FYI.

This story is over 5 years old.

Stuff

Οι «Αγνοούμενοι» Έλληνες της Χιλής και της Αργεντινής Αναζητούν Ακόμα Δικαίωση

Η ιστορία της οικογένειας Αθανασίου και ο πρόσφατα «ανακτημένος» ανιψιός τους.

Οι λέξεις βγάζουν φωτιά μερικές φορές, αναβιώνουν τους ανοιχτούς λογαριασμούς με το παρελθόν , ξετρυπώνουν τις σκοτεινές γωνιές του που «βολικά» αφέθηκαν στη λήθη και αποκαλύπτουν ένα τραύμα στο σώμα της δημοκρατίας ορθάνοιχτο. Τέτοια ήταν η επιστολή που μου έστειλε η Maria Elena Athanaciu όταν της ζήτησα να μου διηγηθεί την ιστορία της οικογένειας της. «Αγαπητή Μαρία είναι δύσκολο, περίπλοκο και φορτισμένο συναισθηματικά να κάτσω να γράψω την ιστορία του αδερφού μου Angel και της οικογένειας μας. Ότι και να ειπωθεί ή να γραφτεί, πολύ λίγο μπορεί να περιγράψει τη δυστυχία που μας έλαχε να ζήσουμε πάνω από 40 χρόνια και που συνεχίζει να μας εκπλήσσει μέχρι και σήμερα». Είναι η ιστορία της οικογένειας Αθανασίου. Μια από τις ιστορίες των 30.000 και πλέον ανθρώπων που «εξαφανίστηκαν (desaparecidos) κατά τη διάρκεια των δικτατοριών του Πινοσέτ στη Χιλή και του Βιντέλα στην Αργεντινή, ορισμένοι εκ των οποίων ελληνικής καταγωγής – στοιχείο που δε στάθηκε ικανό να συγκινήσει το ελληνικό κράτος στον αγώνα για τη δικαίωση τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Angelus Athanasiou Constantara, γεννήθηκε σ' ένα χωριό της Σάμου το 1880. Φτάνει στη Χιλή μετά από πρόσκληση ενός φίλου, μετακινείται στο Loncoche και παντρεύεται τη María Inostroza. Ο μεγαλύτερος γιος του, Constantino (1013-1971) και η σύζυγος του, Liduvina Jara Jara είχαν μια μικρή επιχείρηση στην πόλη Mulchén και απέκτησαν με τη σειρά τους 5 παιδιά: María Elena, Haydee, Victoria, Ximena και Ángel Omar Athanasiu Jara. O Ángel Omar γεννήθηκε στις 15/9/1954. Το 1972, στα 17 του πήγε στο Temuco για σπουδές όπου εντάχθηκε στην αριστερή οργάνωση MIR.

Η Λατινική Αμερική τότε βίωνε μια έντονη περίοδο κοινωνικών κινημάτων , ορισμένα από τα οποία αποκρυσταλλώθηκαν σε πολιτικές αλλαγές, όπως συνέβη με την κυβέρνηση του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή. Πολλοί μετανάστες ελληνικής καταγωγής συμμετείχαν ενεργά στους αγώνες για κοινωνική απελευθέρωση. Όλα αυτά διακόπηκαν βίαια στις 11 Σεπτεμβρίου το 1973. Τότε που τα τεθωρακισμένα του στρατηγού Πινοσέτ περικύκλωναν τη Μονέδα (προεδρικό μέγαρο), εγκαινιάζοντας μια από τις πιο αιμοσταγείς χούντες στην ιστορία της ανθρωπότητας και συμπαρασύροντας σχεδόν ολόκληρη τη Λατινική Αμερική σ' ένα σπιράλ βίας, αίματος και αυταρχισμού. Όταν αποχαρακτηρίστηκαν τα «αρχεία του τρόμου» της CIA το Νοέμβριο του 2000, έγινε και επισήμως γνωστό αυτό που για χρόνια ψιθυριζόταν πίσω από καλά σφραγισμένες πόρτες. Το «Σχέδιο Κόνδωρ» αφορούσε στη συνεργασία των δικτατοριών της Λατινικής Αμερικής για την ανταλλαγή πληροφοριών αλλά και το σχηματισμό κοινών ομάδων με στόχο της εξολόθρευση των αντιφρονούντων. Μυστικά κέντρα κράτησης, εκτελέσεις χωρίς δίκες και οι «πτήσεις του θανάτου» συνέθεσαν τη στρατηγική του σοκ με επιχειρησιακό κέντρο το Μπουένος Αιρες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Η εμπειρία της οικογένειάς μας κατά της διάρκεια της δικτατορίας του Πινοτσέτ ήταν ίδια με αυτήν πολλών χιλιανών οικογενειών. Βρεθήκαμε μπλεγμένοι πρώτον επειδή, μετά απ' το πραξικόπημα, για κάποιους μήνες, δεν ξέραμε τίποτα για τον αδερφό μας ο οποίος σπούδαζε στο πανεπιστήμιο κοντά στην πόλη που έμενε η οικογένειά μας. Η Αστυνομία άρχισε να κάνει έφοδο στα σπίτια μας ψάχνοντας για τον αδερφό μου. Όταν εμφανίζεται, με σκοπό να προστατεύσει τη ζωή του αλλά και για την ασφάλειά του, αποφασίζουμε να πάει στο Buenos Aires στην Αργεντινή, όπου αργότερα τον ακολούθησε η κοπέλα του Frida Laschan Mellado. Από τη ζωή του στην Αργεντινή έχουμε μαρτυρίες μόνο απ' τα γράμματά του που μας ενημερώνουν για τις δυσκολίες και τα βάσανα που περνούν, καθώς και για την εγκυμοσύνη της Frida. To Σεπτέμβρη του 1975 τους επισκέφτηκε ο πατέρας της Frida, και αυτή ήταν η τελευταία φορά που τους είδε κάποιος ζωντανούς. Έπειτα μάθαμε πως ο γιος τους γεννήθηκε τον Οκτώβρη του 1975 στο Buenos Aires και στις 15 Απριλίου απήχθησαν. Ο πατέρας της Frida επέστρεψε στο Buenos Aires το Σεπτέμβρη του 1976 χωρίς να μάθει πού αφέθηκε η οικογένεια και χωρίς να το ξέρουμε μέχρι τα σήμερα. Από τότε ξεκινήσαμε την αναζήτηση καταγγέλλοντας την εξαφάνιση στην Vicaria de la Solidaridad, τον μοναδικό οργανισμό που ήταν γνωστός στη Χιλή για τέτοια γεγονότα καθώς και στον ΟΗΕ»

Τη χειρότερη «ποινή», ωστόσο, την επιφύλαξαν στα νεογέννητα βρέφη των κρατουμένων. Όσα γεννήθηκαν σε φυλακές και χώρους κράτησης, απήχθηκαν και δόθηκαν για υιοθεσία σε οικογένειες στρατιωτικών. Ο Pablo German Athanasiu Laschan (όνομα που προόριζαν οι βιολογικοί τους γονείς), γιος του Angel και ανιψιός της Maria Elena ήταν ένα απ' αυτά. Οι Γιαγιάδες της Πλατείας Μαϊου, η οργάνωση που δημιουργήθηκε με στόχο να εντοπιστούν παιδιά που είχαν απαχθεί στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας και να επιστρέψουν κάποτε στις οικογένειές τους, τον βρήκαν τη χρονιά που μας πέρασε. Τον Απρίλη του 2013 έκανε τις εξετάσεις DNA και στις 6 Αυγούστου έδειξαν πως είναι γιος του Ángel και της Frida. Πρόκειται για τον εγγονό Νο 109 στη λίστα των Γιαγιάδων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Το βίντεο με την ανακοίνωση του εντοπισμού του Pablo German Athanasiu.

«Το όνομά του τώρα είναι Carlos και με ζει με τη θετή του μητέρα Carmen καθότι ο πατέρας του Enrique βρίσκεται καταδικασμένος και έγκλειστος στη φυλακή για καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τον Απρίλη του 1976 απήχθη με τους γονείς του και τον Αύγουστο του 1976 καταγράφηκε ως γιος των θετών του γονιών. Ο Carlos θρέφει γι' αυτούς αγάπη και σεβασμό και στεναχωριέται πολύ για την κατάσταση του φυλακισμένου πατέρα του και της μητέρας του που είναι προχωρημένης ηλικίας και έχει προβλήματα υγείας. Αποτέλεσμα της κατάστασης του πατέρα του ήταν ένας καρκίνος στο μεσοθωράκιο απ' τον οποίο τώρα συνέρχεται. Τον βασανίζει επίσης πολύ το γεγονός πως ως αποτέλεσμα της νομικής διαδικασίας για την ανάκτηση της ταυτότητάς του, οι γονείς του έρχονται ξανά ενώπιον της δικαιοσύνης. Μαζί με τις θείες του και τους λοιπούς βιολογικούς συγγενείς, έχουμε αρχίσει σιγά σιγά να αναπτύσσουμε δεσμούς αγάπης και οικογένειας. Κρατάμε σχεδόν καθημερινή επαφή μαζί του μέσω του skype ακούγοντάς τον, δίνοντάς του κουράγιο και στηρίζοντάς τον στις δυσκολίες που περνάει. Τον αγαπάμε και κάνουμε ότι είναι δυνατό για να τον βοηθήσουμε.»

Ήδη την περίοδο που το «Σχέδιο Κόνδωρ» ήταν σε εξέλιξη μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Γερμανία ασκούσαν πιέσεις στα δικτατορικά καθεστώτα του Βιντέλα και του Πινοσέτ για να μάθουν για την τύχη πολιτών τους που «εξαφανίστηκαν». Στη συνέχεια συνομιλούσαν διαρκώς με τις νόμιμες κυβερνήσεις αυτών των χωρών ζητώντας απονομή δικαιοσύνης. Αρκετές χώρες ξεκίνησαν και ταυτόχρονες δικαστικές έρευνες στο εσωτερικό τους ανεξάρτητα από τις πορείες των ερευνών σε Αργεντινή και Χιλή. Το ελληνικό κράτος αντίθετα προτίμησε τη σιωπή. Για πολλά χρόνια το ενδιαφέρον των ελληνικών αρχών ήταν αυστηρά επικεντρωμένο στη διατήρηση των καλών διπλωματικών σχέσεων και το ζήτημα των «αγνοουμένων» ελληνικής καταγωγής θεωρούνταν ταμπού στο δημόσιο λόγο. Για πρώτη φορά τέθηκε επίσημα στις 13 Οκτωβρίου του 1999 με επίκαιρη ερώτηση των βουλευτών του ΚΚΕ Χαράλαμπου Αγγουράκη και Απόστολου Τασούλα. Το επανέφερε το 2007 επίσης με ερώτηση στη Βουλή ο τότε πρόεδρος του Σύριζα Αλέκος Αλαβάνος. Στην απάντηση του ο τότε Υφυπουργός Εξωτερικών Θόδωρος Κασσίμης ισχυρίστηκε ότι «σε καμία από τις δύο χώρες δεν υπάρχει καμία έγγραφη καταγγελία όσον αφορά εξαφανίσεις , εκτοπίσεις ή θανάτους Ελλήνων εκεί κατά την περίοδο των δικτατορικών καθεστώτων». Οι διαφορετικές έρευνες που έκαναν 3 δημοσιογράφοι τότε, ο Σπύρος Βέργος , η Χριστίνα Πάτζου και ο Παύλος Νεράτζης διέψευσε τον Υφυπουργό γιατί αρκετοί συγγενείς απευθύνθηκαν στην ελληνική πρεσβεία της Αργεντινής χωρίς όμως ανταπόκριση.

Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία της Κλάρας Πετράκου που πήγε ήδη από το 1996 στην πρεσβεία στο Μπουένος Άιρες αναζητώντας τους γονείς της και την αδερφή της που γεννήθηκε στη φυλακή και εικάζεται ότι δόθηκε για υιοθεσία σε οικογένεια στρατιωτικών: «Όταν μίλησα για την εξαφάνιση του πατέρα μου, με κοίταζαν να μην είχαν ιδέα τι σήμαινε αγνοούμενος ή τι είχε συμβεί στην Αργεντινή όλα αυτά τα χρόνια. Μου αρνήθηκαν ακόμα και την υπηκοότητα φτάνοντας να μου πουν ότι ο πατέρας μου είναι άπατρις γιατί δεν έκανε τη στρατιωτική του θητεία». Ως αποτέλεσμα της πίεσης που ασκήθηκε το Μάρτιο του 2007 ο Θόδωρος Κασσίμης έστειλε μια λίστα με 13 ονόματα αγνοουμένων Ελλήνων στο Υπουργείο Δικαιοσύνης της Αργεντινής ζητώντας να συμπεριληφθούν στους επίσημους καταλόγους των «αγνοουμένων». Πέραν τούτου ουδέν, τη στιγμή που η Σουηδία με μόλις 1 θύμα έχει κινήσει δικαστικές διαδικασίες και που ο Ισπανός δικαστής Baltazar Garrzon στο ένταλμα σύλληψης που εξέδωσε το 1998 για τον Πινοσέτ αναφέρθηκε και στην υπόθεση των Ελλήνων «αγνοουμένων». Μέχρι και σήμερα κανείς δε γνωρίζει τον ακριβή αριθμό των «αγνοουμένων» ελληνική καταγωγής. Ο κατάλογος του Θόδωρου Κασσίμη είχε 13 υποθέσεις. Στα επίσημα στοιχεία της Γραμματείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Αργεντινής περιλαμβάνονται 17 ονόματα ελληνικής καταγωγής, ανάμεσα τους πέντε μωρά. Ο Pablo German Athanasiu Laschan είναι το μοναδικό μέχρι στιγμής απ' αυτά που εντοπίστηκε.

Εικάζεται ότι η λίστα των «αγνοουμένων» ελληνικής καταγωγής μετρά πολύ περισσότερα ονόματα. Στη δυσκολία ταυτοποίησής τους συντείνουν πέρα από την αδράνεια των ελληνικών αρχών και οι αντιφάσεις των Ελλήνων ομογενών στην Αργεντινή και τη Χιλή. Στις κοινότητες των ομογενών φωλιάζει ακόμα ο φόβος αλλά και η ντροπή που οδηγεί σε μια ηθελημένη αποσιώπηση του παρελθόντος των κοινοτήτων. Στους κόλπους τους υπήρχαν πέρα από τους πολυάριθμους μάρτυρες της δημοκρατίας και Έλληνες που συνεργάστηκαν με τις χούντες του Πινοσέτ και του Βιντέλα καταδίνοντας σε ορισμένες περιπτώσεις συμπατριώτες τους που συμμετείχαν σε αντιστασιακές οργανώσεις. Βλέπεις την περίοδο της δικτατορίας ο πρόεδρος ελληνικής κοινότητας στο Μπουένος Αιρες , τη στιγμή που αρκετοί πολίτες ελληνικής καταγωγής βασανίζοντας και εκτελούνταν στους τόπους μαρτυρίου, διοργάνωνε δεξιώσεις προς τιμήν του ομογενή Κριστίνο Νικολαϊδη, αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων και στενού συνεργάτη του Βιντέλα.

Και κάπως έτσι, η ενοχή για τη σκοτεινή όψη του παρελθόντος των ομογενών στη Λατινική Αμερική διασταυρώθηκε με την αδιαφορία των ελληνικών κυβερνήσεων και σκόνταψε στη διπλωματική διελκυστίνδα σε μια ανομολόγητη επιθυμία λήθης. Παραφράζοντας ίσως λίγο τον Μίλαν Κούντερα , ισχύει ότι ο αγώνας για την αλήθεια, είναι αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη. Η Maria Elena Athanaciu κλείνει ως εξής της επιστολή της: «Δε λάβαμε ποτέ βοήθεια από τις ελληνικές αρχές. Εν τέλει , όμως, μπορώ να σου πω πως παρ' όλα αυτά που έχουμε ζήσει, την επίπονη εμπειρία που σήμανε να χάσουμε τον αδερφό μας σε συνθήκες τόσο δραματικές της ιστορίας της χώρας μας, εμείς οι αδερφές, επιλέγουμε τη συγχώρεση. Να ζούμε το παρόν σε ειρήνη και αρμονία και να χαρούμε το γεγονός ότι βρέθηκε ο ανιψιός μας . Το παρελθόν είναι κομμάτι της ιστορίας που μας αντιστοίχισε να ζήσουμε. Δεν αποδεχόμαστε κανενός είδους δικτατορία και δε θέλουμε τα συμβάντα στη Χιλή να επαναληφθούν σε καμία άλλη χώρα.»