FYI.

This story is over 5 years old.

Stuff

Η Μαρτυρία ενός Άνεργου Έλληνα Δημοσιογράφου που Εθίστηκε στην Ηρωίνη

Μια ακόμα απόδειξη για το πως μπορείς να μπλέξεις χωρίς να το καταλάβεις.

Ένας κοντόχοντρος και καραφλός σαραντάρης, στριφογυρίζει νευρικά, φωνάζοντας στο κινητό ότι χρειάζεται επειγόντως «δύο σουβλάκια και τρία ζαμπόν». Το κόκκινο μπλουζάκι του είναι γεμάτο ιδρώτα. «Είναι χαρμάνης», μου κάνει ο Μάριος - εξ ίσου αγχωμένος και ταραγμένος, παρ' ολο που έχει βρεθεί εκατοντάδες φόρες στο ίδιο σημείο, ένα ασήμαντο στενό του Νέου Κόσμου. Εγώ αντίθετα, είμαι χαλαρός - ίσως πιο χαλαρός απ' όσο θα 'πρεπε να' ναι κάποιος που πάει ν' αγοράσει ηρωίνη για πρώτη φορά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Όταν ο χαρμάνης κυριούλης στάθηκε σ'ενα φωτεινό σημείο του δρόμου, τον αναγνώρισα: Ήταν ένα παλιό μου «θέμα», ένας από τους κακομοίρηδες που κάποτε είχαμε βγάλει στο γυαλί, στο reality που δούλευαμε μαζί με τον Μάριο. Τώρα βρισκόμαστε στην ίδια θέση μ'αυτόν: «Θεία δίκη» σκέφτηκα.

Ο Μάριος διακρίνει τον ξερακιανό Ρωσοπόντιο ντίλερ στον καθρέφτη του αυτοκινήτου. Κατεβάζω το παράθυρο, συστηνόμαστε, του δίνω τα χρήματα, μου δίνει το «σταφ» και βάζω μπρος να φύγουμε. Μόλις διέσχισα το μικρο αόρατο όριο που χωρίζει τον ερασιτέχνη από τον επαγγελματία πρεζάκια.


Ακολουθήστε το VICE στο Facebook.


Την πρέζα δε την βρήκα - με βρήκε . Όπως με είχε βρει η κόκα, τον Ιούνιο του 2004 -μέρες εθνικής ευδαιμονίας, με την κατάκτηση του Euro, τους Ολυμπιακούς της Γιάννας, τη νίκη της Παπαρίζου στη Eurovision- όταν ένας ταξιτζής σε ανύποπτο χρόνο μου προσέφερε την πρώτη μου μυτιά. Έκτοτε, τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην: Η Ελλάδα βρίσκεται βυθισμένη στην οικονομική κρίση, εγώ είμαι άνεργος - ακόμα και τα ναρκωτικά έχουν αλλάξει. Που λεφτά για κοκαΐνη σήμερα: Συνάντησα τυχαία τον ταξιτζή πρόσφατα - μου εξομολογήθηκε ότι το γύρισε στη σίσα.

Με τον Μάριο είμαστε φίλοι από το Alter. Όταν ο σταθμός έκλεισε, αναγκάστηκε να πάει στην επαρχία για να δουλέψει. Δεν κάνει χρήση καθημερινά πια, όπως κάποτε - εκεί που μένει άλλωστε δεν έχει καμιά «άκρη». Πίνει όποτε κατεβαίνει στην Αθήνα, κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η αλήθεια είναι πως του είχα ζητήσει να μου δώσει να δοκιμάσω πολλές φόρες, ήταν όμως κατηγορηματικός στην άρνηση του. Ο λόγος που του το ζήτησα; Η ανηδονία και η κατάθλιψη, που ξύπνησε μέσα μου η πολυετής ανεργία. Τα συνταγογραφημένα, νόμιμα αντικαταθλιπτικά με έκαναν χειρότερα - «γκριζάρανε» την πραγματικότητα· μαζί με τη τη λύπη έδιωξαν από μέσα μου και τη χαρά. Τα τελευταία χρόνια, δυσκολευόμουν ακόμα και να γελάσω.

Η ζωή του εθισμένου είναι τρομερά απλή: Ανταλλάσσει τα χιλιάδες μικρά προβλήματα της καθημερινοτητας μ' ενα μεγάλο

Χρειαζόμουν επειγόντως ένα αντίδοτο. Έπρεπε, με κάποιο τρόπο να «κλέψω» λίγη ευτυχία. Είχα δει ακόμα και όνειρο πως πήγα στον πνευματικό μου (ναι, έχω πνευματικό) κι εκείνος μου έπιασε το χέρι και μου έκανε μια ένεση με ηρωίνη. Η ευφορία που ένιωσα -μέσα στο όνειρο πάντα- ήταν απερίγραπτη, πράγμα που λέει πολλά για τη δύναμη του ανθρώπινου μυαλού. Τελικά, πέρυσι τον Ιούνιο, συμπτωματικά ακριβώς δέκα χρόνια μετά την «γνωριμία» μου με την κοκαΐνη, και πάνω που το είχα ξεχάσει τελείως το θέμα, ο Μάριος άλλαξε γνώμη - έχει πιο πολύ γούστο να πίνεις με παρέα, άλλωστε.

Πήρα στα χεριά μου το αυτοσχέδιο «γιούφι», ένα τυλιγμένο χαρτονόμισμα, και τοποθέτησα στα γόνατά μου το «πράσινο βιβλίο» - έναν οδηγό της Αθήνας που έχει στο αμάξι του ο Μάριος. «Πάνω απ' αυτό το βιβλίο έχουν περάσει αρκετές χιλιάδες ευρώ σε μορφή σκόνης», μου λέει και απλώνει προσεκτικά την καφετιά σκόνη πάνω του. «Λευκός θάνατος, σου λέει μετά…Τι ψεύτες» σκέφτομαι καθώς σνιφάρω την πρέζα, απαλά, όπως μυρίζουν ένα λουλούδι. Και όντως η μυρωδιά του θυμίζει τη γύρη ενός λουλουδιού - άλλωστε η ηρωίνη προέρχεται από την οπιούχο παπαρούνα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Παρ' οτι η ηρωίνη θεωρείται -και είναι- βαρύ ναρκωτικό, η επίδραση της πάνω στην ψυχή και το σώμα ειναι διακριτική, όπως τουλάχιστον τη βιώνει ο χρήστης. Το άγγιγμα της είναι τρυφερό· το βουητό των σκέψεων της καθημερινότητας ξαφνικά σταματάει και το μυαλό αποκτά μια πρωτόγνωρη διαύγεια. Ένιωσα ένα κάψιμο στο πίσω μέρος της μύτης μου και την ίδια στιγμή συνειδητοποίησα ότι από εκείνη τη στιγμή η ζωή μου δε θα είναι ποτέ πια η ίδια. Κάθε αρνητική σκέψη όμως σύντομα πνίγηκε σε έναν ωκεανό ευδαιμονίας.

Η ηρωίνη μου επέτρεψε να «ταξιδέψω» βαθιά μέσα μου -υπ' αυτή την έννοια η ηρωίνη είναι το ακριβώς αντίθετο των ψυχεδελικών ναρκωτικών, που σε οδηγούν στην έκσταση- με άλλα λόγια, σε βγάζουν έξω από τον εαυτό σου, κι ενίοτε, έξω από τα ρούχα σου.

Ο εθισμός είναι επιλογή: Κάνεις μια σειρά απο συνειδητές αποφάσεις μέχρι να καταλήξεις εξαρτημένος

Ένιωσα σαν να φοράω μια αόρατη πανοπλία - κανένας πόνος δεν μπορούσε να με αγγίξει. Η πραγματικότητα έμοιαζε με όνειρο, καθώς «πετούσα» πάνω από τα προβλήματα και τις μικρότητες της καθημερινοτητας. Ένιωθα ευλογημένος, σαν να με είχε πάρει στην αγκαλιά της η Παναγία. Κάπως έτσι υποθέτω οτι θα μεθούσαν οι Ολύμπιοι θεοί.

Όπου κι αν βρίσκεσαι, ακόμα και στο πιο μίζερο μέρος του κόσμου, η ηρωίνη σε πάει εκεί που θέλεις να πας. Εκεί που υποσχέθηκαν,αλλά δεν τα καταφεραν να με πάνε, η θρησκεία, η τέχνη - ακόμα κι ο έρωτας. Η ζωή του πρεζάκια είναι τρομερά απλή: Ανταλλάσσει τα χιλιάδες μικρά προβλήματα της καθημερινοτητας με ένα μεγάλο. Επίσης, σε απελευθερώνει από τις ανθρώπινες σχέσεις· δε χρειάζεσαι κανέναν για να είσαι ευτυχισμένος. Οι άνθρωποι είναι συνήθως κατώτεροι των περιστάσεων - αντίθετα, η πρέζα στέκεται πάντα στο ύψος της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο πρεζάκιας μοιάζει με τον ερωτευμένο: ο παιδικός ενθουσιασμός στην αρχή της σχέσης, ο μήνας του μέλιτος όταν νιώθεις ότι όλα είναι ένα αθώο παιχνίδι, η αίσθηση πως είσαι ανίκητος, η ασταμάτητη αναζήτηση του σκοτεινού αντικείμενου του πόθου σου. Η αποξένωση από τους φίλους και την οικογένεια - οτιδήποτε δεν σχετίζεται με το αντικείμενο του πόθου σου, φαντάζει κατώτερο και τετριμμένο. Η άρνησή σου να δεχθείς ότι ο «σύντροφος» σου έχει σκοτεινές πλευρές. Και φυσικά, ο πόνος του χωρισμού.

Στην πραγματικότητα, οποιοδήποτε κενό κι αν έχεις, η ηρωίνη το γεμίζει - αυτή είναι η μεγάλη της δύναμη. Είτε αυτό το κενό είναι ερωτικός σύντροφος, είτε γονιός, είτε φίλος – τουλάχιστον για λίγο. Όση σκόνη και να ρίξεις μέσα, τα κενά δεν κλείνουν ποτέ. Κι αν η πρέζα θυμίζει οργασμό, ο οργασμός, με τη σειρά του, είναι ένας μικρός θάνατος. Εκεί ζει ο ηρωινομανής, μακριά από τους ανθρώπους, κάπου ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, τη φθορά και την αφθαρσία. Όσο φιλήδονος κι αν είναι ο πρεζάκιας, άλλο τόσο ασκητική είναι η ζωή του. Διάγει μοναχικό βίο, είναι ολιγαρκής και σαν αφοσιωμένος πιστός μεταλαμβάνει το δηλητήριο της θεάς Ηρωίνης. Ένας μυστικιστής μυημένος στα μυστήρια της σκοτεινής Θεάς. Ο σούφι με το γιούφι.

Καθησύχασα τον εαυτό μου σκεπτόμενος πως και να θέλω να εθιστώ, δεν μπορώ: Θα πίνω μόνο όταν κατεβαίνει ο Μάριος. Καθώς οι μέρες περνούσαν, όμως, έπιασα το εαυτό μου να μην μπορεί να σκεφτεί τίποτα άλλο εκτός από το επόμενο «πιώμα». Έπειτα από δυο-τρία σαββατοκύριακα, τον έπεισα να πάμε να αγοράσουμε μαζί. Μετά άρχισα να πηγαίνω μόνος μου. Έπινα μια φορά την εβδομάδα. Δυό φορές την εβδομάδα, μέρα παρά μέρα. Κάθε μέρα. Πολλές γραμμές τη μέρα. Τα όρια που έθετα στον εαυτό μου έπεφταν σα ντόμινο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Είχα ανακαλύψει μια νέα ερωτογενή ζώνη - τη μύτη μου. Αν η επίδραση της κόκας θυμίζει τη σεξουαλική ένταση -που όμως δεν ανακουφίζεται ποτέ- το χάι της πρέζας μοιάζει με έναν παρατεταμένο οργασμό.

Το καλοκαίρι, στις διακοπές, όταν ο οργανισμός μου δεν είχε ακόμα μεγάλη ανοχή στο ναρκωτικό, μπήκα στην τουαλέτα ενός μπιτς μπαρ και ήπια μια γενναία για τα τότε δεδομένα μου μυτιά. Λίγο αργότερα, βρέθηκα στην παραλία, ξαπλωμένος πάνω σε κάτι μυτερά, καυτά βράχια. Ήξερα ότι κανονικά θα έπρεπε να πονούσα φρικτά, κι όμως ένιωθα να βυθίζομαι στο πιο μαλακό πάπλωμα του κόσμου.

Ο εθισμός ειναι επιλογή: Κάνεις μια σειρά απο συνειδητές αποφάσεις μέχρι να καταλήξεις εξαρτημένος. Όσο πέρναγε ο καιρός χρειαζόμουν όλο και μεγαλύτερες ποσότητες για να «γίνω». Τα χαρτζιλίκια δεν έφταναν πια - οπότε άρχισα να πουλάω ο,τι έχω και δεν έχω: παλιά βινύλια, την κιθάρα μου, τον ενισχυτή μου.

Εκτός από το «χάι» καθ' αυτό, απολάμβανα την όλη διαδικασία: από το ταξίδι στην άλλη άκρη της πόλης, μέχρι το τσιγάρο με το οποίο μάζευα τα απομεινάρια κάθε μυτιάς. Και φυσικά, την -πάντα γοητευτική- αίσθηση της παρανομίας. Δεν άργησε να έρθει όμως η μέρα που ο ντίλερ είχε ξεμείνει - μετά από μήνες καθημερινής χρήσης, ήξερα πολύ καλά ότι αν δεν έβρισκα γρήγορα λίγη πρέζα με περίμενε η κόλαση των στερητικών.

Κανείς δε θα μπορούσε να υποψιαστεί για εθισμένο στην ηρωίνη έναν δημοσιογράφο, καλοντυμένο, καθαρό, χωρίς σκουλαρίκια και τατουάζ – κόντρα στην στερεοτυπική εικόνα του «πρεζάκια»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Χωρίς πολλή σκέψη, έφυγα σφαίρα για το Πεδίο του Άρεως. Θυμάμαι πως σε λιγότερο από πέντε λεπτά είχα «γίνει». Κάθε φορά που πήγαινα στο Πεδίο, όσο προχωρούσα μέσα στο δάσος για να βρω τους «σχιστομάτηδες δαίμονες», τους Ασιάτες ναρκομανείς που θα μου δίνανε μερικούς «βράχους» (ηρωίνη «κομμένη» με ένας Θεός ξέρει τι), ένιωθα πως μεταφερόμουν σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο - ένα σκοτεινό παραμύθι.

Έχοντας πολλούς φίλους εικαστικούς και ζωγράφους, σύχναζα σε εγκαίνια εκθέσεων και σε γκαλερί. Ο κόσμος της τέχνης είναι ένα από τα λίγα μέρη δηλαδή όπου η αφρόκρεμα της κοινωνίας συναγελάζεται με τον απλό κόσμο -σαν εμένα. Έτσι, τη μια στιγμή βρισκόμουν στο Πεδίο του Άρεως με τον Τάκη, έναν «αρχαίο» πρεζάκια, να μου δείχνει πως καπνίζουνε την πρέζα στο αλουμίνιο, και λίγο αργότερα παρέα με επώνυμους επιχειρηματίες και αξιοσέβαστους συλλέκτες. Με διασκέδαζε τρομερά αυτό το κοντράστ, η απότομη εναλλαγή ανάμεσα στους δυο «κόσμους».

Τίποτα πάνω μου δεν πρόδιδε την μυστική ζωή μου: Κανείς δε θα μπορούσε να υποψιαστεί έναν δημοσιογράφο, καλοντυμένο, καθαρό, χωρίς σκουλαρίκια και τατουάζ - στον αντίποδα της στερεοτυπικής εικόνας του «πρεζάκια». Μονο κάποιος που θα μπορούσε να «διαβάσει» τα μάτια μου - συγκεκριμένα, τις αφύσικα συνεσταλμένες κόρες των ματιών, που προκαλεί η χρήση ηρωίνης, θα μπορούσε να υποψιαστεί το «χόμπι» μου.

Είχα διάθεση να πειραματιστώ, τόσο συνδυάζοντας την πρέζα με άλλα ναρκωτικά όσο και με την οδό χορήγησης του ναρκωτικού. Μετά το ιδιαίτερο μάθημα που μου προσέφερε ο Τάκης στο Πεδίο του Άρεως, άρχισα όλο και συχνότερα να «κυνηγάω τον δράκο», δηλαδή τον ατμό της πρέζας καθώς τσούλαγε πάνω στο αλουμίνιο. Το «χάι» της καπνιστής πρέζας είναι πιο ονειρικό και χρειάζεται τέχνη, για να μην κάψεις την ηρωίνη. Απέφυγα όμως να τη «σουτάρω» - ήξερα πως αυτός είναι ένας δρόμος που δεν έχει γυρισμό.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Στην αρχή νιώθεις πως η ηρωίνη μπορεί να σου γεμίσει ότι κενό έχεις στη ζωή σου. Στην πορεία όμως, όσο σκόνη και να ρίξεις, τα κενά δεν κλείνουν ποτέ

Όταν έχεις την ευτυχία κυριολεκτικά στο τσεπάκι σου, εύκολα γίνεσαι λαίμαργος - κι όταν γίνεσαι λαίμαργος, εύκολα γίνεσαι απρόσεκτος. Μια μέρα είχα τη φαεινή ιδέα να πιω μια μυτιά στο σπίτι της κολλητής μου, όταν μπήκε εκείνη μπήκε για μπάνιο. Για κακή μου τύχη, βγήκε νωρίτερα απ' ότι είχα υπολόγισει και με τσάκωσε στα πράσα. Η σκηνή που ακολούθησε ήταν ελαφρώς μελοδραματική. Με δάκρυα στα μάτια, προσπάθησε να μου την πάρει απο τα χέρια, χωρίς επιτυχία. Τη διαβεβαίωσα πως δε θα ξαναπιώ - ψέματα φυσικά. Τα ψέματα είναι δεύτερη φύση για τον πρεζάκια. Αν με κάθε ψέμα που έλεγα, η μύτη μου μεγάλωνε, σαν του Πινόκιο, τουλάχιστον θα μπορούσα να σνιφάρω ακόμα μεγαλύτερες μυτιές.

Όταν, λίγο πριν τις γιορτές, ανέβηκα στη Θεσσαλονίκη, την πόλη που μεγάλωσα, για να δω τον πάτερα μου, είχα φροντίσει να εχω αρκετή ηρωίνη μαζί μου για να βγάλω το διήμερο. Όταν όμως έχασα το τρένο της επιστροφής, ήρθα αντιμέτωπος με μια πολύ σκληρή πραγματικότητα. Ήμουν χαρμάνης σε μια πόλη όπου δεν είχα καμία «άκρη». Αρχικά σκέφτηκα ότι δεν μπορεί να δυσκολευτώ να βρω, την τελευταία φορά που ανέβηκα πάνω, ο τόπος ήταν γεμάτος ναρκομανείς. Έκανα λάθος, είχα περπατήσει τη μισή Θεσσαλονίκη με τα πόδια, μέσα στο κρύο, κι όμως δεν έβρισκα πουθενά.

Όταν μετά από ώρες αναζήτησης επιτέλους βρήκα το «φάρμακο» μου στο πάρκο του Ξαρχάκου, την ανακούφιση που ένιωσα διαδέχθηκε μια συνειδητοποίηση: Στο ίδιο ακριβώς πάρκο που ήπια το πρώτο μου τσιγαρλίκι παρέα με τους φίλους μου από το Αμερικανικό Κολλέγιο, βρισκόμουν σήμερα, δεκαπεντέ και βάλε χρόνια μετά, για να αγοράσω τη δόση μου - ωραία «πρόοδος».

Φωτογραφία από τον χρήστη του Flickr Mr. Theklan

Είχαν φτάσει οι γιορτές κι εγώ κλείστηκα στο σπίτι, εφοδιασμένος με μπόλικη πρέζα, οχυρωμένος απέναντι στην κατάθλιψη των Χριστουγέννων· βολικά μουδιασμένος. Το κενό που αναπλήρωσε μέσα μου η πρέζα ήταν η απουσία του έρωτα απο τη ζωή μου, που για μένα ήταν πάντα η κινητήριος δύναμη. Είχαν περάσει χρόνια χωρίς να ερωτευτώ, και πίστευα ότι δεν θα καταφέρω να νιώσω ποτέ ξανά το παραμικρό συναίσθημα. Αυτή ήταν μάλιστα η δικαιολογία που είχα βρει στον εαυτό μου - εφόσον είμαι αποκλεισμένος ακόμα και απο την πιθανότητα του έρωτα, δικαιούμαι τουλάχιστον να πίνω.

Έτσι νόμιζα τουλάχιστον - η ζωή έχει πάντα ένα τρόπο να σου ανατρέπει τα σχέδια. Την παραμονή της πρωτοχρονιάς, γνώρισα τη Μαρία. Κι ερωτεύτηκα. Της μίλησα από την πρώτη στιγμή για τη χρήση μου. Δεν με έκρινε, ήταν όμως φανερό οτι η πρέζα δεν είχε καμιά θέση στα σχέδια που κάναμε. Στις 20 του Γενάρη πήρα την τελευταία μου δόση. Η Μαρία μου είχε πάρει την «δικαιολογία» μου. Όταν, μετά από την αναπόφευκτη «διαβολοβδομάδα» των στερητικών βγήκα στο δρόμο, να πάρω λίγο αέρα, διαπίστωσα ότι ο κόσμος είχε αλλάξει λίγο. Τόσο μέσα μου, όσο και έξω μου: ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μόλις κερδίσει τις εκλογές και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είχε αλλάξει. Επιτέλους έβλεπες χαρούμενες φάτσες, μετά από χρόνια.

Πρεζόνια της ελπίδας; Ίσως . Ας είναι - μπορεί η ελπίδα να είναι «παραμύθα», η απελπισία όμως είναι που σκοτώνει.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.