… μπακουροκατάσταση… Και πολύ προβληματική αυτή η μπαταρία… Όλο πέφτει τελευταία…», του είπε, δίχως να καταφέρει να συγκρατήσει τα δάκρυά της που αυλάκωσαν το όμορφο πρόσωπό της.

Ο Άρης ζύγισε ακαριαία τα πράγματα μέσα του κι αποφάσισε να σηκωθεί από το κρεβάτι. Την πήρε αγκαλιά, χάιδεψε τα ξανθά μαλλιά της και της ψιθύρισε στο αυτί:

«Αφού το ξέρεις παπάκι, σ’ αγαπάω… Μην είσαι υπερβολική…»

Το κλάμα της δυνάμωσε όταν τη φίλησε. Ένιωθε ένα παιχνιδάκι στα χέρια του, ένα φυλλαράκι που το κάνει ό,τι θέλει ο αέρας.

«Έλα Καρολίνα μου μωρό μου. Φτιάξε τη βαλιτσούλα για να φύγουμε. Θα χάσουμε το καράβι…»

Εκείνη δεν ήξερε στ’ αλήθεια τι θέλει. Από τη μία δεν άντεχε να ζει πνιγμένη στις υποψίες, ένα μαρτύριο ήταν όλο αυτό, κι από την άλλη δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό της μακριά του. Και δεν ήθελε να πετάξει στα σκουπίδια έξι χρόνια σχέσης κι ας ήταν εκείνη που πάντα έδινε τα περισσότερα. Τον αγαπούσε, ένιωθε απόλυτα δεμένη μαζί του, της ήταν αδιανόητο ότι δεν θα είναι μαζί.

Ένιωσε να καίει το μυαλό της κι όλο της το είναι όταν σκέφτηκε εκείνη την ξεπλυμένη την πρώην του, την Έλενα. Είχε ξεκινήσει να του στέλνει πάλι μηνύματα κι από τότε ο Άρης ήταν μόνιμα αφηρημένος αλλά και αργοπορημένος τα βράδια και για όλα έφταιγε το… γραφείο.

«Σιγά να μην αφήσω αυτό το τσουλί να μας διαλύσει τη σχέση. Θα περάσει πάνω από το πτώμα μου…», σκέφτηκε, σφίγγοντας τα νύχια μέσα στην παλάμη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Εντάξει, θα φτιάξω τη βαλίτσα… Αλλά να ξέρεις ότι δεν πρόκειται να κάνω την Πηνελόπη που περιμένει καρτερικά τον Οδυσσέα! Κι ίσως πρέπει να αρχίσω να βγαίνω κι εγώ και να μην κάθομαι να περιμένω τον πασά…»

«Αγάπη μου το ξενοδοχείο στην Οία είναι φανταστικό, θα ξετρελαθείς! Εγώ, εσύ και ο Θεός!»

«Πάντα υπερβολικός… Πώς το λένε;»

«Aris Caves. Τυχαία έχει το όνομά μου…»

«Ρε φίλε, δεν έχεις το Θεό σου! Πιο εγωιστής πεθαίνεις! Βρήκες ξενοδοχείο με το όνομά σου! Δεν υπάρχεις!»

Μέσα στην κολασμένη κίνηση της Εθνικής οδού προς τον Πειραιά και το λιμάνι, ο Άρης έπρεπε να κάνει τον ζογκλέρ για να προσπεράσει όσους μπορούσε, κι από πάνω έπρεπε να ακούει και το ψαλτήρι της Καρολίνας, μαζί με την ανάκριση που είχε αρχίσει από τα πρώτα κιόλας μέτρα της διαδρομής.

Τα ερωτήματα έπεφταν βροχή.

«Ποιοι ήσασταν; Τι φάγατε; Ήταν κι ο Ηλίας μαζί; Γιατί μίλησα χτες με τη Μυρτώ και δεν μου είπε ότι θα βγείτε. Πάντως το πρωί που με φίλησες δεν μύριζες ούζο. Λεμονάδα έπινες εσύ; Και είναι δυνατόν να γυρίσατε από μεζεδοπωλείο στις 5 το πρωί;»

«Τέσσερις παρά ήταν Καρολίνα. Μέχρι να φύγουμε και…»

«Μη με διαολίζεις Άρη! Αρκετά! Στο ξαναλέω, αυτό με τρελαίνει και το ξέρεις. Πέντε γύρισες, είδα καθαρά το ρολόι όταν άκουσα τα κλειδιά στην πόρτα. Μην κοιτάς που δεν μίλησα…»

Προτίμησε πάλι να παίξει άμυνα.

«Εσύ ψάχνεσαι για καυγά! Δεν θα σε ακολουθήσω! Κι άσε με να οδηγήσω μη στουκάρουμε πουθενά!»

«Πώς σου αρέσουν οι υπεκφυγές! Πάντα αυτό κάνεις όταν νιώθεις στριμωγμένος. Αλλά δεν θα σου κάνω τη χάρη να σκάσω! Πιστεύεις ότι έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε; Ή θεωρείς ότι είναι όλα καλά αν κοροϊδεύουμε ο ένας τον άλλο; Τι νόημα έχει; Κι αν είμαστε έτσι τώρα, πώς θα είμαστε μετά;»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Το τσιγάρο υπέφερε από τις δαγκωματιές του κι αν είχε μιλιά θα γέμιζε τον Άρη με βλαστήμιες και βρισιές που δεν είχε ξανακούσει άνθρωπος.


VICE Video: Οι «Θεοί» του Ολύμπου

Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook


H Καρολίνα δεν σταμάτησε να τον βομβαρδίζει, μέχρι που ένιωσε να τραντάζεται ολόκληρη από το απότομο φρενάρισμα. Αν δεν φορούσε ζώνη, σίγουρα θα εκτοξευόταν από το παράθυρο.

Mε κατακόκκινο πρόσωπο και τις τεντωμένες φλέβες στο λαιμό έτοιμες να εκραγούν, ο Άρης πέρασε στην αντεπίθεση.

«Με έχεις γαμήσει από το πρωί! Σταμάτα γαμώ την τρέλα μου αυτό το βιολί! Για ένα γαμημένο ούζο πήγαμε κι εσύ θα μου το βγάλεις από τη μύτη! Τι θες; Να κάθομαι μόνο στον καναπέ και να βλέπω ταινίες; Που βλέπω γαμώ την πουτάνα μου! Το έχουμε λιώσει το Netflix! Έχω και τρεις φίλους και βλεπόμαστε στη χάση και στη φέξη! Μήπως θες να μου βάλεις κι ένα τσιπάκι στο χέρι;»

Έτρεμε ολόκληρος στην άκρη του δρόμου που είχε σταματήσει το αυτοκίνητο.

«Πάρε τον Αλέξη και ρώτα τον πού είμαστε χτες γαμώ την πουτάνα μου! Πάρε! Τώρα!»

Ούρλιαζε περισσότερο κι από τη σειρήνα του ασθενοφόρου που τους προσπέρασε κι ήταν ένα καλό θέαμα στους οδηγούς που περνούσαν δίπλα τους.

«Αυτό θες; Να με κάνεις ρόμπα; Πες το. Πες ρεεεεε!»

Η Καρολίνα δεν είπε λέξη. Σαν να έφραξε το στόμα της ένας βράχος. Κι όταν εκείνος άρχισε πάλι να οδηγεί, του είπε ήρεμα:

«Αν θες γυρίζουμε πίσω… Ειλικρινά…»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Την κοίταξε με ένα δολοφονικό βλέμμα.

«Θέλω να πάμε στη Σαντορίνη γαμώ την τρέλα μου και να αφήσουμε πίσω όλες αυτές τις μαλακίες! Μπορούμε;»

Πάλι είχαν φράξει οι λέξεις στο στόμα της. Κι όλη τη διαδρομή, ως το λιμάνι, δεν αντάλλαξαν κουβέντα, σαν να ήταν κι οι δυο σε έναν βουβό θρήνο ή σαν δυο άγνωστοι σε ένα ταξί.

Και δεν μίλησαν ούτε όταν έφτασαν στην καμπίνα για να τακτοποιήσουν τα πράγματα. Ο Άρης έβραζε μέσα του αλλά προσπαθούσε να το διαχειριστεί, σπάζοντας τη σιωπή.

«Πάμε έξω να πιούμε κάνα καφέ; Ν’ ανοίξει λίγο το μάτι μας»

«Εμ βέβαια, αφού γύριζες όλη τη νύχτα…»

«Καρολίνα ηρέμησε! Ταξίδι πάμε!»

«Δεν έχω όρεξη… Κι ούτε θέλω να περιφέρω τη θλίψη μου στο καράβι…»

Επιχείρησε να την πάρει αγκαλιά και να τη φιλήσει αλλά εκείνη έβαλε τα χέρια μπροστά της.

«Σου είπα, δεν έχω διάθεση. Και, να ξέρεις, δεν θα παίρνεις ό,τι θέλεις όποτε θέλεις… Δεν είμαι κούκλα με μπαταρίες…»

Πήρε το πορτοφόλι του και βρόντηξε πίσω του την πόρτα, μπήγοντας έτσι ένα ακόμα καρφί στο σώμα της.

Η Καρολίνα έβαλε τα κλάματα.

«Ξέρει ότι έχω δίκιο… Θα μπορούσε να το διαχειριστεί αλλιώς αλλά προτίμησε να φύγει. Πάντα έτσι έκανε… Ωραίος, κούκλος, αλλά πρέπει να βρω τη δύναμη να αντιδράσω…»

Ο Άρης ρούφηξε με βουλιμία τον κρύο καφέ του. Όλα ήταν μπλεγμένα μέσα του. Έβγαλε το κινητό του από την τσέπη κι έγραψε ένα μήνυμα. Κι ύστερα κι ένα δεύτερο.

«Είναι η τελευταία φορά που ταξιδεύουμε χώρια… Στο υπόσχομαι…»

Κι όταν γύρισε στην καμπίνα, δεν ήξερε αν η Καρολίνα κοιμάται ή προσποιείται ότι κοιμάται. Δεν έδωσε όμως σημασία. Ξανάβγαλε το κινητό του κι άρχισε να παίζει εκείνο το παιχνίδι με τα τετραγωνάκια. Με το ξεκίνημα το σύμβολο με το μήνυμα αναβόσβησε.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Θα σε περιμένω. Έχω το studio Alitana. Εσύ είσαι στο "Φωλιά", το είδα…»

Τον έλουσε κρύος ιδρώτας. Πώς το έκανε αυτό; Πώς το δέχτηκε; Και πώς θα τα έβγαζε πέρα; Μόλις συνειδητοποιούσε ότι έκανε τρομακτικό λάθος κι αυτό που του φαινόταν στην αρχή διασκεδαστικό και τον γέμιζε αδρεναλίνη, τώρα φάνταζε σαν εφιάλτης!

«Ευτυχώς είναι μόνο μία μέρα, πάλι καλά που επέμενα σ’ αυτό…», σκέφτηκε, κι έγειρε στο κρεβάτι.

Το Hightspeed έφτασε στην ώρα του. Κι οι ώρες μέσα στη σιωπή –που η αλήθεια είναι ότι τον ανακούφιζε- κύλησαν γρήγορα. Και πήραν μαζί τους και την κακή διάθεση της Καρολίνας, με την αύρα της Σαντορίνης να φυλακίζει τις άσχημες σκέψεις της.

Όπως κατευθύνονταν προς την Οία, έσκυψε και φίλησε τον Άρη.

«Σ’ ευχαριστώ… Είναι μαγεία. Κι είχες δίκιο σ’ αυτό που είπες όταν φεύγαμε. Να τα αφήσουμε όλα πίσω…»

Εκείνος χαμογέλασε αχνά. Αυτό που μόλις άκουγε ήταν ένα καλό ηρεμιστικό, τουλάχιστον για την αρχή.

«Ο Θεός βοηθός…», είπε μέσα του, και συνέχισε να οδηγεί.

«Δεν θα με φιλήσεις;», ρώτησε όλο νάζι η Καρολίνα.

«Δεν είμαι κούκλα με μπαταρίες…», της απάντησε, βγάζοντας θυμό.

Ούτε εκείνη ήξερε αν ήταν ή έκανε τον θυμωμένο.

Το εκπληκτικό Dance της Indila Derniere τους βοήθησε να χαλαρώσουν. Εκείνη, γαλλομαθής από μικρή, έφερνε τους στίχους στο μυαλό της. Ω γλυκό μου βάσανο,
γιατί να μαλώσουμε αφού θα ξαναρχίσεις.
Δεν είμαι παρά ένα τίποτα χωρίς αυτόν.
Ανακατεύω τον ουρανό, τη μέρα, τη νύχτα,
χορεύω με τον ήλιο, τον άνεμο, με τη βροχή.
Λίγο αγάπη, μια σταγόνα μέλι.
Dance, dance, dance, dance…

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κρατήθηκε να μη δακρύσει, έπρεπε να βοηθήσει τον εαυτό της και την κατάσταση, να ανανεώσει τον έρωτά τους.

Φτάνοντας στο ξενοδοχείο ένιωσε αλήθεια μαγεμένη, με τη θέα να της κόβει την ανάσα και να την παρασύρει σε έναν χορό συναισθημάτων που την κατέκλυζαν.

Τον είδε σκυθρωπό –ή έτσι νόμιζε- και τον ρώτησε:
«Τι έχεις; Δεν είσαι καλά;»
«Ε;»
«Λέω, δεν είσαι καλά;»
«Καλά είμαι… Απλώς ξέχασα να πάρω λεφτά γαμώτο, δεν σταμάτησα χτες γυρίζοντας. Γαμώτο!»
«Δεν πειράζει Άρη, έχω εγώ…»
«Αστειεύεσαι; Θα πεταχτώ εδώ, σε ένα μηχάνημα ανάληψης, θα πάρω και μερικά πράγματα για το ψυγείο, κανένα κρασί από τα ημίγλυκα που έχει εδώ και γυρίζω γρήγορα…»
«Μα δεν είσαι κουρασμένος;»
«Όχι, μια χαρά είμαι…»
«Καλά… Μην αργήσεις…»

Βγήκε γρήγορα από το δωμάτιο, κοντοστάθηκε λίγο βγαίνοντας, κι ύστερα, με σβέλτες κινήσεις, εντόπισε αυτό που έψαχνε.

Χώθηκε βιαστικά στο Alitana. Η καρδιά του χτυπούσε τρελά.

«Είσαι τρελή! Κι εγώ ακόμα χειρότερα!», της είπε μόλις την αντίκρισε.

Τον περίμενε με ένα διάφανο νυχτικό, χωρίς εσώρουχα, και του έκλεισε το στόμα με ένα φιλί.

«Έλενα δεν…»

Δεν τον άφησε να ξαναμιλήσει, να πάρει ανάσα, να διαφωνήσει, να πει οτιδήποτε. Τον τύλιξε στο σώμα της κι άρχισε να του βγάζει τα ρούχα.

«Κάτι ακόμα χρωστάς από χτες… Θα το πληρώσεις τώρα με τόκους… Το σκεφτόμουν συνέχεια στο αεροπλάνο, έγινα μούσκεμα… Ακόμα είμαι… Έλα να δεις…»

Δεν πήρε ανάσα κι η απογείωση ήταν απότομη και θεαματική. Πετούσαν μαζί πάνω από το ηφαίστειο, τα βράχια, την Καλντέρα, το Ακρωτήρι, τις σπηλιές, το Σκάρο, την Κόκκινη και την Άσπρη παραλία, βουτούσαν στα νερά σαν τους γλάρους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κι όταν, μετά τις απανωτές εκρήξεις, πήραν μια ανάσα, η Έλενα τον φίλησε απαλά στα χείλη.

«Είσαι δυναμίτης, πάντα ήσουν… Αλλά ακόμα πιο σημαντικό είναι αυτό που μου έγραψες το πρωί. Ότι είναι η τελευταία φορά που ταξιδεύουμε χώρια! Αγάπη μου!»

Ο Άρης ένιωσε άδεια και την ψυχή του.

«Έλενα το εννοώ. Αλλά άσε πρώτα να γυρίσω. Θέλω να έρθει ήρεμα το τέλος, στο έχω εξηγήσει αλλά εσύ ήθελες να κάνεις το δικό σου. Το έκανες. Τώρα όμως πρέπει να μου δώσεις λίγο χρόνο. Είναι η τελευταία φορά, στο έχω υποσχεθεί…»

«Εντάξει αγάπη μου… Αλλά θα ξανάρθεις λίγο μετά; Μόνο λίγο, για να σε δω έστω… Μόνο για σένα ήρθα, το ξέρεις…»

«Έλενα μη λέμε τα ίδια… Τα είπαμε…»

Ανέβηκε στο κρεβάτι και κόλλησε το στήθος της στο πρόσωπό του. Είχε ακόμα φωτιά. Εκείνος γύρισε την πλάτη κι έφυγε.

Κι είχε θυμό μέσα του, περισσότερο με τον εαυτό του.

«Έκανα μαλακία, μού το είχε πει ο Χρήστος και δεν τον άκουσα. Αυτή η γυναίκα είναι επικίνδυνη… Κι όταν τελειώσει το πάθος…», σκέφτηκε, γεμάτος τύψεις.

Βγαίνοντας από το στούντιο είδε στο βάθος την Καρολίνα, ανεβασμένη σε ένα πεζουλάκι να βγάζει φωτογραφίες. Χαμογέλασε αχνά.

«Εγώ φταίω για τις εκρήξεις της, θα επανορθώσω. Έχω έναν θησαυρό στα χέρια μου και τον αφήνω να…»

Μάζεψε τις σκέψεις του και πήγε με γρήγορα βήματα προς το μέρος της.

«Μωρό μου!»

«Αγάπη μου! Λιοντάρι μου!»

Ξαφνικά οι λέξεις της πάγωσαν, όπως κι η ίδια, θαρρείς και την τύλιξε η λάβα του ηφαιστείου και τη μαρμάρωσε. Απέναντί της, στο βάθος, με ένα προκλητικό μαγιό, τεντωνόταν αυτή. Η Έλενα!

Η Καρολίνα ένιωσε μια έντονη σκοτοδίνη κι ήταν σαν να την τύλιξε ένα μαύρο πέπλο. Από τη ζαλάδα έχασε την ισορροπία της. Το σώμα της ταλαντεύτηκε στο πεζούλι, με τον Άρη να ουρλιάζει από τον πανικό του και ν’ απλώνει τα τρεμάμενα χέρια του για να την πιάσει.

Ένα κομμάτι από το λευκό παρεό της έμεινε στα χέρια του. Κι όπως κοίταξε την Καρολίνα να βυθίζεται στο χάος, λιποθύμησε…

Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.

Περισσότερα από το VICE

Η Fahima, η Rabiya και η Farzana Δολοφονήθηκαν στα Ελληνοτουρκικά Σύνορα

Μέσα στα Ασιατικά Μπαρμπέρικα της Θεσσαλονίκης

Φωτογραφίες Από τη Lowriding Σκηνή του Λος Άντζελες

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.