FYI.

This story is over 5 years old.

Stuff

Μπορούν η Μητέρα και ο Πατέρας σου να σου Γαμήσουν τη Ζωή;

Πόσο φταίει η οικογένειά σου για τις δικές σου επιλογές;
JN
Κείμενο James Nolan

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE UK.

Προσφάτως με μία θεραπεύτρια αναλύσαμε την αβυσσαλέα κατάσταση της ζωής μου. Όταν ήρθαμε στο θέμα των γονιών μου, εξήγησα ότι παρόλο που δεν αισθανόμουν πραγματικά συνδεδεμένος μαζί τους, δεν ήθελα να παραπονεθώ όταν, ξεκάθαρα, τόσα πολλά από τα προβλήματά μου ήταν δικό μου λάθος. Η θεραπεύτριά μου είπε ότι οι ζωές τους ακούγονταν να μοιάζουν πολύ με τη δική μου, ότι οι άνθρωποι με χαμηλή αυτοεκτίμηση (εγώ) συχνά ζουν ζωές που δεν τους επιτρέπουν να είναι ευτυχισμένες και ποιο είναι καλύτερο μοντέλο να ακολουθήσω από εκείνο που ξέρω ότι λειτουργεί;

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Όταν το σκέφτηκα αργότερα, άρχισε να έχει νόημα, έτσι τράβηξα δυο γραμμές σε ένα κομμάτι χαρτί, στη μια αποτύπωσα τη ζωή των γονιών μου από τη γέννησή μου και στην άλλη τη δική μου από τότε που έφυγα από το σπίτι τους. Και οι δυο έμοιαζαν να είναι ακριβώς ίδιες. Όταν ξαναπήγα στη θεραπεύτριά μου την ρώτησα «εάν αυτό είναι πραγματικά αλήθεια, πώς μπορώ να ξεφύγω;». Σίγουρα, εάν το πρόβλημα ήταν η χαμηλή αυτοεκτίμηση, χρειαζόμουν να αγαπήσω περισσότερο τον εαυτό μου.

«Λοιπόν» είπε «αυτή θα ήταν η ιδανική λύση».

Ο συντάκτης στο διαμέρισμά του στη Γερμανία

Όταν γεννήθηκα το 1987, οι γονείς μου ζούσαν σε διαμέρισμα με μία κρεβατοκάμαρα. Με φθαρμένη μοκέτα και καμπινέ χωρίς μπανιέρα ή ντουζιέρα, το μέρος ήταν αναμφισβήτητα σκουπιδότοπος. Το να πω ότι ένιωθα ασφυκτικά πιεσμένος ως παιδί θα ήταν συγκρατημένο, αλλά ούτε και για εκείνους το να μοιράζονται ένα δωμάτιο με τον γιο τους που ήταν βρέφος ήταν το καλύτερο - δεν ήταν κάτι στο οποίο ήθελες να επιστρέψεις έχοντας δουλέψει ως ελαιοχρωματιστής και ως υπάλληλος καταστήματος.

Φυσικά, πάλευαν να έχουν περισσότερα και το ότι η οικονομική κατάστασή τους δεν ήταν πραγματικά ευμετάβλητη όσο αφορά σε αυτό το θέμα, θα μπορούσε να συγχωρεθεί στο πλαίσιο ότι χρειάζονταν έναν λόγο, εκτός από μένα, για να ζήσουν. Έτσι όταν μετακόμισαν και βρήκαν ένα σπίτι, συμβιβάστηκαν με το να μείνουν σε μια σκληρή περιοχή. Αλλά η μητέρα μου διαισθάνθηκε ότι υπήρχε μια ευκαιρία ούτως ή άλλως και έτσι φορτώθηκαν με χρέη μέχρι το λαιμό για να το επιπλώσουν. Είναι σαφές ότι είχε ένα κενό μέσα της, τη δική της έλλειψη αυτοεκτίμησης και σύντομα προσκάλεσε ανθρώπους που δεν είχα δει για χρόνια για να την επιβεβαιώσουν.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Οι ντόπιοι δεν πήραν όμως και πολύ ευγενικά τις αξιώσεις μας, και μετά από λίγο άρχισαν να ρίχνουν πέτρες στο σπίτι μας και να βάζουν σκουπίδια στο γραμματοκιβώτιό μας. Επίσης άρχισαν να πίνουν στον πίσω κήπο μας και να με εκφοβίζουν και όταν τελικά μετακομίσαμε, μπούκαραν μέσα, έσπασαν το χώρο και άλειψαν σκατά τους τοίχους. Ήταν ο αποχαιρετισμός που ταίριαζε σε μια συμμορία δολοφόνων, όχι σε μια οικογένεια τριών ατόμων οι οποίοι ήταν 99% ίδιοι με αυτούς, μόνο με φυτά σε γλάστρες έξω από την πόρτα μας αντί πλυντηρίων. Ωστόσο, τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε από το να προχωρήσουμε, να ξοδέψουμε περισσότερα χρήματα με την πεποίθηση ότι θα μας προστάτευε περαιτέρω από μαλάκες;

Δεκαπέντε χρόνια μετά, μετακόμισα στη Γερμανία με την κοπέλα μου, όπου νοικιάσαμε ένα διαμέρισμα μέσω διαδικτύου. Τότε, δεν είχε σημασία ότι ήταν ένα αχούρι αλλά όταν το καλοκαίρι άρχισε να τελειώνει, οτιδήποτε ήταν σπασμένο εκεί μέσα έγινε αλληλογορία για τις ζωές μας. Το ντους γινόταν ζεστό και κρύο αναλόγως της διάθεσής του. Η τουαλέτα είχε μια προεξοχή, που σημαίνει ότι όταν έχεζες μπορούσες να το δεις από κοντά και τα πουλιά φώλιαζαν στους αεραγωγούς μας. Έτσι ακριβώς όπως οι γονείς μου, φιλοδοξούσαμε να έχουμε περισσότερα. Το μόνο λάθος μας ήταν ότι αντί να βρούμε ένα καλύτερο μέρος στη Γερμανία, μετακομίσαμε στο Δουβλίνο που γινόταν όλο και πιο ακριβό μέρα με τη μέρα.

Ο συντάκτης ετοιμάζεται να μετακομίσει στο πρώτο σπίτι των γονιών του

Αλλά τουλάχιστον είχαμε ένα ωραίο σπίτι, παρόλο που επίσης είχαμε συγκατοίκους, ένα άλλο ζευγάρι που απέφευγε να πληρώνει για πράγματα, σπανίως καθάριζε, έσπαγε αντικείμενα. Το καταπολεμήσαμε αυτό αγοράζοντας μαλακίες -στραγγίζοντας τους λογαριασμούς μας ακόμα περισσότερο- όπως συσκευές, μαξιλάρια, οτιδήποτε. Αλλά η κατάσταση δεν διορθωνόταν – μέχρι και το Αλκατράζ θα ήταν καλύτερα. Πάνω στο θυμό μου, έγραψα αυτό και μας πέταξαν έξω. Αμέσως βρεθήκαμε υπό πίεση να νοικιάσουμε κάπου μέσα σε λίγες εβδομάδες, όταν θα μπορούσαμε να είχαμε βρει να πάμε κάπου φθηνότερα εάν είχαμε φύγει με δική μας πρωτοβουλία. Αλλά πίστεψα ότι μπορούσαμε να το διαχειριστούμε, διαβεβαιώνοντας την κοπέλα μου ότι τα επιπρόσθετα έξοδα για τον χώρο που βρήκαμε ήταν και τα τελευταία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Οι γονείς μου σκέφτηκαν το ίδιο πράγμα όταν τους ενέκριναν μια υποθήκη, αλλά μετά από καιρό πράγματα στο καινούριο σπίτι μας όπως το τηλέφωνο και το ίντερνετ άρχισαν να κόβονται και επιχειρήσεις όπως η ασφαλιστική για το αυτοκίνητο να τηλεφωνούν, να αφήνουν θυμωμένα μηνύματα σε μένα γιατί η μητέρα μου αρνιόταν να το απαντήσει. Παρόλο που ο πατέρας μου έφερνε στο σπίτι περισσότερα χρήματα από ποτέ λόγω της οικονομίας της Ιρλανδίας -εκείνης που κατέρρευσε μια δεκαετία αργότερα και με οδήγησε να τα μαζέψω για τη Γερμανία- εξαφανίζονταν ακόμα γρηγορότερα λόγω των ακριβών γούστων της μαμάς μου. Άρχισα να την απεχθάνομαι για αυτό που έκανε παρόλο που εξακολουθούσα να συμμετέχω, απομυζώντας οτιδήποτε υπερβολή μπορούσα να πάρω.

Για τον μπαμπά μου, το ότι υπήρχε μια εναλλακτική σε αυτή τη ζωή, άλλη από το να κερδίσει το λόττο δεν φαινόταν πιθανό. Επειδή προερχόταν από το τίποτα, πίστευε ότι την είχε πατήσει έτσι κι αλλιώς και ότι τα όποια χρήματα είχε μπορούσαν κάλλιστα να γίνονται καπνός για να πληρώνονται σε λογαριασμούς. Δεν συμφωνούσα με αυτό, φανταζόμουν όλα τα πράγματα που μπορούσε να αγοράσει κανείς με τα χρήματα πέρα από έναν καταψύκτη οριζόντιου τύπου και μια αποθήκη για να τον βάλει μέσα, εκτός από έναν κήπο για να βάλει την αποθήκη, πέρα από ένα σπίτι κ.λ.π.- δουλεύοντας ανάποδα μέχρι που ολόκληρη η ύπαρξή του να μπορούσε να ανιχνευτεί στο χαμηλής τάσης ηλεκτρικό ρεύμα στον καταψύκτη ενός πολυκαταστήματος.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Όμως επειδή έπαιρνα μέρος σε όλο αυτό, τι δικαίωμα έχω να παραπονεθώ; Ήξερα πως ήταν λάθος να δέχομαι πράγματα, αλλά το ότι ήμουν έφηβος με φίλους που έπρεπε να εντυπωσιάσω με έκανε να μην μπορώ να αντισταθώ. Πάντως, υποσχόμουν ότι όταν μεγάλωνα δεν θα επαναλάμβανα τα ίδια λάθη. Θα ζούσα αναλόγως των δυνατοτήτων μου.

Τώρα έχω χρεοκοπήσει και ζω με τη γιαγιά μου. Αυτή είναι η ζωή μου τους τελευταίους έξι μήνες. Η κρεβατοκάμαρα που κοιμάμαι είναι εκείνη όπου πέρασα χρόνια όταν η μαμά μου ήταν άρρωστη, αυτή που βρίσκεται διαγώνια από το δωμάτιο όπου πέθανε. Είναι επίσης το πρώτο μέρος που εγώ και η πρώην μου κάναμε σεξ, καθώς επίσης και το μέρος στο οποίο μέναμε πολλές φορές όταν γυρνούσαμε για να περάσουμε τα Χριστούγεννα, για τα γενέθλια κάποιου και όταν επιστρέφαμε από ταξίδι. Κάποτε ήμουν ένας άνδρας με ολοκληρωμένη ζωή και τώρα νιώθω σαν έφηβος 28 ετών.

Τελευταία, κάποια βράδια μιλάω στη μαμά μου πιο ανοιχτά από ότι όταν ήταν ζωντανή, ζητώντας τη βοήθειά της. Όχι για λεφτά -τα λεφτά θα ξανάρθουν, θα ξαναμετακομίσω- αλλά για το πώς στο διάολο θα έπρεπε να ζήσω. Η σκέψη ότι θα συνεχίσω να αυτοκαταστρέφομαι είναι αφόρητη, οπότε εάν πρέπει να αγαπήσω περισσότερο τον εαυτό μου, πρέπει πρώτα να με συγχωρήσω; Και οι άνθρωποι που με δημιούργησαν; Είναι σαφές ότι απεχθάνομαι τους γονείς μου, όχι μόνο για ότι μου αρνήθηκαν αλλά και για ότι αρνήθηκαν στους εαυτούς τους: την ικανοποίηση του ότι απλά είσαι ζωντανός χωρίς φτιασίδωμα. Ωστόσο, με αγαπούσαν και επειδή πίστευαν ότι τα πράγματα πάντα μπορούν να γίνουν καλύτερα, ενστάλαξαν μέσα μου ένα είδος πικρής αντοχής, μια τρελή απροθυμία να παραιτηθώ, που αυτή τη στιγμή είναι κρίσιμης σημασίας.

Αλλά δεν πιστεύω ότι μπορώ να συγχωρήσω τον εαυτό μου ακόμα. Οποιονδήποτε έλεγχο έχω στην αυτοεκτίμησή μου, δίνει την αίσθηση ότι είναι φευγαλέος και παρόλο που η θεραπεία και το γράψιμο βοηθούν, η ελευθερία φαίνεται να είναι μακριά. Ωστόσο ένα πράγμα που γνωρίζω είναι ότι τα λάθη, εάν δεν μας καταστρέφουν, στο τέλος μας κάνουν πιο δυνατούς και μας εμπνέουν και κάποιους τους οδηγούν τόσο ψηλά που διαφορετικά δεν θα είχαν καταφέρει να φθάσουν. Δεν λέω ότι θα ένιωθα καλύτερα βλέποντας τους γονείς μου να καταστρέφουν τη ζωή τους εάν γνώριζα ότι μια μέρα θα έγραφα για αυτό, αλλά είναι επίσης αμφίβολο εάν θα είχα γίνει συγγραφέας -το πράγμα που αγαπώ περισσότερο τώρα που η κοπέλα μου έχει φύγει- χωρίς την παιδική ηλικία που μου έδωσαν.

Έτσι, ίσως, μια μέρα να είμαι ικανός να αγαπήσω τον εαυτό μου όσο τις λέξεις. Μέχρι τότε, το να γράφω είναι πιθανώς το λιγότερο αυτοκαταστροφικό πράγμα που μπορώ να κάνω.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.