FYI.

This story is over 5 years old.

Ρεπορτάζ

Ένα Οδοιπορικό στη Σρεμπρένιτσα, την Πόλη που Εξόντωσε ο Ράτκο Μλάντιτς

Ο αρχηγός των σερβικών δυνάμεων της Βοσνίας καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, απ' το Διεθνές Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία.
Κείμενο Petra Živić
Stefan Veselinovic
Κείμενο Stefan Veselinovic
To μνημείο στο Ποτοτσάρι.

UPDATE_23/11/2017: Ο Ράτκο Μλάντιτς, αρχηγός των σερβικών δυνάμεων της Βοσνίας, κρίθηκε ένοχος για γενοκτονία και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας κατά τον πόλεμο της Βοσνίας, από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Όπως έκρινε το δικαστήριο, ο Μλάντιτς υπήρξε μέλος μίας «κοινής εγκληματικής επιχείρησης» που είχε ως σκοπό τη δίωξη των μη Σέρβων στη Βοσνία.

Ο Ράτκο Μλάντιτς είχε την πρόθεση της εξόντωσης του μουσουλμανικού πληθυσμού της Σρεμπρένιτσα και συνέβαλε σημαντικά στη γενοκτονία στη Σρεμπρένιτσα με τις σφαγές του 1995. Επίσης, είχε ρόλο κλειδί στα εγκλήματα πολέμου στο Σαράγεβο και διηύθυνε «προσωπικά» την επιχείρηση βομβαρδισμού της πρωτεύουσας της Βοσνίας, σύμφωνα με την απόφαση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

To άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE Serbia.

Ήταν 11 Ιουλίου του 1995, λίγους μήνες πριν τελειώσει ο πόλεμος στη Βοσνία, όταν Σερβοβοσνιακές δυνάμεις, υπό την καθοδήγηση του Ράτκο Μλάντιτς, προσέγγισαν την πόλη Σρεμπρένιτσα -μουσουλμανική πόλη, την οποία τα Ηνωμένα Έθνη είχαν ορίσει ως ασφαλές καταφύγιο- και προέβησαν στη σφαγή 8.000 ανδρών και αγοριών. Πράξη η οποία θεωρήθηκε ως η χειρότερη θηριωδία που έχει λάβει χώρα σε ευρωπαϊκό έδαφος από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Τότε, ήμασταν πιτσιρίκια και ζούσαμε στην άλλη άκρη της Σερβίας. Παρόλα αυτά, οι απόψεις μας πάνω στο συγκεκριμένο θέμα δεν είναι ξεκάθαρες. Μεγαλώνοντας, η τηλεόραση και το ραδιόφωνο μετέδιδαν μισές πληροφορίες αναμειγμένες με μια θορυβώδη πολιτική προπαγάνδα σχετικά με το τι πραγματικά συνέβη εκείνη τη φρικτή ημέρα.

Αποφασίσαμε να επισκεφθούμε τη Σρεμπρένιτσα, λίγο πριν την 20ή επέτειο της σφαγής, ώστε να αποφύγουμε τους δημοσιογράφους που θα κατακλύσουν την περιοχή και να αισθανθούμε τον παλμό της πόλης σε μια απλή μέρα. Γνωρίζαμε πως θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποφύγουμε τις πολιτικές συζητήσεις όταν θα φθάναμε εκεί. Ειδικά, αν αναλογιστείς πως την ημέρα που φτάσαμε συνελήφθη, στην Ελβετία, ένας Βόσνιος στρατιωτικός.

Το βασικό ερώτημα που μας οδήγησε μέχρι εκεί ήταν το εξής: Ποιοι είναι οι άνθρωποι της Σρεμπρένιτσα;

H Σρεμπρένιτσα απέχει περίπου 168 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα της Σερβίας, το Βελιγράδι. Όμως, για κάποιον περίεργο λόγο, δεν μπορέσαμε να βρούμε ούτε έναν άνθρωπο που να μπορεί να μας πει πόση ώρα θα μας έπαιρνε για να φθάσουμε εκεί. Ήταν λες και επρόκειτο για κάποιο απαγορευμένο μέρος, το οποίο οι άνθρωποι θέλουν απλά να ξεχάσουν. Αφού μιλήσαμε με κάποιους συναδέλφους δημοσιογράφους, που είτε είχαν επισκεφθεί τη πόλη είτε έμεναν σε αυτή κατά τη διάρκεια του πολέμου, ανακαλύψαμε πως κανείς από αυτούς δεν είχε επιστρέψει ξανά εκεί.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η αφέλειά μας, μας οδήγησε στη σκέψη πως το Google Maps θα μας βοηθούσε στους -δίχως σήμανση- σερβικούς δρόμους. Το ταξίδι τελικά κράτησε δύο ώρες παραπάνω από όσο θα έπρεπε. Μόλις φθάσαμε στη σερβική πλευρά των βοσνιακών συνόρων, η αστυνομία μάς κατέβασε από το αυτοκίνητο και μας ζήτησε να τους δείξουμε όλα μας τα προσωπικά υπάρχοντα.

«Είναι απλά ένας έλεγχος ρουτίνας», είπαν.

Οι αστυνομικοί μάς έψαξαν από την κορυφή μέχρι τα νύχια και μας ανάγκασαν να αδειάσουμε τις τσέπες και τις τσάντες μας. Μέτρησαν τα χρήματά μας και έλεγξαν σχολαστικά κάθε χαρτονόμισμα, ελέγχοντας αν κάποιο είναι πλαστό. Το ίδιο σχολαστικός ήταν και ο έλεγχος στο αμάξι μας.

Αφού όλα κύλησαν ομαλά, μας ευχήθηκαν καλή διαδρομή και μας άφησαν να συνεχίσουμε. Αφού περάσαμε τον Δρίνο, τον ποταμό που χωρίζει τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη με τη Σερβία, είχαμε την ελπίδα πως η αστυνομία στην άλλη πλευρά των συνόρων θα ήταν πιο εξυπηρετική. Κάναμε λάθος.

«Οι Σέρβοι συνάδελφοι μάς είπαν να ελέγξουμε το αυτοκίνητο», μας είπε ο συνοριοφύλακας σχεδόν γελώντας. Προφανώς επρόκειτο για ένα είδος τοπικού αστείου, μιας και μας άφησε να περάσουμε σχεδόν αμέσως. Ένας περίεργος τρόπος να μπεις σε μια άλλη χώρα.

Η πρώτη πόλη που περάσαμε ήταν το Μπράτουνατς, μια πόλη της οποίας ο πληθυσμός αποτελείται από Σερβοβόσνιους οι οποίοι μεταφέρθηκαν εκεί στα τέλη της δεκαετίας του '90, ώστε να αποφύγουν τις περιοχές που ήταν υπό την επίβλεψη της κυβέρνησης του Σαράγεβο. Η πόλη αυτή είχε γίνει ευρέως γνωστή από ένα προπαγανδιστικό βίντεο, στο οποίο ο στρατηγός Ράτκο Μλάντιτς -πρώην Σέρβοβόσνιος στρατιωτικός που κατηγορήθηκε για τη γενοκτονία και για άλλα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας- την παραδίδει ως δώρο στο σερβικό λαό.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Οι δρόμοι της Σρεμπρένιτσα.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας, πήραμε έναν άνθρωπο που μας έκανε οτοστόπ, ο οποίος πήγαινε επίσης στη Σρεμπρένιτσα και φάνηκε προβληματισμένος όταν του είπαμε πως πάμε και εμείς εκεί.

«Δεν υπάρχει τίποτα εκεί», είπε. «Τι ψάχνετε στη Σρεμπρένιτσα; Kάποιο μπαρ; Έχει δυο-τρία εκεί, αλλά εμείς πάμε στο Μπράτουνατς όταν θέλουμε να διασκεδάσουμε». Μετά από μερικά χιλιόμετρα, καταλάβαμε τι εννοούσε.

H Σρεμπρένιτσα ήταν ερημωμένη. Η παλιά αυτή πόλη ήταν σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι στις φωτογραφίες που είχαμε δει. Ουσιαστικά, η Σρεμπρένιτσα αποτελείται από έναν κεντρικό δρόμο και κάποια σπίτια που βρίσκονται στους λόφους. Αυτό είναι όλο.

Πριν τον πόλεμο, η πόλη είχε ζωή και στηριζόταν οικονομικά στον τουρισμό. Επίσης, είχε ορυχεία, μια βιομηχανική ζώνη και ένα spa, για το οποίο ήταν και ευρύτερα γνωστή. Σήμερα έχει τρία εργοστάσια, ένα σούπερ-μάρκετ, δύο στάβλους (στο σημείο που κάποτε υπήρχε μια ακμάζουσα βιολογική αγορά), κάποια γωνιακά μαγαζάκια και τρία πρακτορεία στοιχήματος και τζόγου. Υπάρχει μία και μοναδική τράπεζα, όπου μπορείς να μετατρέψεις τα χρήματα σου στο τοπικό νόμισμα. Ενώ, μόλις πριν έναν μήνα, έκλεισε ο μόνος φούρνος και το μοναδικό κρεοπωλείο που είχαν απομείνει.

«Δεν ξέρω αν το έχετε ακούσει αλλά, πλέον, έχουμε και μια καινούρια σχολή», μας είπε ο νέος μας φίλος. «Δεν έχω ιδέα ποιος σπουδάζει εκεί πάντως».

Όπου και να πηγαίναμε, ο κόσμος μάς κοιτούσε. Όχι με κακία. Ήταν βλέμματα απλής περιέργειας. Η Σρεμπρένιτσα μάς θύμισε την Ανατολική Σερβία, όπου μεγαλώσαμε. Νιώθαμε τόσο οικεία με την περιοχή, που ουσιαστικά ξεχάσαμε ότι περπατούσαμε στο ίδιο έδαφος που κάποια χρόνια πριν είχε λάβει χώρα μια μαζική δολοφονία. Οι τρύπες από τις σφαίρες στους τοίχους ήταν το μόνο που μας θύμιζε τι είχε συμβεί στην πόλη, πριν από δύο δεκαετίες. Υπάρχει ένα μνημείο αφιερωμένο στο γεγονός, το οποίο βρίσκεται σε ένα μέρος που λέγεται Ποτοτσάρι και βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα μακριά. Όμως, στη Σρεμπρένιτσα δεν υπάρχει ούτε ένα μνημείο που να θυμίζει τι είχε συμβεί. Αυτό προσεθετε μια επιπλέον δόση ουδετερότητας στην ήδη κενή πόλη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Υποθέτω πως εμείς οι ίδιοι είμαστε τα ζωντανά μνημεία», μας είπε ένας ντόπιος.

Τρύπες από σφαίρες, στους τοίχους των σπιτιών.

Αποφασίσαμε πως δεν θα είχε νόημα να μιλήσουμε με άτομα της τοπικής αυτοδιοίκησης και πολιτικούς. Πιστεύουμε πως δεν θα είχαν τίποτα να μας πουν, καμία δικαιολογία για το πώς η πόλη έχει μείνει σε αυτήν τη τραγική κατάσταση εδώ και χρόνια. Πώς θα μπορούσαν να εξηγήσουν το πού χάθηκαν όλα αυτά τα χρήματα που δόθηκαν από ανθρώπους από όλο τον κόσμο; Γιατί δεν χρησιμοποιήθηκαν ώστε να κλείσουν οι τρύπες από τις σφαίρες στους τοίχους; Αποφασίσαμε, λοιπόν, να μιλήσουμε με καθημερινούς ανθρώπους που θα βρίσκαμε στον δρόμο. Κάτι που ήταν αρκετά δύσκολο, αν σκεφτεί κανείς πως δεν κυκλοφορούσε κανείς στους δρόμους.

Συστηθήκαμε στον ιδιοκτήτη μιας καφετέριας, ο οποίος είχε μετακομίσει στην πόλη ακριβώς μετά τον πόλεμο. Μόλις έμαθε πως είμαστε δημοσιογράφοι, η διάθεση του άλλαξε απότομα. Από εκεί που ήταν αρκετά ήρεμος, πέρασε στο άλλο άκρο της (σχεδόν) υστερίας. Ήταν θυμωμένος και πληγωμένος. Έλεγε πως οι Σέρβοι είναι ηλίθιοι και πως δεν μπορούν να οργανωθούν σωστά ως έθνος.

Σε ένα άλλο μπαρ, συναντήσαμε έναν άνθρωπο, τον Μάρκους από την Ολλανδία. Μας είπε πως είναι ιδιοκτήτης ενός από τα εργοστάσια της πόλης. Απασχολεί 40 εργαζόμενους, μεταξύ των οποίων Σέρβοι και Βόσνιοι. Μας κέρασε καφέ και παγωτό. Πριν από έναν χρόνο, ο Μάρκους έφερε λίγη ζωή στην Σρεμπρένιτσα ανοίγοντας ένα εργοστάσιο κατασκευής πέλετ. Μας είπε για το πώς η Σέρβα γυναίκα του τον έπεισε να μετακομίσουν στην πόλη, όπου τους ακολούθησαν κάποιοι εργαζόμενοί τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Είχε μαθευτεί ότι είμαστε δημοσιογράφοι και όλοι ήθελαν να μάθουν σχετικά με τους σκοπούς μας αλλά και την γνώμη μας για την πόλη. Εμείς τους είπαμε πως η πόλη έμοιαζε λες και είχε μόλις εγκαταλειφθεί.

Ο ιδιοκτήτης της καφετέριας, ο Bato.

Με μια τέτοια κουβέντα, οι συζητήσεις στην Σρεμπρένιτσα μετατρέπονται σε πόλεμο.

«Αν οι δωρεές, που έγιναν, είχαν φθάσει στην πόλη και όχι στις τσέπες των πολιτικών, τότε η Σρεμπρένιτσα θα είχε φτιαχτεί», είπε ο Ντράγκαν, ένας από τους υπεύθυνους στο εργοστάσιο. «Είμαι εδώ για να ζησω τα παιδιά μου και να μαζεύω λεφτά ώστε να τα στείλω στο κολέγιο. Μόλις τα καταφέρω, θα φύγω κατευθείαν. Θα πουλήσω το σπίτι και θα φύγω».

Όταν δουλεύεις στη Σρεμπρένιτσα, οι διαφορές μεταξύ Σέρβων και Βόσνιων δεν υφίστανται. Όπως αναφέρουν και οι εργάτες, τα πράγματα είναι όπως ήταν πριν τον πόλεμο. «Δεν υπάρχουν πολλά να κάνεις εδώ. Όλοι έχουμε τα ίδια προβλήματα - ανεργία και έλλειψη χρημάτων. Δουλεύουμε όλοι μαζί», είπε ο Ντράγκαν.

Υπάλληλοι του εργοστασίου, στο διάλειμμα για το μεσημεριανό κολατσιό τους.

Ο Ντράγκαν, μας εξήγησε τι τον οδήγησε να παρατήσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου και να ενταχθεί στον σερβοβοσνιακό στρατό. «Είχα παρασυρθεί από όλα αυτά τα επικά σερβικά ποιήματα. Μιλούσαν για την αξία του να πολεμάς με θάρρος για όσα σου ανήκουν. Ακούγονταν πραγματικά όμορφα», παραδέχτηκε.

Πλέον, δουλεύει με τους ίδιους ανθρώπους που σημάδευε με το όπλο του, πριν κάποια χρόνια.

Την επόμενη μέρα, αποφασίσαμε να πάμε στο μνημείο του Ποτοτσάρι. Μόλις μπήκαμε, βρεθήκαμε μπροστά σε μια θάλασσα από λευκές ταφόπλακες. Περπατώντας ανάμεσά τους, σου έρχεται η επιθυμία να πεις κάτι. Όμως, η επιβλητική ησυχία που επικρατεί δεν σε αφήνει να αρθρώσεις λέξη. Το να διαβάζεις τα ονόματα στους τάφους είναι οδυνηρό. Για πρώτη φορά βλέπαμε μπροστά μας τα όσα ακούγαμε από την τηλεόραση, τόσα χρόνια.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Εκτός από εμάς και κάποιους καθαριστές, δεν υπήρχε κανείς εκεί, πέρα από μια κυρία μεγάλης ηλικίας. Μιλήσαμε λίγο μαζί της και μας είπε πως εδώ είχε χάσει τον γιο της και πέντε ξαδέρφια της. Όταν της είπαμε πως είμαστε δημοσιογράφοι και πως θα κάνουμε ένα θέμα για το μέρος, φάνηκε να συγκινείται.

Η πόλη της Σρεμπρένιτσα.

«Σας ευχαριστώ πολύ που ήρθατε. Με κάνατε χαρούμενη», μας είπε. Ακούγοντας την ιστορία της, νιώθαμε χάλια. Αλλά, συνεχίσαμε για να μπούμε σε ένα ειδικά κατασκευασμένο δωμάτιο, το οποίο είχε φτιαχτεί στο κτήριο ενός πρώην εργοστασίου μπαταριών. Στην είσοδο υπήρχε ένα βιβλίο επισκεπτών όπου έβλεπες, κυρίως, υπογραφές από Σέρβους. Εμείς γράψαμε απλά: «Ας μην αφήσουμε να συμβεί ξανά το ίδιο».

Κάναμε μια βόλτα και κοιτάξαμε τις φωτογραφίες στον τοίχο. Όλες, είχαν κάποιες σκληρές λέξεις στις λεζάντες τους, όπως «Γενοκτονία» και «Επιθετικότητα».

Φεύγοντας, ρίξαμε μια τελευταία ματιά στο βιβλίο των επισκεπτών. Κάποιος είχε γράψει «οφθαλμός αντί οφθαλμού», κάτω από το μήνυμά μας. Μείναμε έκπληκτοι. Πώς γίνεται κάποιος να βγάζει τόσο μίσος, μέσα σε ένα μνημείο που αντιπροσωπεύει όλες τις «άρρωστες» καταστάσεις που μπορούν να οδήγησαν σε αυτό;

Το να επισκέπτεσαι την Σρεμπρένιτσα, ως δημοσιογράφος, είναι πολύ περίεργο. Αισθάνεσαι λες και ενοχλείς τους πάντες. Υπάρχουν και τύψεις, επειδή είναι σαν να ξύνεις πληγές που δεν έχουν επουλωθεί ακόμη. Όμως, σύντομα καταλαβαίνεις πως οι κάτοικοι της είναι συνηθισμένοι σε αυτό, ιδιαίτερα όσο πλησιάζουν οι μέρες της μνήμης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Το μόνο μέρος όπου αισθάνεσαι πως κάτι συμβαίνει είναι το ξενοδοχείο, όπου μείναμε. Καθίσαμε παρέα με τον ιδιοκτήτη, τον Άβντο, ο οποίος ζει στην Σρεμπένιτσα όλη του τη ζωή.

Ο ιδιοκτήτης του hostel, o Άβντο.

«Είτε το πιστεύετε είτε όχι, είμαστε συνηθισμένοι άνθρωποι. Τα πάμε καλά με τους γείτονές μας και ζούμε κανονικά. Την ίδια στιγμή, όμως, τίποτα δεν είναι κανονικό εδώ. Η ανατολική Βοσνία είναι βουτηγμένη στη μιζέρια. Είναι πραγματικά λυπηρό. Για όλα αυτά, κατηγορώ τη Δημοκρατία της Σέρπεσκα αλλά και τη Μουσουλμανική-Κροατική Ομοσπονδία».

«Είμαι Βόσνιος, ζω στη Δημοκρατία της Σέρπεσκα και δεν αισθάνομαι ιδιαίτερα ασφαλής εδώ. Ένας άνθρωπος, στην Μπάνια Λούκα, συνελήφθη επειδή περπάτησε στο κέντρο της πόλης κρατώντας μια σημαία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Πώς θα πρέπει να αισθάνομαι όταν, για τους πυροβολισμούς στο αστυνομικό τμήμα του Ζβόρνικ, οι αστυνομικοί σταματούσαν αυτοκίνητα ψάχνοντας για Βόσνιους;».

Ο φόβος του για την εξουσία, μας ταξιδεύει πίσω στον χρόνο, σε ημερομηνίες κοντινές σε αυτές του Ιουλίου του 1995. Ο Άβντο ήταν μόλις δέκα χρονών τότε και ο πατέρας του ήταν ένας ευσεβής καθηγητής μαγειρικής στην περιοχή, αλλά και μέλος των Γιατρών χωρίς Σύνορα. Ήταν, επίσης, μέλος της ομάδας η οποία διαπραγματευόταν με τον Ράτκο Μλάντιτς.

Ο Άβντο, μας έδειξε ένα βίντεο του πατέρα του, από το Youtube, στο οποίο βρίσκεται μέσα στη βάση των Ηνωμένων Εθνών και το οποίο είχε βιντεοσκοπηθεί στις 11 Ιουλίου του 1995. Στο εν λόγω βίντεο, βλέπουμε τον πατέρα του να λέει στην κάμερα, ύστερα από απειλές και πίεση, πως οι Βόσνιοι ήταν ευγνώμονες, επειδή ο Μλάντιτς και ο στρατός του τους είχαν «σώσει» από Μουσουλμάνους τρομοκράτες. Ο Άβντο χαμογελούσε καθώς βλέπαμε το βίντεο.

«Με το που τελείωσε το βίντεο, του είπαν "άκου δάσκαλε, ήσουν πολύ καλός καθηγητής αλλά αυτό ίσως και να ήταν το τελευταίο σου μάθημα"».

Οι Σέρβοι της Σρεμπένιτσα έχουν μια διαφορετική οπτική πάνω στο θέμα. Η ταμπέλα «Γενοκτονία», του φαίνεται υπερβολική. Όμως, κανείς δεν αρνείται το γεγονός πως χωρίστηκαν οι άνδρες και τα αγόρια από τις οικογένειες τους και πως εκτελέστηκαν. Αυτό με το οποίο διαφωνούν είναι οι αριθμοί. «Οι Βόσνιοι μετέφεραν πτώματα από όλη την Βοσνία και τα έθαψαν εδώ, για να φανεί ότι είμαστε ένα έθνος που προέβη σε γενοκτονία», είχε πει ο Ντράγκαν νωρίτερα στο εργοστάσιο.

Οι Σέρβοι δεν αρνούνται το γεγονός πως η Σρεμπένιτσα ήταν έγκλημα πολέμου. Όμως, αισθάνονται αδικημένοι που κάθε χρόνο τα μάτια όλου του κόσμου στρέφονται στο Ποτοτσάρι και τη Σρεμπένιτσα κι όχι στο Μπράτουνατς, όπου έλαβε χώρα η σφαγή Σέρβων, το 1992. Η γενικότερη αντίληψη των Σέρβων είναι πως οι Βόσνιοι προστατεύονται υπερβολικά και έχουν περισσότερα δικαιώματα από αυτούς. Ακόμη και ο δήμαρχος της Σρεμπένιτσα είναι Βόσνιος, αν και οι περισσότεροι Βόσνιοι φαίνεται να μη θέλουν πραγματικά να ζουν εκεί.

Έχοντας περάσει κάποιον χρόνο στην πόλη, δεν μπορέσαμε να σκεφτούμε κάποια λύση για τον διχασμό και το μίσος που υπάρχει στην ευρύτερη περιοχή. Τίποτα δεν δείχνει, επίσης, πώς θα βρεθεί σύντομα μία τέτοια λύση. Ο πόλεμος και οι πληγές του είναι ακόμη ορατές στην Σρεμπένιτσα. Ίσως αυτό να συμβαίνει επειδή, όταν οι άνθρωποι εδώ μιλάνε για την πόλη τους, συνήθως αναφέρονται στα πολιτικά. Ο πόλεμος έχει φέρει τον διχασμό και το μικρό μέρος της πόλης, που είναι ακόμη ζωντανό, μάλλον μια μέρα θα καταστραφεί κι αυτό, λόγω των πολιτικών διαμαχών.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.