Βία, επαρχία, άνθρωπος. Το βασικό τρίπτυχο που συνθέτει την Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς. Με φόντο την ελληνική επαρχία, η γκανγκστερική μαύρη κωμωδία του Γιάννη Οικονομίδη σε κρατά ζωντανό επί 140 λεπτά, σκιαγραφώντας με καυστικό χιούμορ τα πάθη, την καψούρα, την απληστία, την Ελληνίδα μάνα και τον καλτ υπόκοσμο.Πριν καν κυκλοφορήσει στις αίθουσες, η ταινία του Γιάννη Οικονομίδη αποτελεί ένα σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός. Ένα καλλιτεχνικό γεγονός το οποίο έχει ήδη καταφέρει να επηρεάσει άλλες μορφές τέχνης. Τη μουσική με το soundtrack που συνέθεσε ο Ζαν-Μισέλ Μπερνάρ, την ένατη τέχνη με μία σειρά από comics και τη φωτογραφία με το φωτογραφικό project της Άννας Μαρίας Χατζηστεφάνου που παρουσιάζεται αποκλειστικά στο VICE.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όταν η Άννα Μαρία Χατζηστεφάνου κάποια χρόνια πριν, έπιασε στα χέρια της το σενάριο που της εμπιστεύτηκε ο Γιάννης Οικονομίδης, εμπνεύστηκε ένα πρότζεκτ που απαιτούσε χρόνο, έρευνα και αφοσίωση: «Διαβάζοντας το σενάριο της Μπαλάντας της τρύπιας καρδιάς αποφάσισα να κινηθώ προς μία κατεύθυνση παράλληλη χωρίς να περιπλανηθώ στον μυθοπλαστικό της κόσμο. Αντιθέτως επέλεξα να κινηθώ σε άλλα τοπία, εκεί που οι δικοί μου “πρωταγωνιστές” και οι διαδρομές τους θα μπορούσαν να είναι πρόσωπα στις ταινίες του Οικονομίδη», σημειώνει η φωτογράφος.Η φωτογραφική και εικαστική έκθεση «Παράλληλες ιστορίες - συνομιλώντας με την ταινία του Γιάννη Οικονομίδη Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», είναι η δεύτερη συνεργασία της με τον σκηνοθέτη. Στην προηγούμενη ταινία Μικρό ψάρι είχε συνθέσει ξανά ένα φωτογραφικό αφιέρωμα: «Τότε είχα επικεντρωθεί στους ηθοποιούς και τους χώρους της ταινίας, στη διαδικασία μεταμόρφωσής τους από την πραγματικότητα στο μυθοπλαστικό σύμπαν της ταινίας». Το πρότζεκτ της τότε είχε εκτεθεί στην Ταινιοθήκη, ενώ είχε γίνει και λεύκωμα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.
Marina Abramovice: Aπό την Κομμουνιστική Γιουγκλοσλαβία, στην Κορυφή του Κόσμου των ΤεχνώνΠαρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.
Με αφορμή την «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», η Άννα Μαρία Χατζηστεφάνου πήρε αυτή τη φορά διαφορετικό δρόμο: «Ερευνώ την “πραγματική βία” που μας περιβάλλει, το πόσο εύκολα φονεύουμε, και τον τρόπο που η αφήγηση από τα διαφορετικά μέσα -ειδικά τα ψηφιακά- παρουσιάζει τα γεγονότα και τους δολοφόνους. Έτσι καταλήγω να επιλέξω τρεις παράλογους φόνους που έχουν διαπραχθεί στην ίδια περιοχή όπου διαδραματίζεται η ταινία, στην Φθιώτιδα», λέει η φωτογράφος και εξηγεί:
Marina Abramovice: Aπό την Κομμουνιστική Γιουγκλοσλαβία, στην Κορυφή του Κόσμου των Τεχνών
Με αφορμή την «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», η Άννα Μαρία Χατζηστεφάνου πήρε αυτή τη φορά διαφορετικό δρόμο: «Ερευνώ την “πραγματική βία” που μας περιβάλλει, το πόσο εύκολα φονεύουμε, και τον τρόπο που η αφήγηση από τα διαφορετικά μέσα -ειδικά τα ψηφιακά- παρουσιάζει τα γεγονότα και τους δολοφόνους. Έτσι καταλήγω να επιλέξω τρεις παράλογους φόνους που έχουν διαπραχθεί στην ίδια περιοχή όπου διαδραματίζεται η ταινία, στην Φθιώτιδα», λέει η φωτογράφος και εξηγεί:
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Η έκθεση περιλαμβάνει φωτογραφίες μου από τις διαφορετικές τοποθεσίες όπου έχουν συμβεί οι δολοφονίες, χωρίς να απεικονίζουν ή να παραπέμπουν άμεσα σε αυτές, παρά προδίδοντας μάλλον την αθωότητα του τοπίου και την απορία του επισκέπτη. Επίσης περιλαμβάνει μια σειρά από φωτοκολάζ όπου χρησιμοποιώ κείμενα και φωτογραφίες από τον τοπικό ψηφιακό Τύπο και φωτογραφίες μου».
Μιλώντας στο VICE ο Γιάννης Οικονομίδης λέει ότι η συνομιλία με άλλες τέχνες είναι κάτι που επιδιώκει: «Το να συνομιλώ με άλλες μορφές τέχνης έτσι ανοιχτά, ακομπλεξάρτιστα, ελεύθερα, το επιδίωκα από την εποχή του Σπιρτόκουτου. Μου αρέσει εμένα αυτό. Μου αρέσει να συνομιλούν οι τέχνες και οι καλλιτέχνες. Το συγκεκριμένο πρότζεκτ ης Άννας είχε πάρα πολύ κόπο. Πηγαινοερχόταν στην Φθιώτιδα συνέχεια για τρία, τέσσερα χρόνια. Αθόρυβα. Έψαχνε, φωτογράφιζε, έκανε έρευνα. Εμένα μου αρέσει πολύ η δουλειά της. Έχει το δικό της στυλ. Βγάζει μία ανατριχίλα. Και το κομμάτι του σχολιασμού των media είναι ανατριχιαστικό. Ο Τύπος που διαμορφώνει μετά και τις συνειδήσεις της κοινωνίας. Με εντυπωσίασε η επιμονή και η εμμονή της. Όταν άρχισε να ακολουθεί αυτό το φωτογραφικό όραμά της ήταν απίστευτο. Και δεν το έβαλε κάτω. Εύχομαι να εκτεθεί και να εκδοθεί, γιατί προσωπικά πιστεύω πολύ στα βιβλία», τονίζει ο σκηνοθέτης και θυμάται πώς ξεκίνησε αυτή η καλλιτεχνική συνομιλία:«Η Άννα διάβασε το σενάριο φιλικά με το που είχε ολοκληρωθεί. Κάποια στιγμή της ήρθε έμπνευση και μου είπε ότι της έδωσε μία ιδέα αυτό που διάβασε. Με ρώτησε αν μπορεί να κάνει κάτι που θα πηγαίνει κάπως παράλληλα με την ταινία. Και της είπα “με μεγάλη χαρά”, δεν το συζητούσα καν, εννοείται. Ξεκίνησε λοιπόν η Άννα, το εξέλιξε, ξέφυγε από το δικό μου πρότζεκτ της ταινίας κι έκανε κάτι άλλο. Ανακάλυψε δικά της πράγματα, καινούρια προσέγγιση πάνω στο ζήτημα έγκλημα, βία, άνθρωπος. Γεννήθηκε ένα καινούριο ολοκληρωμένο αυτόνομο έργο. Είναι σαν ένας διάλογος καλλιτεχνών, είναι μία συνομιλία δύο ανθρώπων που ξεκινούν από την ίδια αφετηρία, αλλά μετά το πράγμα διαφοροποιείται. Υπό μία έννοια θα μπορούσες να πεις ότι το θέμα πάνω κάτω είναι ίδιο, αλλά από διαφορετική οπτική γωνία».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Πέρα από τη βία η αφετηρία και των δύο είναι η επαρχία. «Σε εμένα η επαρχία υπάρχει πιο πολύ σαν ντεκόρ παρά ουσιαστικά. Είναι ένας καμβάς για να πω την ιστορία μου. Και η επιλογή του συγκεκριμένου σημείου, που είναι η Λαμία και τα πέριξ ήταν πιο πολύ για ανάγκες της παραγωγής. Είναι κοντά στην Αθήνα, είχαμε εύκολο κατάλυμα, είχαμε την υποστήριξη από την περιφέρεια. Είναι βέβαια και μια πόλη που μου άρεσε σαν φόντο. Δεν με πήγε όμως κάτι συγκεκριμένο εκεί», σημειώνει και προσθέτει:«Η επαρχία έχει μια μούρλα παραπάνω, έχει πιο κρυμμένα πάθη, πιο έντονα πάθη, είναι πιο κλειστή κοινωνία, δεν υπάρχουν μυστικά. Ξέρεις, αλλιώς εκφράζονται τα συναισθήματα, τα θέλω και οι επιθυμίες εκεί. Υπάρχει περισσότερη καταπίεση. Έχει άλλα χαρακτηριστικά από μία μεγάλη πόλη στην οποία χάνεσαι και είσαι πιο ανώνυμος, πώς να το κάνουμε…».Ακολουθεί το φωτογραφικό πρότζεκτ και τα κείμενα που το συνοδεύουν από την Άννα Μαρία Χατζηστεφάνου:Ένας ηλικιωμένος ερασιτέχνης ψαράς συναντά στην παραλία συγγενείς και φίλους του, οι οποίοι αστειεύονται και τον πειράζουν για τις ικανότητές του στο ψάρεμα. Εκείνος επιστρέφει στο σπίτι του, λίγα μέτρα πιο πάνω, παίρνει την καραμπίνα του, γυρίζει στην παραλία και πυροβολεί σκοτώνοντας ένα ζευγάρι και τραυματίζοντας άλλους δύο. Όταν φτάνει η αστυνομία έχει ταμπουρωθεί στο σπίτι του, αφού έχει προσπαθήσει να μπει στα γειτονικά σπίτια κυνηγώντας και τους υπόλοιπους. Συλλαμβάνεται, φυλακίζεται αλλά λόγω ηλικίας αποφυλακίζεται σύντομα. Λίγο πριν την αποφυλάκισή του άγνωστοι βάζουν φωτια στο σπίτι του. Εκείνος δεν επιστρέφει ποτέ στο μέρος αυτό.
Πρώτο έγκλημα: «Παίρνει την καραμπίνα του, γυρίζει στην παραλία και πυροβολεί»
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Δεύτερο έγκλημα: «Δίπλα στο πτώμα υπάρχει μια καραμπίνα, δημιουργώντας την εικόνα της αυτοκτονίας»
Τρίτο έγκλημα: «Ο δράστης μπήκε στο αυτοκίνητο του θύματος και φεύγοντας πέρασε πάνω από το πτώμα με τις ρόδες του αυτοκινήτου»
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
*H «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» θα προβάλλεται από 5 Μαρτίου αποκλειστικά στον κινηματογράφο Άστυ.
Περισσότερα από το VICEΟ Σύριος Ράφτης που Βρέθηκε Άδικα σε Ελληνική Φυλακή ως Διακινητής ΜεταναστώνΗ Έλλη Τρίγγου Θεωρεί το Μπέργκερ ΥπερεκτιμημένοBillie Supernatural: «Δεν Υπάρχει Κάτι πιο Sexy Από την Αυτοπεποίθηση»Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.