FYI.

This story is over 5 years old.

News

Πως Μπορούμε να Σταματήσουμε τους Αστυνομικούς να Δέρνουν και να Σκοτώνουν Αθώους Πολίτες;

Και γιατί η πολιτεία δείχνει τέτοια ανοχή απέναντι στους βίαιους αστυνομικούς;
Molly Crabapple
Κείμενο Molly Crabapple

Ο ακτιβιστής Shawn Carrié από το κίνημα Occupy Wall Street πάντα ονειρευόταν να γίνει κλασικός πιανίστας. Και προς τα εκεί πήγαινε έχοντας πάρει υποτροφία για να σπουδάσει μουσική στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Όλα αυτά όμως άλλαξαν στις 17 Μαρτίου 2012, όταν στη διάρκεια διαδήλωσης στο πάρκο Zuccotti, ένας Νεοϋορκέζος αστυνομικός τράβηξε τον αντίχειρα του προς τα πίσω, τόσο πίσω μέχρι που τον έσπασε. Ακόμα έξι αστυνομικοί τον κλώτσησαν μέχρι που έβγαλε αίμα από τα αυτιά, σύμφωνα με τον Shawn. Μου είπε ότι ενώ τον κρατούσαν στο αστυνομικό τμήμα Midtown South Precinct, ένας αστυνομικός ονόματι Perez έσκισε το νάρθηκα που του είχε δώσει το νοσοκομείο για το δάκτυλο του και είπε: «Γαμημένοι Καταληψίες (Occupiers). Κάθε φορά που θα επιστρέφετε, θα τις τρώτε».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Shawn δεν θα παίξει ποτέ ξανά πιάνο σε επαγγελματικό επίπεδο.

Το Δεκέμβριο του 2013, η πόλη της Νέας Υόρκης πλήρωσε τον Shawn (του οποίου το πραγματικό όνομα είναι Shawn Schrader) 82.500 δολάρια στο πλαίσιο διακανονισμού που έγινε για να αποζημιωθεί για το ξύλο και τη σύλληψή του με ένα παλιό ένταλμα που αφορούσε ένα άλλο πρόσωπο με το όνομα Shawn Carrié. Όμως οι αστυνομικοί δεν έδωσαν δεκάρα. Ούτε και συνελήφθησαν όπως ίσως θα συνέβαινε με πολίτες που θα έσπαγαν τα δάκτυλα άλλων. Δεν παραδέχθηκαν ότι έκαναν κάτι κακό. Δεν υπέστησαν καμία απολύτως συνέπεια. Αντί αυτού, οι φορολογούμενοι της πόλης της Νέας Υόρκης επωμίστηκαν το κόστος.

Η επιτυχία της μήνυσης του Shawn θα μπορούσε να θεωρηθεί δεδομένη. Αλλά δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει τους μπάτσους που του επιτέθηκαν από το να επιτεθούν σε άλλους όταν μιλήσαμε στο σαλόνι του σπιτιού μου, τα ανοιχτόχρωμα μάτια του άστραψαν από θυμό. «Η δικαιοσύνη θα μπορούσε να είναι σαν εκείνη τη γραμμή που αφήνουν τα αεριωθούμενα στο ουρανό» είπε. «Δεν την έχω δει ποτέ».

Το πλήθος των μαύρων που έχουν δολοφονηθεί από την αστυνομία έκανε την Maryam Monalisa Gharavi να αποκαλέσει αυτούς τους τελευταίους μήνες «Το καλοκαίρι του Θανάτου» σε ένα δοκίμιο της στο New Inquiry με τίτλο  “The Killing Class” (Η Φονική Τάξη). Στη Νέα Υόρκη, η αστυνομία έπνιξε τον παππού Eric Garner. Στο Οχάιο, η αστυνομία πυροβόλησε τον John Crawford III σε ένα κατάστημα Walmart ενώ έλεγχε ένα αεροβόλο που πωλούνταν στο κατάστημα. Στη Λουιζιάνα ο Victor White III πέθανε από μυστηριώδες τραύμα που έγινε από πυροβολισμό ενώ ήταν δεμένος με χειροπέδες στο πίσω κάθισμα ενός περιπολικού. Στη Γιούτα, οι αστυνομικοί πυροβόλησαν τον λάτρη των κινουμένων σχεδίων Darrien Hunt  στην πλάτη, επιρρίπτοντας ευθύνες για το περιστατικό στο παιχνίδι-σπαθί που φορούσε με το κοστούμι του αγαπημένου του ήρωα. Το Φέργκιουσον στο Μιζούρι εξακολουθεί να διαδηλώνει κατά του αστυνομικού Darren Wilson που εκτέλεσε τον Mike Brown.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κάθε εβδομάδα, φαίνεται ότι συμβαίνει ένα περιστατικό κατά το οποίο η αστυνομία πνίγει, δέρνει ή συλλαμβάνει τους λάθος πολίτες. Σε μια περίπτωση που αποτυπώθηκε σε βίντεο, κλώτσησαν τον πωλητή φρούτων Jonathan Daza από τη Νέα Υόρκη στην πλάτη ενώ φορούσε χειροπέδες. Σε μια σπάνια κίνηση, το Αστυνομικό Τμήμα Νέας Υόρκης έθεσε σε διαθεσιμότητα τον Vincent Ciardiello, έναν αξιωματικό που εμπλέκεται στην επίθεση. Αλλά όπως οι αστυνομικοί που χτύπησαν τον Shawn Carrié, δεν του απαγγέλθηκε κατηγορία για επίθεση.

Στην Εβδομάδα Μόδας της Νέας Υόρκης, η Shiona Turini του Cosmopolitan έκανε εντύπωση φορώντας ένα T-shirt με τα ονόματα των μαύρων που έχουν δολοφονηθεί από την αστυνομία. Τα ονόματα των δολοφόνων τους είναι λιγότερο γνωστά. Σε μια χώρα όπου η καθημερινότητα ποινικοποιείται όλο και περισσότερο -ιδιαιτέρως στις πιο φτωχές κοινότητες- οι αστυνομικοί προστατεύονται από τις συνέπειες των πράξεών τους. Αντί να φυλακιστούν, μπορεί να τιμωρηθούν παίρνοντας δουλειά γραφείου.

«Είναι σχεδόν ανήκουστο, αστυνομικοί να συλλαμβάνονται και να καταδικάζονται για επιθέσεις που διέπραξαν εναντίον απλών πολιτών. Απλά δεν συμβαίνει ποτέ» μου είπε ο Scott Levy, δικηγόρος που διευθύνει το πρόγραμμα Fundamental Fairness Project στο Bronx Defenders.

«Οι μηχανισμοί που υπάρχουν εκτός του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης για να διασφαλίζουν την απόδοση ευθυνών -το συμβούλιο επανεξέτασης των καταγγελιών πολιτών (CCRB), το γραφείο εσωτερικών υποθέσεων και αστικών διαφορών- είναι αδιαφανείς, απαρχαιωμένοι και ευρέως αναποτελεσματικοί» είπε ο Levy. «Τα θύματα αστυνομικής βιαιότητας αποκόπτονται συστηματικά από τη διαδικασία και τα αμέτρητα εμπόδια που αντιμετωπίζουν, στην ουσία τους επικοινωνούν ένα διακριτικό αλλά σαφές μήνυμα: υποχώρησε και παράτα τα».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Αν και είναι ένας από τους λίγους πόρους που έχουν οι πολίτες, τα κατά τόπους γραφεία CCRB στην πραγματικότητα δεν μπορούν να επιβάλλουν τιμωρίες στους αστυνομικούς. Απλώς κάνουν συστάσεις για το πώς ένα τμήμα μπορεί και πρέπει να τιμωρεί τους αστυνομικούς του. Από τις 5.410 καταγγελίες που έγιναν στο CCRB στην πόλη της Νέας Υόρκης, τιμωρία επιβλήθηκε σε  μόλις 144 αστυνομικούς. «Τιμωρία» μπορεί να μη σημαίνει τίποτα άλλο παρά άδεια επί πληρωμή σε μερικές περιπτώσεις.

Οι εισαγγελείς που έχουν την εξουσία να απαγγέλλουν ποινικές ευθύνες στην αστυνομία όταν κακοποιούνται πολίτες, το κάνουν σπάνια.

«Οι Εισαγγελείς σε μεγάλο βαθμό αγνοούν τις κατηγορίες χρήσης υπερβολικής βίας από τους αστυνομικούς» είπε ο Levy. «Αν δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία για επίθεση από αστυνομικό -και μερικές φορές ακόμα κι όταν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία-ο ι εισαγγελείς σχεδόν πάντα αναγνωρίζουν στον αστυνομικό το πλεονέκτημα της αμφιβολίας και αποφεύγουν να ασκήσουν δίωξη, πλεονέκτημα που ποτέ δεν αναγνωρίζεται στους χιλιάδες απλούς ανθρώπους που σύρονται στο ποινικό δικαστικό σύστημα κάθε μέρα».

Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, μια και οι εισαγγελείς σε γενικές γραμμές θεωρούν τους εαυτούς του ως συνεργάτες των αστυνομικών.

Λαμβάνοντας υπόψη την ελάχιστη πιθανότητα δίωξης, οι υποσχέσεις των ερευνητικών τμημάτων μετά από κάθε δολοφονία που προσελκύει μεγάλη δημοσιότητα είναι σε γενικές γραμμές μηχανισμοί για να τραβήξει σε μάκρος η διαδικασία έως ότου ξεθυμάνει η οργή της κοινής γνώμης. Η πληγή, συλλογική και προσωπική, παραμένει.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Photo via Flickr user Mikael Miettinen

Το 2013,  ο Clinton Allen, ένας 25χρονος μαύρος δολοφονήθηκε από την αστυνομία του Ντάλας. Χτυπούσε το κουδούνι στην εξώπορτα του σπιτιού μιας φίλης του για να της ζητήσει να του επιστρέψει την τηλεόραση του, είπε αργότερα η οικογένειά του. Εκείνη τηλεφώνησε την Άμεση Δράση, καλώντας την αστυνομία. Σύμφωνα με μάρτυρα, είχε τα χέρια του ψηλά όταν ο αστυνομικός Clark Staller τον πυροβόλησε επτά φορές.

Ο Staller επέστρεψε στα καθήκοντά του, μετά από μόλις πέντε μέρες άδεια -πληρωμένες διακοπές με άλλα λόγια- και στη συνέχεια δικαστήριο αρνήθηκε να τον καταδικάσει.

Όπως οι περισσότεροι αστυνομικοί που σκοτώνουν έτσι και ο Staller ισχυρίστηκε ότι φοβήθηκε για τη ζωή του. Η αστυνομία του Ντάλας ισχυρίστηκε ψευδώς ότι ο Clinton ήταν φτιαγμένος με PCP (η τοξικολογική έκθεση ανέφερε πως μπορεί να είχε πάρει μέρες πριν οποιοδήποτε ναρκωτικό) και πως έπνιγε τον Staller (ισχυρισμό που έρχεται σε αντίθεση με αυτά που λέει ο αυτόπτης μάρτυρας). Αυτό είναι ρουτίνα. Μετά από περιστατικά πυροβολισμών από αστυνομικούς, τα τμήματα συχνά λένε στον Τύπο ότι ο ύποπτος όρμησε στην αστυνομία ή ότι οι αστυνομικοί νόμιζαν πως είχε όπλο, ακόμα κι αν το θύμα ήταν άοπλο, το έχουν χτυπήσει πισώπλατα ή είχε τα χέρια του αλυσοδεμένα.

«Δεν θα με εξέπληττε εάν είχαν εγχειρίδιο» μου είπε η Chaédria, η αδερφή του Clinton. «Η γλώσσα που χρησιμοποιούν, από το Φέργκιουσον μέχρι το Ντάλας, τη Νέα Υόρκη ως το Όκλαντ, εάν προσέξεις είναι πάντα η ίδια».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ενώ η αστυνομία ισχυρίζεται ότι τα στελέχη της πυροβολούν από φόβο, απαιτούν από τους πολίτες να έχουν την αυτοσυγκράτηση μοναχών. Παραμείνετε ακίνητοι, ενώ είστε δεμένοι με χειροπέδες, πνίγεστε ή χτυπάνε το κεφάλι σας στο τσιμέντο. Εάν δεν το κάνετε, και σας πυροβολήσουν, τότε εσείς φταίτε.

Μάλιστα, ενώ πολλά αστυνομικά τμήματα δίνουν πληροφορίες για πολίτες που συνελήφθησαν και οι οποίοι αργότερα αποδεικνύεται ότι είναι αθώοι, σε ένα 24ωρο από τη σύλληψή τους, οι ταυτότητες των δολοφόνων αστυνομικών κρατούνται μυστικές όσο το δυνατό περισσότερο.

Χρησιμοποιώντας τα δικά τους χρήματα για να πληρώσουν την υπηρεσία Open Record Requests, η Chaédria και η μητέρα της Colette Flanegan ανακάλυψαν ότι πριν από τη δολοφονία του Clinton, ο Staller βαρύνονταν ήδη με οκτώ κατηγορίες για υπέρμετρη άσκηση βίας. Επίσης είχε παραποιήσει μια αστυνομική έκθεση όταν προσπάθησε να χτυπήσει έναν ύποπτο που είχε δραπετεύσει με το περιπολικό του το 2011.

«Είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται για έναν απερίσκεπτο, επικίνδυνο άνδρα ο οποίος έκανε ακριβώς αυτό που υποδήλωνε η κλιμακούμενα κακή συμπεριφορά του: τελικά κατέληξε σε φόνο, όταν πυροβόλησε τον Clinton επτά φορές» μου είπε η Chaédria.

Εκείνη και η μητέρα της Colette Flanegan ίδρυσαν μία μη κερδοσκοπική οργάνωση που λέγεται Mothers Against Police Brutality (Μητέρες Εναντίον της Αστυνομικής Βιαιότητας) προκειμένου όπως λέει η ίδια η Chaédria «να βοηθήσουμε τις οικογένειες εκείνων που έπεσαν θύματα της αστυνομίας και να βάλουμε ένα τέλος στις πολιτικές και τις διαδικασίες επιβολής του νόμου που ενθαρρύνουν αυτά τα ζητήματα παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Στην καλύτερη περίπτωση, οι πόλεις προσφέρουν στις οικογένειες των θυμάτων χρήματα ως υποκατάστατο της δικαιοσύνης. Αλλά «τι είναι 900.000 δολάρια όταν έχει φύγει το παιδί σου;» αναρωτιέται η Chaédria. Τα χρήματα από τους διακανονισμούς προέρχονται από τους φορολογούμενους, όχι τους βίαιους αστυνομικούς ή τα αστυνομικά τμήματα που τους απασχολούν. Στην πόλη της Νέας Υόρκης, οι αποζημιώσεις για τις παράνομες επιδρομές του ντετέκτιβ Peter Valentine από το τμήμα του Μπρονξ, στοίχισαν σχεδόν 1,3 εκ. δολάρια. Στο μεταξύ ο Valentine εξακολουθεί να «υπηρετεί» την πόλη.

Εάν ένα θύμα δεχθεί διακανονισμό, ο αστυνομικός γενικά δεν παραδέχεται ότι έκανε παράβαση, που σημαίνει ότι η επίθεση η οποία κατέληξε σε οικονομικό συμβιβασμό δεν θα χρησιμοποιηθεί εις βάρος του εάν και όταν επιτεθεί σε άλλους. Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης της διαδηλώτριας Cecily McMillan, από το κίνημα Occupy Wall Street, ακούστηκε ότι ο αστυνομικός τον οποίο η γυναίκα κατηγορεί ότι την άρπαξε από το στήθος, είχε μαγνητοσκοπηθεί από κάμερα ασφαλείας να κλωτσάει έναν άνδρα. Η πόλη αποζημίωσε εξωδικαστικά το θύμα αλλά ο αστυνομικός δεν κατηγορήθηκε για τίποτα και τελικά ο δικαστής απαγόρευσε στον συνήγορο της McMillan να λέει την βίαιη ιστορία του.

Κανένας πολιτικός δεν πρόκειται να τα βάλει σοβαρά με την αστυνομία. Ακόμα και εκείνοι που ζητούν μεταρρυθμίσεις, όπως ο δήμαρχος της ΝέαςΥόρκης, Bill de Blasio, σε γενικές γραμμές αποτυγχάνουν να μειώσουν την αστυνομική βιαιότητα όταν βρίσκονται στην εξουσία. Οι πολιτικοί μπορεί να υποσχεθούν έρευνες. Μπορεί να πουν λόγια ευγένειας στις οικογένειες των θυμάτων. Αλλά ποτέ δεν θα αντιμετωπίσουν τους βίαιους αστυνομικούς με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζουν τους απλούς πολίτες, οι οποίοι διαπράττουν τα ίδια εγκλήματα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Αυτό εν μέρει συμβαίνει επειδή κανένας πολιτικός δεν θέλει να τον βλέπουν ως «μαλακό με το έγκλημα». Όμως υπάρχει κάτι πιο δηλητηριώδες στο παιχνίδι. Η ισχυρή επιθυμία για εξουσία. Όπως κανένας πρόεδρος δεν θέλει πραγματικά να περιορίσει τη δράση της κυβέρνησής του, έτσι και κανένας δήμαρχος δεν θέλει να παρεμποδίσει αυτό που ο πρώην δήμαρχος Νέας Υόρκης, Michael Bloomberg είχε κάποτε αποκαλέσει «ο στρατός» του.

Μερικές φορές μια επίθεση είναι τόσο βίαιη, παράλογη ή καλά τεκμηριωμένη για να μπορούν οι αρχές να την αγνοήσουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν στο σύστημα θα αποκαλέσουν τον δράστη ως κακό παράδειγμα. Όμως δεν είναι μόνο οι μπάτσοι που κλωτσάνε δεμένους με χειροπέδες πωλητές δρόμου. Δεν είναι μόνοι οι συνάδελφοί τους, που φωνάζαν «Σταματήστε να αντιστέκεστε στη σύλληψη!» και κλείνουν με τα σώματά τους τις τηλεοπτικές κάμερες για να μην καταγράψουν το περιστατικό. Είναι μια ολόκληρη κοινωνική δομή που βλέπει τη βία κατά των πολιτών ως κοινότυπη -σαν δικαίωμα του αστυνομικού- παρά ως παραλογισμό.

Οπότε τι θα έπρεπε να γίνει; Ρώτησα την Mariame Kaba, ιδρυτικό μέλος και διευθύντρια του πρότζεκτ Project NIA, μιας οργάνωσης που δουλεύει για να σταματήσει ο φυλακισμός της νεολαίας και προτείνει συμβούλια εξέτασης των καταγγελιών με μέλη εκλεγμένους πολίτες και αστυνομικούς καθώς επίσης κι ένα κίνημα για διεκδίκηση αποζημιώσεων λόγω βασανιστηρίων από την αστυνομία. Όμως πάνω από όλα χρειαζόμαστε κάτι πιο ριζοσπαστικό, πρόσθεσε.

«Προκειμένου να σταματήσει η αστυνομική βιαιότητα, πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε την κατάργηση της αστυνομίας» είπε. «Τουλάχιστον, θα πρέπει να εργαστούμε για να βγάλουμε τους μπάτσους “από το μυαλό και την καρδιά μας”. Ως άτομα και κοινότητες, πρέπει να ξεμάθουμε να φοβόμαστε την αστυνομία και επίσης να μειώσουμε την εξάρτησή μας από αυτούς».

Αν και πολλοί απορρίπτουν αυτού του είδους το σκεπτικό ως ονειρικό, είναι πολύ πιο λογικό από έναν πληθυσμό παθητικό απέναντι σε μια αστυνομία που συνεχώς δολοφονεί μαύρους.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter Facebook και Instagram.