FYI.

This story is over 5 years old.

Stuff

Πήγα στο Μιλάνο να Παίξω Ελληνικά

Γιατί φτάνεις στα 30 και λες μέσα σου «γιατί όχι;».

Photo via Wikipedia

Σαν σήμερα μία εβδομάδα πριν, βρισκόμουν στο σταθμό των τρένων του Μιλάνου και έπινα ήσυχη ήσυχη το καπουτσίνο μου. Είχα μόλις φτάσει από την Αθήνα και αναλογιζόμουν όλες τις πιθανές εκβάσεις τις πρώτης μου βραδιάς στην πόλη όπου είχα κληθεί για να παίξω μουσική σε ένα πάρτυ.

Πριν λίγο καιρό έλαβα ένα ευγενέστατο μήνυμα στο Facebook που έλεγε «γεια σου Δάφνη…μπλα μπλα…είμαι ο φίλος της φίλης σου….μπλα μπλα….θα ήθελες να έρθεις Μιλάνο να παίξεις μουσική σε ένα party που διοργανώνω;». Το κοιτάζω ενώ είμαι στο γραφείο – δεν σας κρύβω ότι ήμουν έκπληκτη – και λέω το ΄ναι΄. Γιατί; Γιατί YOLO. Έπειτα από αρκετά skype και φεϊσμπουκομηνύματα και μία γνωριμία με το παιδί στο six dogs σε βραδιά που έπαιζα μουσική, συμφωνούμε ότι το εν λόγω πάρτυ θέλει χορό, cocktail-χιτς μιξαρισμένα, τραγούδια προηγούμενων δεκαετιών με έμφαση στα 80s και τα 90s, houseάκια εποχής Venue γιατί το ζήσαμε και αυτό και κάποια ελληνικά, καθώς το target group είναι φίλοι Έλληνες στο Μιλάνο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Μια λεπτομέρεια, εγώ δεν γνωρίζω τίποτα από σύγχρονη ελληνική μουσική. Τίποτα. Οι προτιμήσεις μου στην ελληνική μουσική περιορίζονται στο Μπιθικώτση, τη Λένα Πλάτωνος, την Αρλέτα και την Μπέλλου. Μάλιστα όσο έλειπα στην Αγγλία ποστάρανε και μιλάγανε όλοι για έναν Παντελίδη και εγώ δεν καταλάβαινα τι είναι αυτό. Ναι, «αυτό». Για την ακρίβεια τότε είχα κάνει και ένα πετυχημένο ποστ στο FB «τι είναι το παντελίδη;». Πλησιάζει λοιπόν το event και κάνω και με τη σειρά μου την απαραίτητη προετοιμασία. Κοινώς κατέβασα τόσα data που άνετα με κλείνανε μέσα. Μπαίνω στον συσωλήνα και βλέπω τις playlist με κάτι Πάολες, Βρεττούς, Οικονομόπουλους και άλλα λοιπά ελληνιστανικά ονόματα και αρχίζω και κατεβάζω. Ήσυχη μέσα μου ότι το έχω - σιγουράκι. Καθησυχάζω τον εαυτό μου αναλογιζόμενη την δωδεκαετή πλέον δισκοθετική μου καριέρα (sic) με το σκεπτικό ότι το πρώτο σκέλος του πάρτυ είναι εντός των δυνατοτήτων μου και ότι όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος «Δάφνη, Θα βάλεις και καμιά Άντζελα, κάνα Πανταζή και όσο προχωράμε αν είσαι τυχερή το γυρνάς σε πιο παλιά λαϊκά και ρεμπέτικα», λέω στον εαυτό μου. Κάτι λ.χ. σαν αυτό:

Λάθος, μέγα λάθος. Ο Έλληνας του εξωτερικού ή μάλλον ο κυριλέ Έλληνας του Μιλάνου θέλει να νιώσει ότι είναι στο Βig Apple στο Κολωνάκι (αυτή ήταν η τελευταία μου εμπειρία από «ποιοτικά» ελληνικά, για πάρτυ γάμου πήγα και ένα μπουκάλι Haig αργότερα έφυγα για το Mo Better) γιατί του λείπει αυτού του είδους η διασκέδαση και τα θέλει όλα. Θέλει το λαϊκό, θέλει το καινούριο, θέλει το έντεχνο (by the by από τους χειρότερους όρους ever για να περιγράψεις μία μουσική), θέλει το παραδοσιακό, αλλά θέλει και το ειρωνικό χιτάκι και φυσικά θέλει τόσο μα τόσο πολύ να λικνιστεί νωχελικά με τα χέρια ψηλά και το ουισκάκι ανα χείρας. Πράγμα που λανθασμένα πίστευα ότι μπορώ να κάνω, έχοντας την κρυφή ελπίδα ότι όλοι στο τέλος θα θέλουν να ακούσουν Seeds ή Who.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Για να επιστρέψω στην αφήγηση της εμπειρίας μου αυτής, κατά τις 20:00 κατευθυνόμαστε με τον μικρό θεούλη Θοδωρή που με κάλεσε στο πάρτυ. Στήνω τον εξοπλισμό μου, παραγγέλνω το πρώτο μου μοχίτο και ξεκινάω το πρόγραμμά μου. Όλα καλά στη αρχή, παίζω λίγο funk, λίγο swing, λίγο easy-listening μουσικές προορισμένες για aperitivo, λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου. Βλέπω κάτι κεφάλια να κουνιούνται, κάτι ποπούς να πηγαίνουν πέρα δώθε, τα ποτά να ρέουν (καλά αυτό δε σημαίνει και κάτι, το aperitivo είναι η χαρά του αλκοολικού παιδιού στο Μιλάνο) και καθησυχάζομαι ότι είναι όλα καλά και προχωράω έτσι. Σαν τη Σταχτομπούτα με το που πήγε η ώρα δώδεκα, μπαίνω στη ζώνη του λυκόφωτος και βιώνω την παράνοια. Και ξεκινάνε οι εξής ατάκες από τους παρευρισκόμενους:

Άτομο 5: Εεεεεε, τα ελληνικά πότε θα αρχίσουν; [Ποτέ.]

Άτομο 6: Μπορείς να βάλεις κάτι ανεβαστικό; [Το θέλεις σε γερανό ή αερόστατο;]

Άτομο 2: Tί είναι αυτές οι φλωριές; [Φλωριά είναι ο γιακάς σου ο σηκωμένος εν έτει 2014.]

Άτομο 16: Βάλε κάτι πιο λαϊκό. Κάνα Παντελίδη. Ξέρεις τώρα. [Όχι, δεν, ξέρω, όχι, δεν]

Άτομο 11: Κάτι σε νησιώτικο έχουμε; [Μισό λεπτό να κοιτάξω στην αποθήκη.]

Άτομο 18: Το πήγες πολύ βαριά. Βάλε κάτι πιο μοντέρνο και ποπ. [Που είναι το ποτό μου;]

Άτομο 9: Κάμια μαντινάδα έχουμε. Είμαι από την Κρήτη. [Και εγώ είμαι από το Μεσολόγγι αλλά δε θα βάλω να ακούσουμε τραγούδια για τον Αη Συμιό.]

Άτομο 8236429: Βάλε αυτό και μετά το άλλο, και εκείνο αν μπορείς και μετά βάλε μου και εκείνο που μου αρέσει και αρέσει και στον Νίκο, Κώστα, Μήτσο… [Θες να μπεις να παίξεις; Δεν έχω πρόβλημα. Είμαι βολικό κορίτσι. Μην κρίνεις από το γυρισμένο μάτι που γυαλίζει.]

Για να μην μακρηγορώ, καταλαβαίνουμε όλοι πως κύλησαν οι επόμενες δύο ώρες. Ο Θοδωρής μου έφερνε μοχίτο και με ρώταγε αν είμαι καλά και εγώ με την σειρά μου, έπαιξα ό,τι περίπου πίστευα πως λειτουργεί για εκείνη την ώρα με την επίσης φιλικότατη συμβολή ενός πιτσιρικά που ακούει ελληνικά. Εντύπωση μου έκανε ότι όλα τα τραγούδια ξεκινούσαν μετά τα σαράντα με πενήντα-βάλε δευτερόλεπτα με αποτέλεσμα να τον έχω δίπλα μου να με καθοδηγεί και να μου λέει «του Παντελίδη το τάδε ξεκίνα το από το 48’’», ενώ στο κεφάλι μου έπαιζε Burzum.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter Facebook και Instagram.