fylaki-03
Εικονογράφηση: Παναγιώτης Πανταζής
Δικαιώματα

«Είδα Όλη μου την Ιστορία σε Flashback» - Ένας Πρώην Κρατούμενος Περιγράφει τις Τελευταίες Στιγμές στη Φυλακή

«Στη φυλακή μπαίνεις σε survival mode και είναι πολύ δύσκολο να βγεις απ’ αυτό. Μετά σκέφτεσαι ότι επιστρέφεις στη ''φυσιολογική'' ζωή. Αλλά τι είναι πια φυσιολογικό για σένα μετά τον εγκλεισμό»;

«Μόλις έμαθα ότι βγαίνω, ήμουν σε έναν “πυρετό”, σε μια βιασύνη. Δεν ήξερα τι να πρωτοκάνω. Στους συγκελίτες μου άφησα πάρα πολλά πράγματα, σχεδόν όλα. Δεν ήθελα να πάρω τίποτα μαζί μου, το μόνο που με ένοιαζε ήταν να φύγω.

»Έγιναν όλα πάρα πολύ γρήγορα. Μου λένε “έχεις δέκα λεπτά, ετοιμάσου μέχρι να έρθει ο υπάλληλος να σε πάρει’’. Μέσα σε τρία λεπτά ήμουν έτοιμος. Θυμάμαι να παίρνω μια τσάντα που είχα και να βάζω μέσα μόνο δύο αλλαξιές, και τα πιο σημαντικά πράγματα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ήθελα να βγω αμέσως απ’ το κελί. Τα παιδιά με χαιρετούσαν, με αγκάλιαζαν, μου εύχονταν “καλή κοινωνία’’. Εγώ, όμως, ήμουν σε άλλο κόσμο. Τους χαιρετούσα όλους στον αυτόματο πιλότο. Απλώς ήθελα να την κάνω».

Flash-back τέσσερα χρόνια πριν, στη στιγμή της σύλληψης του Μ., μέσα σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο:

«Με έπιασαν στο πεντάστερο ξενοδοχείο που έμενα, το 2013. Ο υπεύθυνος ειδοποίησε την αστυνομία. Όταν ο αστυνομικός με έριξε κάτω και με ακινητοποίησε, θυμάμαι να σκέφτομαι “ΟΚ, κουλ. Όλα σταματάνε εδώ’’. Στο μυαλό μου είχα ήδη καταδικαστεί. Το περίμενα, ήξερα ότι κάποια στιγμή θα με έπιαναν, επειδή όλα έχουν ένα τίμημα».

Ο Μ., 32, ετών είχε πολύ σημαντικές γνώσεις πληροφορικής και hacking. Από τη Σομαλία έφτασε στην Ελλάδα με τον γνωστό δύσκολο τρόπο, μέσα από μια διαδρομή όλο εμπόδια. Στην Ελλάδα ζούσε ένα διάστημα ως άστεγος. Τότε κατέφυγε στην παρανομία, χρησιμοποιώντας τις εξαιρετικά υψηλές τεχνολογικές του δεξιότητες.

Υπέκλεπτε στοιχεία πιστωτικών καρτών και τις αντέγραφε, δημιουργούσε «κλώνους», μια απάτη γνωστή ως “credit card cloning”. Ξεκίνησε λέγοντας στον εαυτό του ότι θα το κάνει όσο χρειαστεί, για να φύγει από τον δρόμο. Όπως μου λέει, όμως, ποτέ δεν λειτουργεί έτσι.

«Ήταν εύκολο χρήμα. Δεν έδινα σημασία στη φωνή μέσα μου που έλεγε ότι θα με πιάσουν. Ξέφυγα απ’ την αστεγία και μετά ήμουν στα πεντάστερα ξενοδοχεία. Όταν γίνει αυτή η μετάβαση τόσο γρήγορα δεν σταματάς, για κανένα λόγο».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Μ. καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια κάθειρξη και οδηγήθηκε αρχικά στις φυλακές του Κορυδαλλού και στη συνέχεια στη Νιγρίτα Σερρών, αφού πέρασε ως προφυλακισμένος τέσσερις βασανιστικούς μήνες, στα κρατητήρια πολλών διαφορετικών αστυνομικών τμημάτων. Στο Α.Τ. Ομονοίας κοιμόταν με πάνω από 60 άτομα σε έναν πάρα πολύ μικρό χώρο και επί τέσσερις μήνες δεν είχε κάνει ούτε ένα φυσιολογικό μπάνιο.

«Με πήγαν στη φυλακή και ήταν σαν να αποφυλακίστηκα ένα πράγμα, όσο τρελό κι αν ακούγεται». Όπως είχε πει κι ένας κατάδικος, κανείς δεν ζει τη φυλακή με τον ίδιο τρόπο. Στον εγκλεισμό δεν υπάρχουν δύο ίδιες εμπειρίες.

«Η φυλακή είναι σαν ένα παιχνίδι που ξεκινάς με επίπεδο δυσκολίας 1 και όσο προχωράς το πράγμα δυσκολεύει, μέχρι που τερματίζεις. Πρέπει να μπορείς να συνυπάρξεις και να είσαι ένα ΟΚ άτομο μέσα στη ζούγκλα, πάντα σε επιφυλακή. Τη μία μέρα νιώθεις ότι θες να πεθάνεις και την άλλη είσαι χαρούμενος, χωρίς να ξέρεις γιατί».   

Flash-forward τέσσερα χρόνια μετά στη στιγμή της αποφυλάκισης του Μ:

Μπορεί να γνώριζε ότι πλησιάζει η ώρα να αφεθεί ελεύθερος αλλά δεν ήξερε πότε ακριβώς θα συνέβαινε αυτό. Αν περιμένετε ότι του ανακοίνωσαν μια συγκεκριμένη ημερομηνία και μετά ζούσε τις μέρες του στη φυλακή περιμένοντας εκείνη την Τετάρτη, για παράδειγμα, κάνετε λάθος. Ξαφνικά, μια μέρα ήρθαν και του είπαν «έχεις δέκα λεπτά να ετοιμαστείς, βγαίνεις».

Σε αυτά τα δέκα λεπτά και στη διαδρομή που ακολούθησε από τη φυλακή στο κρατητήριο, χωρίς χειροπέδες όμως αυτήν τη φορά, ήταν σαν να είχε βγει απ’ το σώμα του και παρατηρούσε τον εαυτό του. Σκεφτόταν τα πάντα και τίποτα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η δική του περίπτωση είναι ιδιαίτερη. Για εκείνον, όλα θα άρχιζαν και θα τελείωναν στο κρατητήριο, όπου θα παρέμενε μέχρι να περάσει απ’ την Υπηρεσία Ασύλου. Εξέτισε την ποινή του και πέρασε μια ακόμη βδομάδα «φυλακισμένος» στο κρατητήριο. Αυτό ήταν το χειρότερο διάστημα για τον ίδιο, όπως λέει, επειδή δεν έβλεπε μια ξεκάθαρη γραμμή τερματισμού.

«Είναι σαν να γυρνάς σε κάτι που δεν ξέρεις τι είναι»

Ζητήσαμε από τον Μ. να μας περιγράψει τις τελευταίες του στιγμές στη φυλακή, όλα όσα περνάνε απ’ το μυαλό ενός φυλακισμένου όταν του ανακοινώνουν ότι ξαναπαίρνει την ελευθερία του πίσω και να μας μιλήσει για την ανώμαλη προσγείωση στην κανονικότητα που, όπως λέει, είναι με διαφορά η πιο δύσκολη πίστα.

«Όταν μου ανακοίνωσαν ότι βγαίνω, δεν ήξερα τι να νιώσω, τα συναισθήματα ήταν ανακατεμένα. Σταματάει ένας κύκλος της ζωής μου, που καλώς ή κακώς κράτησε κάποια χρόνια. Αμέσως ξεκινάει ένας άλλος κύκλος. Τελειώνεις με τη φυλακή κι επιστρέφεις στην πραγματικότητα. Αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι.

»Είναι σαν να γυρνάς σε κάτι που δεν ξέρεις τι είναι. Επιστρέφεις στη “φυσιολογική” ζωή, αλλά τι είναι πια φυσιολογικό για σένα, μετά τη φυλακή; Δεν γνωρίζεις πια τι είναι το normal. Εγώ προσωπικά δεν είχα και κάτι να με περιμένει. Ακόμα όμως και να είχα, δεν ήμουν πια το ίδιο άτομο. Δεν μπορώ να εξηγήσω αυτό το συναίσθημα. Είναι πολλά πράγματα μαζί και ταυτόχρονα τίποτα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

»Σκέφτομαι ότι θέλω να βγω, να περπατήσω, να τρέξω, να έχω την ελευθερία μου. Σκέφτομαι ότι θα ξυπνάω κι ότι αμέσως θα μπορώ να φύγω απ’ το σπίτι, θα μπορώ να πάρω καφέ απ’ έξω. Δεν θα μου λέει κάποιος τι ώρα πρέπει να κάνω το καθετί, τι ώρα πρέπει να πάω για ύπνο. Απ’ την άλλη, δεν είχα τίποτα στο οποίο μπορούσα ή ήθελα να επιστρέψω.

»Όταν σου λένε ότι αποφυλακίζεσαι, είναι σαν να μην το πιστεύεις, αλλά το ζεις ταυτόχρονα. Μου έδωσαν το αποφυλακιστήριο και μετά επειδή είχα κάποια θέματα με τα χαρτιά μου, έπρεπε να με πάνε στο αστυνομικό τμήμα στις Σέρρες. Σκεφτόμουν ότι πρέπει πρώτα να ξεμπερδέψω οριστικά και μετά να αφήσω τον εαυτό μου να πιστέψει ότι θα είμαι ελεύθερος και να το γιορτάσω στο μυαλό μου.

»Μόλις έμαθα ότι φεύγω, ήμουν σε έναν “πυρετό”, σε μια βιασύνη. Δεν ήξερα τι να πρωτοκάνω. Στους συγκελίτες μου, άφησα πάρα πολλά πράγματα, σχεδόν όλα. Δεν ήθελα να πάρω τίποτα μαζί μου, το μόνο που με ένοιαζε να βγω.

Όλα κύλησαν πάρα πολύ γρήγορα. Οι συγκελίτες μου είχαν πέσει πάνω μου, με χαιρετούσαν, εγώ δεν επικοινωνούσα. Ήρθε ο υπάλληλος και μου λέει “Έτοιμος; Φεύγεις”. Έσπρωξα την πόρτα του κελιού για να βγω. “Εντάξει, ηρέμησε, θα φύγεις”, μου λέει.

»Βγαίνουμε σε έναν μεγάλο διάδρομο και περνάμε από πολλές πτέρυγες, είδα και κάποια άλλα παιδιά που αποφυλακίζονταν. Πάω στον αρχιφύλακα για να μου δώσει τα χαρτιά μου και μου λέει ότι πρέπει να περάσω απ’ το λογιστήριο να πάρω κάποια χρήματα που είχα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

»Γινόταν όλη αυτή η διαδικασία και ήμουν στον αυτόματο. Δεν άκουγα. Ήταν όλα μηχανικά. Βγαίνω στον εξωτερικό χώρο της φυλακής και περιμένει ένα βανάκι να μας παραλάβει, εμάς που έπρεπε να πάμε στο αστυνομικό τμήμα, κυρίως παιδιά από αραβικές χώρες».

Τη στιγμή που αποφυλακιζόμουν, σκεφτόμουν αν άξιζε όλο αυτό.

«Βγαίνω έξω χωρίς χειροπέδες, χωρίς ΤΙΠΟΤΑ και κάθομαι στο βανάκι. Ρωτάω τον αστυνομικό αν μπορώ να κάνω ένα τσιγάρο. Του γυρνάω πλάτη, καπνίζω και βλέπω απέναντι τα βουνά - δεν είναι ψηλός ο φράκτης. Απλά, χαζεύω. Κάνω το τσιγάρο και περπατάω, μέχρι που μου λένε “πάμε”.

»Αυτό το βανάκι ήταν κανονικό, δεν ήταν το Μεταγωγών που είναι όλο κλειστό κι έχεις ένα μικρό παραθυράκι να παίρνεις αέρα. Έβλεπα τι γίνεται έξω. Το θυμάμαι σαν τώρα. Στη διαδρομή μού ήρθε αναγούλα, γιατί είχα πάρα πολύ καιρό να μπω σε αμάξι. Ήταν πολύ περίεργο. Καθόμουν και κοίταζα έξω απ’ το παράθυρο κι ήταν τόσο ωραία, παρόλο που δεν ένιωθα καλά. Έβλεπα κόσμο, παιδιά, αμάξια.

»Όλα μου φαίνονταν “καινούρια”. Τότε ήταν που συνειδητοποίησα πραγματικά ότι τελικά όλο αυτό, η ελευθερία σου, αξίζει περισσότερο απ’ οτιδήποτε. Να έχεις την πρωτοβουλία να κάνεις αυτό που θες, όταν το θες. Είδα όλη μου την ιστορία σε flashback.

»Προσπάθησα να σκεφτώ τη στιγμή που αποφυλακιζόμουν, αν τελικά άξιζε όλο αυτό που πέρασα. Η απάντηση ήταν “όχι, σε καμία περίπτωση, δεν άξιζε”. Οι αστυνομικοί γελούσαν, μας ρωτούσαν αν θα ξανακάνουμε μαλακία και θα επιστρέψουμε στη φυλακή. Σκέφτηκα, “τι να τους λέω τώρα”!

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

»Φτάνουμε στο αστυνομικό τμήμα. Μας παίρνουν τα πράγματα που είχαμε μαζί μας, το κινητό, που εγώ δεν το είχα ανοίξει ακόμα. Μας βάζουν στο κρατητήριο. Ο καθένας κοιμάται όπου να ‘ναι. Μαθημένος εγώ, πιάνω μια γωνία. Μας λένε ότι θα έρθουν τις επόμενες μέρες απ’ την Υπηρεσία Ασύλου».

Το πρώτο σουβλάκι και η ρουτίνα του κρατητηρίου

«Η πρώτη μου ερώτηση στους αστυνομικούς ήταν αν μπορώ να παραγγείλω φαγητό. Ήξερα ότι θα βγω απ’ το κρατητήριο σε κάποιες μέρες. Εκείνη τη στιγμή το θέμα μου πραγματικά ήταν να φάω ένα σουβλάκι, όσο τρελό κι αν ακούγεται. Μου απάντησε “ναι, μήπως να σου φέρω και κατάλογο;’’. Νόμιζα ότι με ειρωνευόταν. Όμως, όχι. Μου λέει “έχουμε και κινέζικο εδώ στο χωριό’’. Παράγγειλα δύο σουβλάκια, πατάτες, σαλάτα και διάφορα για τα άλλα παιδιά στο κρατητήριο που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα.

»Μετά, ξεκίνησε η νέα ρουτίνα στο κρατητήριο. Η μία βδομάδα που πέρασα στο αστυνομικό τμήμα ήταν η χειρότερη, επειδή δεν είχα ένα deadline. Δεν είναι όπως με την ποινή σου που υπολογίζεις πόσα χρόνια και πόσες μέρες. Είναι μέχρι να σε θυμηθούν και να σου πουν “φεύγεις”.

»Γενικά δεν είμαι υπομονετικός άνθρωπος, αλλά προσπαθούσα να σκεφτώ ότι “ΟΚ, κάποια στιγμή θα βγω”. Απλώς καθόμουν και περίμενα. Δεν υπήρχε κάτι άλλο. Δεν υπήρχε προαύλιο να βγω, να περπατήσω, να τρέξω, να κάνω κάτι. Ήμασταν οκτώ άτομα, σε έναν πολύ μικρό χώρο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

»Σε σχέση με την αρχή στο κρατητήριο στην Ομόνοια, που ήμασταν πάνω από 60 άτομα σε λιγότερα από 30 τετραγωνικά, αυτό δεν ήταν τίποτα. Ήταν ένα παιχνίδι αναμονής. Με κράτησαν μια βδομάδα για να κάνουν εξακρίβωση ότι είμαι απ’ τη Σομαλία, να μου δώσουν κάποια χαρτιά, να μου πουν πού θα δίνω το παρών. Λόγω της καταγωγής μου δεν μπορούσαν να μου κάνουν απέλαση».

Τις πρώτες μέρες έξω ήταν σαν να ήμουν σε ζωντανό όνειρο.

«Μόλις με άφησαν, με πήρε ένας φίλος μου απ’ το κρατητήριο και πήγαμε να φάμε, αλλά εγώ δεν επικοινωνούσα. Τις πρώτες στιγμές εκτός φυλακής όλα μού έμοιαζαν μη πραγματικά. Ήταν σαν να ήμουν σε ένα συνειδητό, ζωντανό όνειρο, σε ένα lucid dream.

»Σαν να ήμουν έξω απ’ το σώμα μου και να παρατηρούσα τον εαυτό μου. Στη φυλακή ήμουν μόνος μου στον μικρόκοσμο που είχα χτίσει. Και βγαίνω απ’ αυτό και σκέφτομαι τι γίνεται τώρα. Αυτό με τα φανάρια, που λένε όλοι, ισχύει. Δεν μπορείς να συνειδητοποιήσεις ότι πρέπει να σταματήσεις και να περιμένεις για να περάσεις. Αυτό όμως είναι το λιγότερο».

Δεν μπορώ να ξεχάσω, να πω ότι η φυλακή ήταν ένα κεφάλαιο που έκλεισε.

«Το πιο σημαντικό είναι ότι στη φυλακή μπαίνεις σε survival mode και είναι πολύ δύσκολο να βγεις απ’ αυτό. Μετά από τόσα χρόνια, ακόμα και σήμερα, παλεύω με αυτό και κάποια στιγμή θα ξεκινήσω και θεραπεία. Το μυαλό έχει μάθει πάντα να περιμένει το χειρότερο σενάριο.

»Με τη δουλειά μου τώρα έχω τον έλεγχο της ζωής μου, αλλά ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω. Αυτήν τη στιγμή μπορεί η δουλειά μου στο trading να πηγαίνει καλά –μου έχει να τύχει να πάρω payout 12.000 ευρώ σε 15 μέρες– αλλά δεν μπορώ να χαρώ τίποτα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

»Δεν μπορώ να ξεχάσω, δεν μπορώ να πω πραγματικά ότι η φυλακή ήταν ένα κεφάλαιο που έκλεισε. Το να προχωρήσεις είναι το πιο δύσκολο πράγμα μετά από αυτή την εμπειρία. Εμένα προσωπικά αυτό που με δυσκόλεψε είναι το μετά, η συναναστροφή με τους ανθρώπους. Προσπαθώ πολύ να μην είμαι τόσο καχύποπτος με τους άλλους, διότι αυτό επηρεάζει κάθε πλευρά της ζωής μου. Πάντα ψάχνω το κακό και ό,τι ψάχνεις θα το βρεις.

»Μερικές φορές μου έχει τύχει να πω ότι η ζωή ήταν πιο απλή εκεί μέσα. Μες στο μυαλό μου τα πράγματα ήταν συγκεκριμένα. Ήξερα ότι ξυπνούσα το πρωί και είχα να κάνω κάποια πράγματα. Οι ανθρώπινες σχέσεις έξω είναι περίπλοκες και δύσκολες να τις διατηρήσεις. Πολλές φορές αποφεύγω να βγαίνω έξω, παρόλο που είμαι και DJ. Μερικές φορές, θέλω να είμαι στον δικό μου κόσμο. Η φυλακή μού έχει αφήσει ένα κοινωνικό άγχος, κυρίως με ανθρώπους που δεν γνωρίζω καλά.

»Στη ζωή μου έφτασα απ’ το μηδέν στο εκατό πολύ γρήγορα. Αποφυλακίστηκα το 2017. Ακόμα και σήμερα, έχω ένα μόνιμο άγχος και δεν μπορώ να χαρώ τίποτα. Δεν έχω ξεπεράσει το παρελθόν της φυλακής. Είμαι σπίτι μου και κλειδώνω τις πόρτες μέρα μεσημέρι. Λέω στον εαυτό μου “χαλάρωσε, έστω για ένα λεπτό”. Είμαι πάντα έτοιμος να συμβεί το χειρότερο, πάντα λειτουργεί ο μηχανισμός μάχης ή φυγής, ο τρόπος που έμαθα να ανταπεξέρχομαι όταν ήμουν στη φυλακή. Είναι τρελό».

  • Ακολουθήστε τη Ντιάννα Βασιλείου στο Instagram

Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.

Περισσότερα από το VICE

Η Μαρία Διηγείται τη Φρικτή Εμπειρία της Παράνομης Άμβλωσης στην Πολωνία

Φωτογραφίες Δείχνουν Ναρκωτικά Αξίας Μισού Δισεκατομμυρίου να Γίνονται Καπνός

Ο Λεξ το Έκανε να Φαίνεται Εύκολο Μάλλον

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.