FYI.

This story is over 5 years old.

News

H Μπανγκόκ Παραμένει σε Κατάσταση Κρίσης

Η πολιτική αστάθεια και οι κοινωνικές αναταραχές δεν λένε να κοπάσουν.

Την παραμονή των γενικών εκλογών της Ταϊλάνδης ξέσπασε μια μάχη μεταξύ των υποστηρικτών της κυβέρνησης και των αντικυβερνητικών διαδηλωτών, σε μια διασταύρωση όχι πολύ μακριά από το κέντρο της πόλης. Η επίθεση περιλάμβανε περίστροφα, αυτοσχέδια εκρηκτικά και καραμπίνες. Ήταν μακράν το πιο βίαιο επεισόδιο σε μια σειρά διαμαρτυριών που μαστίζουν εδώ και μήνες την Μπανγκόκ.

Η αστυνομία (η οποία δεν έκανε και πολλά) βρισκόταν στη μέση της μάχης, μαζί με τον στρατό (που έκανε ακόμα λιγότερα) και αρκετά μέλη του διεθνούς Τύπου (συμπεριλαμβανομένου του Αμερικανού φωτορεπόρτερ James Natchwey, ο οποίος πυροβολήθηκε στο πόδι). Πολλοί θεώρησαν ότι αυτή τη στιγμή η σύγκρουση θα ανέβαινε σε ένα νεό επίπεδο. Ίσως ακόμα να σήμαινε μια επιστροφή στα επίπεδα βίας που σημειώθηκαν το 2010, όταν σκοτώθηκαν δεκάδες άνθρωποι.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Όμως, φαίνεται ότι ίσως να έχουν κάνει λάθος. Την ίδια την ημέρα των εκλογών, δεν εμφανίστηκαν τα περιστατικά εκτεταμένης βίας που είχε προβλεφθεί ότι θα λάμβαναν χώρα στην Μπανγκόκ. Αντ 'αυτού, η μέρα πέρασε με σχετική ευκολία. Ναι, στην Μπανγκόκ, «σχετική ευκολία» σημαίνει πυροβολισμούς κατά αυτοκινήτων και ανθρώπων και συνεχιζόμενες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, οι οποίες εμπόδισαν χιλιάδες κόσμου να ψηφίσουν. Παρ’ όλα αυτά η μέρα δεν παρουσίαζε την εικόνα μιας κοινωνίας υπό κατάρρευση, όπως φοβούνταν πολλοί.

Τα γεγονότα της παραμονής των εκλογών εκτυλίχθηκαν κοντά σε ένα εμπορικό κέντρο στην περιοχή Lak Si, σε απόσταση περίπου 30 λεπτών με τα πόδια από το κέντρο της Μπανγκόκ και σε απόσταση αναπνοής από το Don Muang, ένα από τα δύο διεθνή αεροδρόμια της πόλης. Μια ομάδα αντικυβερνητικών διαδηλωτών είχε κατασκηνώσει έξω από ένα εκλογικό κέντρο της περιοχής, αποφασισμένη να ξυπνήσει την επόμενη μέρα και να διαταράξει την ψηφοφορία. Λίγο πιο κάτω στον ίδιο δρόμο, μέλη της φιλοκυβερνητικής ομάδας των «κόκκινων πουκαμίσων» είχαν συγκεντρωθεί σε ένα ναό, ακούγοντας τους λόγους των σκληροπυρηνικών ηγετών τους.

Στο χώρο όπου βρίσκονταν οι αντικυβερνητικοί διαδηλωτές, χτίζονταν οδοφράγματα, με τη χρήση φορτηγών, λεωφορείων και ελαστικών, που μπλόκαραν τους δρόμους. Οι διαδηλωτές έλεγαν στους δημοσιογράφους ότι ανά πάσα στιγμή περίμεναν μια κίνηση από τα «κόκκινα πουκάμισα». Πάνω στα οδοφράγματα, άνδρες με μάσκες που κάλυπταν το πρόσωπο με κράνη, παρακολούθησαν όποιον πλησίαζε.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Στο ναό όπου βρίσκονταν τα «κόκκινα πουκάμισα», η ομάδα είχε ολοκλήρωσε τις συνομιλίες της και είχε προχωρήσει προς τους αντικυβερνητικούς αντιπάλους της. Τα «κόκκινα πουκάμισα» (φορώντας λευκό, απλά για να μπερδέψουν τα πράγματα), φώναζαν συνθήματα και κουνούσαν ραβδιά στον αέρα, αλλά ήταν σχετικά λίγοι σε αριθμό και η αστυνομία, που θεωρείται ευρέως ως υποστηρικτική προς την κυβέρνηση και τους οπαδούς της, δεν ήταν σε θέση να τους πείσει να υποχωρήσουν.

Ωστόσο, ενώ η κατάσταση φαινόταν να είναι ήρεμη, ένα αυτοκίνητο δέχθηκε επίθεση από τα «κόκκινα πουκάμισα» ενώ περνούσε από τη διασταύρωση. Το χτυπούσαν με ραβδιά και έσπασαν το μπροστινό παράθυρο προτού μπορέσει να απομακρυνθεί. Στη συνέχεια, πέταξαν δύο κροτίδες και το πλήθος διαλύθηκε.

Λίγο μετά, τα πράγματα άρχισαν να εξελίσσονται πολύ άσχημα. Ο freelance φωτορεπόρτερ Adam Gynch, ο οποίος ακολουθούσε την πορεία των «κόκκινων πουκαμίσων», πέρασε τις επόμενες ώρες καθηλωμένος από πυροβολισμούς. Ο ίδιος περιγράφει τι συνέβη στη συνέχεια: «Αφού έσπασαν το αυτοκίνητο, μια ομάδα από PDRC [αντικυβερνητικούς] εμφανίστηκε με ένα φορτηγό και ήρθε σε αντιπαράθεση με τα «κόκκινα πουκάμισα» Έμοιαζε να έχει έρθει από το πουθενά, αλλά ξαφνικά βρέθηκε πίσω μας και αιφνιδίασε τους πάντες».

«Αρχικά η κατάσταση φαινόταν πολύ τεταμένη και όλοι περίμεναν μια άμεση σύγκρουση», συνεχίζει ο Gynch, «αλλά για ένα διάστημα δέκα έως 15 λεπτών κανείς δεν έκανε τίποτα. Κάποιος κρατούσε ένα μεγάφωνο και προσπαθούσε να ηρεμήσει τα πράγματα, αλλά στη συνέχεια, κάποιος άλλος πέταξε μια πέτρα, ένας ακόμη έριξε κάτι με μια σφενδόνα, ακολούθησαν πυροτεχνήματα και τα πράγματα κλιμακώθηκαν. Δεν μπορούσα να ξεχωρίσω ποιος έριξε την πρώτη πέτρα».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Gynch λέει ότι γρήγορα έγινε φανερό ότι τα μέλη της ομάδας PDRC ήταν πιο σκληροπυρηνικά: «Ενώ η κατάσταση κλιμακωνόταν, οι απλοί διαδηλωτές προφανώς αποφάσισαν ότι τα πράγματα έγιναν σκούρα και κινήθηκαν προς τα πάνω, προς έναν ασφαλέστερο χώρο, χρησιμοποιώντας τα φορτηγά τους για κάλυψη». Έπεσαν πυροβολισμοί, αλλά και πάλι ο Gynch λέει ότι δεν μπόρεσε να ξεχωρίσει ποια πλευρά πυροβόλησε πρώτη.

Τα πράγματα κλιμακώθηκαν δραματικά όταν οι πιο σκληροπυρηνικοί διαδηλωτές, φορώντας στολή μάχης και κουκούλες, ήταν οι μόνοι που έμειναν στη σκηνή. «Οι πυροβολισμοί αυξήθηκαν δραματικά», λέει ο Gynch. «Είδα να χρησιμοποιούνται πιστόλια, είδα την κάννη ενός όπλου να βγαίνει από ένα σάκο με καλαμπόκι και να πυροβολεί ένοπλους που ίσως ανήκαν στα «κόκκινα πουκάμισα»… Αργότερα είδα ένα AΚ-47, καθώς οι ένοπλοι έγιναν πιο θρασείς. Χρησιμοποιούσαν τους σάκους για να κρύψουν τα όπλα, πιθανότατα από τον Τύπο».

Προφανώς, αυτό το σχέδιο δεν στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.

«Ήμασταν σε μια λεωφόρο, έτσι, όταν ξεκίνησαν οι πυροβολισμοί καλυφθήκαμε αμέσως πίσω από τσιμεντένιους τοίχους», συνεχίζει ο Gynch. «Οι ομάδες των PDRC κινούνταν γύρω μας και πυροβολούσαν πολύ κοντά μας, προς τις θέσεις των «κόκκινων πουκαμίσων».

«Όταν πιστέψαμε ότι θα σταματούσαν για λίγο, εντοπίσαμε ένα σημείο στο οποίο νομίσαμε ότι θα ήμασταν ασφαλέστεροι, σε ένα χαντάκι έξω από τον αυτοκινητόδρομο. Τρέξαμε για κάλυψη, ενώ εκείνη τη στιγμή οι πυροβολισμοί δυνάμωσαν και πάλι».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Φαίνεται ότι Gynch δεν ήταν ο μόνος δημοσιογράφος που μπλέχτηκε στη μάχη του δρόμου: «Καταφέραμε να βρούμε ένα είδος παραγκούπολης πέρα από το χαντάκι και κάποιους άλλους δημοσιογράφους που είχαν καταφύγει εκεί», λέει. «Οι ντόπιοι κρύβονταν στα σπίτια τους. Ένας γέρος, ο οποίος βρισκόταν στο πάτωμα με τη σύζυγό του και τα τρία σκυλιά του, γύρισε και μου είπε σε σπαστά αγγλικά, «Αυτό είναι σαν τη Συρία». Λίγο μετά, ένας άλλος φωτογράφος γύρισε προς το μέρος μου και φώναξε: «Τρέξτε γαμώτο!», ενώ συνειδητοποιήσαμε πόσο εκτεθειμένοι ήμασταν. Τρέξαμε όλοι για κάλυψη μέσα σε ένα στενό.

Ο Gynch λέει ότι, σε αυτό το σημείο, δεν θα μπορούσε να πει με σιγουριά ποια από τις δύο πλευρές ήταν υπεύθυνη για το μεγαλύτερο μέρος των πυροβολισμών.

«Σε μια στιγμή παραλογισμού, καθώς προσπαθούσαμε να διαφύγουμε από την περιοχή, φτάσαμε σε μια μικρή γέφυρα και προσπαθήσαμε να δείξουμε με κάποιο σινιάλο προς τους ένοπλους PDRC ότι ήμασταν δημοσιογράφοι, ώστε να μην πυροβολήσουν. Εκείνη τη στιγμή, πλησίασε ένα νεαρό κορίτσι, πηδώντας πάνω από τη γέφυρα - φαινόταν να αγνοεί το χάος γύρω της.

«Κατά τη διάρκεια των πυροβολισμών δεν ακουγόταν τίποτε άλλο», λέει, «δεν ακουγόταν μουσική στη διαπασών από κάποιο μεγάφωνο όπως συνήθως. Σιγά-σιγά, κάποιοι άρχισαν να μιλάνε από τα μεγάφωνα, ενώ οι πυροβολισμοί άρχισαν να σταματούν και από τις δύο πλευρές, αλλά κάθε περιστασιακή βολή σήμαινε ότι ακόμα υπήρχαν άνθρωποι που έτρεχαν για κάλυψη.

«Η μάχη ξεκίνησε γύρω στα μέσα του απογεύματος και δεν τελείωσε μέχρι το σούρουπο. Περίμενα να υπάρχουν περισσότερα περιστατικά κατά τη διάρκεια της νύχτας - και να ξεκινήσουν και πάλι την αυγή της ημέρας των εκλογών, αλλά για κάποιο λόγο, αυτό δεν συνέβη ποτέ».

Στην πραγματικότητα, η ψηφοφορία διεξήχθη ειρηνικά στο 90 τοις εκατό των εκλογικών τμημάτων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η πολιτική κρίση της Ταϊλάνδης έχει τελειώσει. Η μικρή, αλλά δυναμική αντιπολίτευση, η οποία περιλαμβάνει στις τάξεις της πολλούς σημαίνοντες βασιλόφρονες και επιχειρηματίες, έχει υποσχεθεί να αγωνιστεί για να ακυρώσει τα αποτελέσματα των εκλογών. Η προσπάθειά της να ανατρέψει τη σημερινή κυβέρνηση  -την οποία θεωρεί εγγενώς διεφθαρμένη- συνεχίζεται. Και για όσο συμβαίνει αυτό, θα συνεχίζεται και το χάος στους δρόμους της Μπανγκόκ.