Director - Giorgos Georgopoulos 01
Διασκέδαση

Ο Γιώργος Γεωργόπουλος «Δεν Θέλει να Γίνει Δυσάρεστος, Αλλά Πρέπει να Μιλήσουμε για Κάτι Πολύ Σοβαρό»

Μια ταινία - σκοτεινή βουτιά στον κόσμο των ανθρώπινων σχέσεων, με ένα θανατηφόρο ιό στο επίκεντρο.

Ο Άρης, ένα επιτυχημένο στέλεχος μεγάλης εταιρείας μαθαίνει ότι είναι φορέας ενός σεξουαλικώς μεταδιδόμενου ιού, ο οποίος είναι θανατηφόρος μόνο για τις γυναίκες. Ο αμφιλεγόμενος και εγωκεντρικός αυτός αντιήρωας, όμως, είναι και η μοναδική ελπίδα του κόσμου για τη δημιουργία εμβολίου, με την προϋπόθεση ότι θα βρει ποια πρώην του τού μετέδωσε αρχικά τον ιό. Ο Άρης ξεκινάει ένα ταξίδι στα ερωτικά «ναυάγια» της επιφανειακής μέχρι τότε ζωής του και γίνεται τρομακτικά δυσάρεστος, πληροφορώντας τις γυναίκες ότι χωρίς να το ξέρουν, πεθαίνουν εξαιτίας του.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

 Ο σκηνοθέτης Γιώργος Γεωργόπουλος, μετά το “Tungsten”, την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, επιστρέφει με το «Δε θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό» - ένας από τους πιο ευφυείς και μυστήριους τίτλους των τελευταίων ετών. Η ταινία είναι μια ιδιαίτερη μαύρη κωμωδία, με το δράμα και το άβολο χιούμορ να συνυπάρχουν σε πάρα πολλές σκηνές. Ο «Δυσάρεστος» αφήνει μεταλλική γεύση στο στόμα, όπως όταν τελειώνει μια σχέση και μετά από χρόνια συναντάς έναν «ξένο» που κάποτε σήμαινε πολλά για σένα.

 Ο Άρης, που τον υποδύεται ο Όμηρος Πουλάκης, είναι ένας χαρακτήρας, σχεδόν απονεκρωμένος συναισθηματικά, σε έναν γκρίζο, corporate κόσμο. Στο σύμπαν αυτό κυριαρχεί ο ανταγωνισμός, η αδυναμία έκφρασης και η διαμεσολαβημένη επικοινωνία. Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, όπως λέει στο VICE ο Γιώργος Γεωργόπουλος, «ο ήρωας αγωνίζεται να πει μια συγγνώμη», επιστρέφοντας σε ανθρώπους που πλήγωσε.   

Director - Giorgos Georgopoulos 02.jpg

Ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

 Αυτό το -δεύτερο στη σειρά- παράξενο καλοκαίρι, παρακολουθούμε φορώντας μάσκα μια ελληνική ταινία για την εξάπλωση ενός θανατηφόρου ιού. Στον «Δυσάρεστο», ο ιός είναι ένα «όχημα» για να μιλήσει ο δημιουργός για τις ανθρώπινες σχέσεις και τα σκοτάδια τους. Αναπόφευκτα όμως, στη συγκυρία που ζούμε το θέμα του ιού έχει βγει αρκετά μπροστά.

 Το 2015 που ολοκληρώθηκε το σενάριο της ταινίας, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι όλος ο πλανήτης θα ερχόταν αντιμέτωπος με μια πανδημία. Από όταν τελείωσε η ταινία, μέχρι να βγει στους κινηματογράφους, ο κόσμος άλλαξε. Ο «Δυσάρεστος», μια ταινία που δείχνει δελτία ειδήσεων με αριθμούς κρουσμάτων και self-test, με ένα τρελό twist, θυμίζει ξαφνικά πολύ την πραγματικότητά μας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

 Ο Γιώργος Γεωργόπουλος μιλάει στο VICE για το ελληνικό σινεμά που φέτος ζει ένα καλό καλοκαίρι, τις ταινίες που ανεξαρτητοποιούνται και «δεν ενδιαφέρονται για σένα που τις έκανες» και τις ανθρώπινες σχέσεις που τελειώνουν με ένα «μικρό πόλεμο». 

den-thelo-na-gino-dusarestos-alla-prepei-na-milisoume-gia-kati-polu-sobaro.jpeg

VICE: Πώς μπήκε στο μυαλό σου η πρώτη σκέψη για την ταινία;
Γιώργος Γεωργόπουλος
: Ήμουν στο αμάξι, οδηγούσα και δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από μια πρώην σχέση μου, με την οποία είχαμε χωρίσει πολύ καιρό πριν. Τότε μου καρφώθηκε η ιδέα ότι ήθελε να μου πει πως την είχα κολλήσει κάποιο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα και έπρεπε να ειδοποιήσω άλλους, όπως συμβαίνει στην ταινία. Μου είχε καρφωθεί όλη μέρα αυτή η σκέψη – δεν ξέρω για ποιο λόγο – ώσπου το απόγευμα με ξαναπήρε, το σήκωσα και δεν είχε καμία σχέση αυτό που με ήθελε με αυτό που είχε κολλήσει στο κεφάλι μου (γελάει).

Είχε όμως ήδη γεννηθεί η ιδέα για κάτι τέτοιο, υπό την έννοια ότι αν εμένα με είχε κυριεύσει αυτή η σκέψη, πιθανότατα να ενδιέφερε και κάποιον άλλον. Αυτό ήταν ένα πολύ αρχικό στάδιο, γιατί μια ιδέα σκέτη δεν σημαίνει κάτι για ένα σενάριο. Σημασία έχει πώς την αναπτύσσεις. Άρχισα να κάνω έρευνα για το θέμα και στη λογοτεχνία και στο σινεμά και μετά υπήρξαν διάφορες επιρροές. Βασική ήταν ένα διήγημα του Νόρμαν Σπίνραντ, «Τα χρόνια της αρρώστιας», όπου στην κεντρική του αφήγηση έχει έναν ιό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο. Είχε γραφτεί στα μέσα των 80s, πάνω στον χαμό που είχε γίνει με το AIDS.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Γιατί επέλεξες να πεθαίνουν από τον ιό μόνο οι γυναίκες;
Το διάλεξα έτσι, ώστε το βάρος στους ώμους αυτού του αντιπαθητικού ήρωα να είναι πάρα πολύ μεγαλύτερο. Ουσιαστικά, χωρίς να το θέλει γίνεται serial killer. Ήθελα να πέφτει πάνω του το βάρος όλου του κόσμου, χωρίς ο ίδιος να κινδυνεύει.

 Αυτό που θα σε ρωτήσω μπορεί να είναι εκτός της λογικής ενός δημιουργού, δηλαδή έρχεται μετά. Θα μπορούσε, όμως, η ταινία να έχει και μια φεμινιστική ανάγνωση;
Αυτό το σενάριο το είχα τελειώσει το 2015. Δηλαδή, δεν ήμασταν στη φάση του #MeToo και όλων αυτών που συμβαίνουν σήμερα. Αν το κοιτάξουμε μέσα από αυτό το πρίσμα, σίγουρα αυτός ο ήρωας είναι ένα παράγωγο της πατριαρχίας και πολλών άλλων πραγμάτων. Αν είναι φεμινιστικό φιλμ ή όχι δεν ξέρω αν μπορώ να το πω εγώ, ως άνδρας.

 Αυτό που ξέρω είναι ότι μιλάμε για μια ταινία που κατά 95% έχει φτιαχτεί από γυναίκες. Δεν ήταν τυχαίο, ήταν επιλογή. Ήταν λίγο επίφοβο με το συγκεκριμένο σενάριο να έχουμε ένα γύρισμα με κλίμα ανδρικών αστείων κλπ. Το ότι είναι μια ταινία στην οποία δούλεψαν κατά κύριο λόγο γυναίκες έπαιξε μεγάλο ρόλο στο αποτέλεσμα και στο πώς σχετίζεται με αυτά που ζούμε σήμερα, σε σχέση με την έμφυλη δόμηση της κοινωνίας.

den-thelo-na-gino-dusarestos-alla-prepei-na-milisoume-gia-kati-polu-sobaro2.jpeg

Η ταινία μπορεί να «διαβαστεί» και σαν ένα σχόλιο για αυτό που αφήνει πίσω της μια ερωτική σχέση όταν τελειώνει;
Ναι. Πολλές φορές, όταν ξεκινάω να γράφω μια ιστορία, σκέφτομαι το mood της, το συναίσθημα που θέλω να αφήνει. Η αίσθηση ήταν αυτή: μια ταινία καταστροφής. Η καταστροφή για την οποία μιλάμε όμως, έχει να κάνει με το συναίσθημα που έρχεται μετά το τέλος μιας σχέσης. Φεύγουν άνθρωποι πληγωμένοι. Ήθελα πολύ να είναι αυτό το αίσθημα στον πυρήνα της ταινίας, όπως ήθελα να είναι στον πυρήνα της και αυτή η μελαγχολία που έχω εγώ όταν βλέπω ανθρώπους που κάποτε ήταν σημαντικοί για μένα και τώρα πια μπορεί να μην σημαίνουν τίποτα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Όλα αυτά τα συναισθήματα που υπήρχαν έχουν γίνει μια μακρινή ανάμνηση, τόσο μακρινή σα να έρχεται από μια ξένη χώρα και να μιλάει γιαπωνέζικα. Το τέλος μιας σχέσης είναι ένας μικρός πόλεμος που αφήνει γύρω τραυματίες και πτώματα. Η επεξεργασία αυτού του συναισθήματος, τουλάχιστον σε μένα, εμπεριέχει και ενοχή. Είναι ένας από τους βασικούς λόγους που ο κεντρικός χαρακτήρας είναι αρνητικός – μια ενοχή με πόδια είναι αυτός ο χαρακτήρας.

Στην πορεία της ταινίας, τι συνειδητοποιεί ο κεντρικός χαρακτήρας για τον εαυτό του και για την μέχρι τότε ζωή του;
Ο ήρωας αναγκάζεται να αντιμετωπίσει τον εαυτό του, τις επιλογές του, το παρελθόν του. Στο τέλος της ταινίας μάλλον τον αφήνουμε στο σημείο που θα πρέπει να αποφασίσει αν θα κάνει τελικά κάτι για αυτό. Συνειδητοποιεί πόσο πόνο έχει προκαλέσει, χωρίς καν να το σκεφτεί δεύτερη φορά. Υπάρχει μια σκηνή με την Κόρα Καρβούνη που περιγράφει ακριβώς τη συμπεριφορά που είχε μέχρι να του συμβεί αυτό. Κινούνταν με βάση μόνο τα δικά του συναισθήματα, αν είχε κάποια, με βάση τις δικές του αξιώσεις, την καριέρα του. Ήταν ένας άνθρωπος, ο οποίος από ένα σημείο και μετά στη ζωή του, άρχισε να λειτουργεί με τον αξιακό κώδικα της corporate κουλτούρας στην οποία ανήκει. Ο αξιακός αυτός κώδικας ισοπέδωσε τις αξίες που χρειαζόμαστε να έχουμε στην υπόλοιπη ζωή μας, στον κόσμο των ανθρώπινων σχέσεων. Τότε, άρχισαν τα προβλήματά του.

Unpleasant Shootings 033.jpg

Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ «ΔΥΣΑΡΕΣΤΟΥ»

Βλέπεις συχνά γύρω σου τέτοιους ανθρώπους;
Τους συναντάω, δεν πάει να πει ότι είναι και η παρέα μου. Αυτό έχει να κάνει και με το πώς γεννήθηκε αυτός ο χαρακτήρας. Πολλές φορές σε κομμάτια της δουλειάς μου που έχουν ένα πιο corporate προφίλ, για παράδειγμα στις διαφημίσεις, έχω έρθει σε επαφή με ανθρώπους που αναρωτήθηκα βλέποντάς τους στο επάγγελμά τους, πώς είναι το βράδυ όταν γυρνάνε σπίτι τους. Έλεγα «αυτός θα γυρίσει στη γυναίκα του και τα παιδιά του και θα είναι ένας καλός σύζυγος, τρυφερός, δοτικός;».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Γίνεται αυτό; Λειτουργεί με διακόπτη ο άνθρωπος; Νομίζω ότι δεν γίνεται. Κι αυτό είναι ένα από τα βασικά θέματα της ταινίας. Αυτά που χρειάζονται να έχουν αυτοί οι άνθρωποι για να πετύχουν τους πρωταρχικούς στόχους τους, που έχουν να κάνουν με τη δουλειά τους, δεν αφήνουν χώρο για συναίσθημα. Αυτό έχει συμβεί και στον ήρωα της ταινίας.

Είχες πει κάποια στιγμή ότι το ελληνικό κοινό έχει πάρει διαζύγιο από το ελληνικό σινεμά. Τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει αυτό;
Πρέπει να το έχω πει παλαιότερα, γιατί αυτό το καλοκαίρι είναι ένα καλό καλοκαίρι για τις ελληνικές ταινίες. Έχει πάει κόσμος να τις δει. Είναι μια καλή αρχή. Κάπως πρέπει να γραπωθούμε απ’ αυτό, να το μελετήσουμε και να το αποκωδικοποιήσουμε. Είναι όμως άπειρα τα πράγματα που πρέπει να αλλάξουν. Από την πλευρά των δημιουργών, σίγουρα πρέπει να έχουμε λίγο παραπάνω το κοινό στο μυαλό μας, όχι με την έννοια του crowd-pleaser, γιατί δεν μπορεί να θεωρείς ότι κάνεις τέχνη έτσι. Όμως, πρέπει να σκεφτόμαστε τη θέση του κοινού, όταν θα δει αυτό που φτιάχνουμε.

Τα υπόλοιπα έχουν να κάνουν πάρα πολύ με προώθηση, εκπαίδευση. Για να ξαναφτιαχτεί η σχέση του κοινού με το ελληνικό σινεμά, χρειάζεται δουλειά από το σχολείο και το πανεπιστήμιο, θεωρώ. Στα σχολεία να βλέπουν ταινίες, στα πανεπιστήμια να βλέπουν ταινίες, να υπάρχει μάθημα. Το ελληνικό σινεμά έχει κάθε χρόνο καλές ταινίες. Βγαίνουν 20 ταινίες περίπου ετησίως, αν έχεις πέντε καλές είναι ένα πολύ καλό ποσοστό, όπως και για κάθε χώρα. Απλώς, αυτό το πρόβλημα έχει ξεκινήσει δεκαετίες τώρα, δεν θεωρώ ότι είναι καινούριο «φρούτο» αυτό το διαζύγιο του κοινού με την ελληνική ταινία. Ξεκινάει από τα 80s και τα 90s, με ευθύνη όλων όσων εμπλέκονται – και των δημιουργών και των παραγωγών και των διανομέων και του κοινού.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Unpleasant 0055.jpg

Ο ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΤΟΥ «ΔΥΣΑΡΕΣΤΟΥ» ΟΜΗΡΟΣ ΠΟΥΛΑΚΗΣ

Έχει ακουστεί πολύ η άποψη ότι στην Ελλάδα πάσχουμε στο κομμάτι του καλού mainstream σινεμά. Δεν ξέρω αν συμφωνείς εσύ μ’ αυτό.
Συμφωνώ ότι στην Ελλάδα είναι πιο δύσκολο να κάνεις μια καλή mainstream ταινία απ’ το να κάνεις μια τελείως καλλιτεχνική. Και πάσχουμε σ’ αυτό, αλλά είναι και πιο δύσκολο εκ των πραγμάτων. Οι ισορροπίες που πρέπει να κρατήσει ένας δημιουργός είναι πολύ πιο λεπτές και σε σχέση με το κοινό και σε σχέση με τους παραγωγούς του, υπό την έννοια ότι μπαίνουν χρήματα που πρέπει να έρθουν πίσω και να υπάρξει και κέρδος. Το πώς θα το πετύχεις αυτό κάνοντας παράλληλα μια ταινία που προχωράει λίγο τα πράγματα, αισθητικά και αφηγηματικά είναι ένα πολύ δύσκολο κομμάτι. Σε μια καλλιτεχνική ταινία, ουσιαστικά κανείς δεν περιμένει τίποτα οικονομικά. 

Εσύ θεωρείς ότι την έχεις βρει αυτή την ισορροπία;
Όχι. Σιγά μην την είχα βρει. Δεν έχω δοκιμαστεί σε κάτι που να έχει πραγματικά προσδοκίες πολλών εισιτηρίων και οικονομικού αντικρίσματος. Όταν δοκιμαστώ, θα σου πω αν το βρήκα ή όχι, αλλά μέχρι τώρα δεν έχει τύχει.

Υπάρχει κάποιο θέμα ή κάποιο ερώτημα στο οποίο έχεις συνειδητοποιήσει με τα χρόνια ότι επανέρχεσαι;
Αυτό που παρατηρώ - και στην πρώτη και στη δεύτερη και στην τρίτη ταινία που έχω γράψει, αλλά δεν έχει γυριστεί ακόμα - ότι επαναλαμβάνεται είναι το να βλέπω τον άνθρωπο μέσα στο κοινωνικό του πλαίσιο, ως δέσμιο αυτού κι όχι τόσο υπαρξιακά. Αν και στον «Δυσάρεστο», προσπάθησα να έχει μια πιο υπαρξιακή κατεύθυνση στο τέλος της η ταινία. Αυτό που κάνω πάντα σε σχέση με τους χαρακτήρες είναι ότι τους τοποθετώ σε ένα κοινωνικό πλαίσιο και η αλληλεπίδραση με αυτό είναι το κλειδί της συμπεριφοράς τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
IMG_0494.JPG

ΣΤΟ ΓΥΡΙΣΜΑ ΜΕ ΤΟΝ ΒΑΓΓΕΛΗ ΜΟΥΡΙΚΗ

Ποια είναι η πιο ωραία στιγμή που σου έχει χαρίσει ο «Δυσάρεστος»;
Το πιο ευχάριστο είναι όταν βλέπω και στην Ελλάδα και σε κάποιες άλλες χώρες ότι λειτουργεί το άβολο χιούμορ της ταινίας. Υπήρχε ένας στόχος σε σχέση με το χιούμορ: ο θεατής να μην είναι σίγουρος αν πρέπει να γελάσει ή όχι, να σκέφτεται ότι αν γελάσει μπορεί να του κάνουν παρατήρηση. Όταν βλέπω ανθρώπους που την παρακολουθούν και προσπαθούν να πνίξουν το γέλιο τους σε σκηνές όπου συνδυάζουν το δράμα με το χιούμορ, νιώθω πολύ ωραία γιατί θεωρώ ότι ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι να πετύχει.

Η ταινία γράφτηκε και γυρίστηκε πριν τον Covid, αλλά βγήκε τώρα. Πώς σε κάνει να νιώθεις ότι έφτιαξες μια ταινία για έναν θανατηφόρο ιό, η οποία κυκλοφόρησε τελικά εν μέσω πανδημίας;
Εντάξει, συμβαίνουν αυτά τα πράγματα (γελάει). Δεν μπορώ να το αντιμετωπίσω αλλιώς, έτυχε. Οι ιοί είναι αγαπημένο θέμα στη λογοτεχνία και το σινεμά. Και άλλες ταινίες, οι οποίες έχουν γυριστεί χρόνια πριν, έρχονται στο προσκήνιο για αυτόν τον λόγο. Αυτό που παρατήρησα είναι ότι η κατάσταση που επικρατεί άλλαξε την ίδια την ταινία, το πώς τη βλέπει ο κόσμος και μη σου πω το πώς τη βλέπω εγώ. Αυτό πάντα συμβαίνει με τις ταινίες μέσα στον χρόνο, όχι όμως τόσο γρήγορα και σε σχέση με γεγονότα που δεν έχουν να κάνουν με την ταινία.

Αυτό που βλέπω είναι ότι το κομμάτι του ιού έρχεται πολύ μπροστά σε σχέση με τα υπόλοιπα – πράγμα που ίσως και να αδικεί την ταινία. Βλέπω ανθρώπους που μου λένε για τη σκηνή με τα self-test ή τα κρούσματα στις ειδήσεις, που είναι μικρές λεπτομέρειες στην ταινία. Στην πραγματικότητα, ο ιός είναι μια αφορμή για να μιλήσουμε για άλλα πράγματα. Αλλά τι να κάνουμε; Οι ταινίες όταν τελειώνουν είναι σα να βγάζουν πόδια και δεν ενδιαφέρονται για σένα που τις έκανες. Γίνονται κάτι άλλο. Αυτό είναι πάντα ευπρόσδεκτο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Αν ερχόταν ένα αγαπημένο σου πρόσωπο 18-20 χρονών και σου έλεγε ότι θέλει να ασχοληθεί με το σινεμά, τι θα του έλεγες;
Πρώτα απ’ όλα, θα του έλεγα να δει για ποιους λόγους θέλει να το κάνει. Δηλαδή, κάνοντας ταινίες, τι περιμένει να γίνει μέσα από αυτές; Αν αυτό το παιδί που μου περιγράφεις, πιστεύει ότι μέσα από τη «φιλμοκατασκευή», θα εκφραστεί καλλιτεχνικά, θα βρει μια ισορροπία συναισθηματική, θα του πω “go for it”. Αν μέσα από αυτή τη διαδικασία πιστεύει ότι θα βρει φήμη και χρήματα, που δυστυχώς είναι το έναυσμα για πολλούς να ασχοληθούν με τις τέχνες, θα του έλεγα ότι το έχει πάρει τελείως λάθος εξαρχής. Είναι μια πάρα πολύ δύσκολη δουλειά, με πάρα πολύ άγχος και ελάχιστα χρήματα.

Εσύ για ποιους λόγους ξεκίνησες να κάνεις σινεμά;
Εμένα ο πατέρας μου ήταν κινηματογραφιστής, διευθυντής φωτογραφίας, οπότε ήμουν σε γυρίσματα από πάρα πολύ μικρός. Πρώτα είχα αποφασίσει ότι θέλω να κάνω σινεμά και μετά άρχισα να σκέφτομαι τι ταινίες θα ήθελα να κάνω. Το γύρισμα ήταν  ο φυσικός μου χώρος. Αυτό που είχα μέσα μου, έπρεπε να το νοηματοδοτήσω κάπως. Αρχικά, σπούδασα σινεμά και μετά σπούδασα κοινωνιολογία, για να βρω μια άκρη γιατί θέλω να κάνω ταινίες και τι ταινίες θα ήθελα να κάνω. Μου έλειπε ένας θεωρητικός πυρήνας που να μην έχει σχέση με το σινεμά.

Από το “Tungsten” μέχρι τον «Δυσάρεστο», μεσολάβησε αρκετά μεγάλο διάστημα. Φαίνεται ότι δεν το βλέπεις, όπως κάποιοι άλλοι δημιουργοί που μπορεί να νιώθουν μια πίεση να κάνουν μια ταινία κάθε δύο ή τρία χρόνια, για παράδειγμα;
Όχι, δεν το βλέπω έτσι καθόλου. Εντάξει, θέλω να εμπλέκομαι σε ταινίες, αλλά επειδή κάνω και μοντάζ στο σινεμά, μου καλύπτει ένα κομμάτι της δημιουργικότητάς μου, για να μην με καίει να κάνω μια ταινία κάθε ένα, δύο ή τρία χρόνια. Τώρα, η επόμενη ταινία θα είναι πιο σύντομα, γιατί ήταν έτοιμο το σενάριο, πριν τελειώσω αυτή, αλλά είναι τελείως τυχαίο. Δεν είναι ότι καίγομαι πραγματικά να βρίσκομαι στα πράγματα κάθε λίγο και λιγάκι. Ούτε με απασχολεί πόσες ταινίες θα καταφέρω να κάνω γενικά στη ζωή μου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η επόμενη ταινία τι θα αφορά;
Είναι ένα sports teen movie. Η ηρωίδα είναι μια έφηβη κοπέλα, αθλήτρια του τζούντο που ξεκινάει από το νησί της κι έρχεται στην Αθήνα, αφού την εντοπίζει ένας sensei (σ.σ. δάσκαλος, καθοδηγητής στα ιαπωνικά), προκειμένου να διεκδικήσει την πρόκρισή της στους Ολυμπιακούς αγώνες. “Karate kid” δηλαδή.

Αλλά με κεντρικό χαρακτήρα ένα κορίτσι.
Επειδή και στην πρώτη και στη δεύτερη ταινία, ήταν άνδρας ο κεντρικός ήρωας, ήθελα πολύ να κάνω κάτι με ένα κορίτσι στον βασικό ρόλο.

Σου φαίνεται πιο δύσκολο να γράψεις ένα γυναικείο χαρακτήρα ή όχι;
Ναι, εννοείται ότι είναι πιο δύσκολο. Θέλει κουβέντα με κορίτσια, έρευνα, πώς το βλέπουν, πώς το σκέφτονται, τι θα έκαναν. Είναι διαφορετικά όντα τα κορίτσια από τους άντρες, όπως και να το κάνουμε. Είναι και πιο σύνθετα και αυτό δίνει έδαφος για να αναπτύξεις ένα χαρακτήρα περισσότερο. Οι άνδρες είμαστε πιο απλά ζώα.

Unpleasant 0036.jpg

Είδες τον εαυτό σου να λειτουργεί διαφορετικά στο “Tungsten” και τον «Δυσάρεστο»;
Η βασική διαφορά στη διαδικασία ήταν το budget. Και στις δύο ταινίες είναι μικρό, αλλά στο “Tungsten” ήταν ανύπαρκτο. Και σε σχέση με το budget που θα χρειαζόταν κανονικά ο «Δυσάρεστος», τα χρήματα ήταν πολύ λιγότερα και χωρίς κρατική βοήθεια, ουσιαστικά. Είναι μια ταινία που έχει γίνει με λεφτά φίλων μου παραγωγών και δικά μου, όπως και το “Tungsten”, άλλωστε.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κατά τ’ άλλα, έχω κρατήσει σχεδόν το ίδιο team, το οποίο είναι και πολύ σκληραγωγημένο από την πρώτη ταινία που έγινε με το τίποτα. Εμένα αν με ρωτήσεις, κάθε ταινία είναι ταλαιπωρία για να γίνει. Περνάω απαίσια. Και στο “Tungsten” πέρασα απαίσια και σ’ αυτή πέρασα απαίσια, αυτό δεν αλλάζει. Είναι φοβερή η πίεση που δέχομαι, όχι από ανθρώπους, από την ίδια την κατάσταση. Σε κάθε γύρισμα δεν ξέρεις αν θα καταφέρεις να βγάλεις το πρόγραμμα. Αν δεν καταφέρεις να το βγάλεις, σου μένουν υπόλοιπα που μπορεί να χρειαστούν άλλες μέρες γυρίσματος. Αυτό σημαίνει ότι είσαι ήδη εκτός προϋπολογισμού.

 Στον «Δυσάρεστο» μας τελείωσε ο προϋπολογισμός και ψάχναμε να βρούμε λεφτά. Μας πήρε κάποιους μήνες, μέχρι να καταφέρουμε να τελειώσουμε την ταινία. Είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο άγχος που μεταφράζεται σε καθημερινή ταλαιπώρια. Το άγχος αυτό το κουβαλάω από την ώρα που θα πάω στο γύρισμα, μέχρι να τελειώσω.

Είναι κι αυτός ένας λόγος που δεν σε ενδιαφέρει να κάνεις πολύ συχνά ταινίες;
Πιθανότατα, ναι. Άμα είναι μόνο ταλαιπωρία η ταινία…(γελάει). Μέχρι να τελειώσει η ταινία και να αρχίσεις να παίρνεις χαρά που σε κάποιους αρέσει, περνάνε χρόνια. Είναι ένας παράγοντας που τον σκέφτεσαι η ταλαιπωρία: ψυχολογική, σωματική, οικονομική, τα πάντα.

Σε ένα φανταστικό δείπνο, όπου θα μπορούσες να καλέσεις όποιον σκηνοθέτη ήθελες, ζωντανό ή νεκρό, ποιους θα επέλεγες;
Θα καλούσα τον Ντε Σίκα, τον Αντονιόνι - είμαι σίγουρος ότι θα τσακωνόταν με τον Ντε Σίκα και θα είχε ενδιαφέρον η βραδιά – και θα καλούσα κι έναν Αμερικάνο σίγουρα. Θα έλεγα τον Σίντνεϊ Λιούμετ, τον θεωρώ τεράστιο σκηνοθέτη. Τέσσερις αρκούν, είναι ένας καλός αριθμός για δείπνο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Δε Θέλω να Γίνω Δυσάρεστος Αλλα Πρέπει να Μιλήσουμε για Κάτι Πολύ Σοβαρό»

  • Παραγωγή: Γιώργος Γεωργόπουλος, Αντώνης Κοτζιάς, Χρήστος Β. Κωνσταντακόπουλος, Σωτήρης Τσαφούλιας
  • Σκηνοθεσία: Γιώργος Γεωργόπουλος
  • Σενάριο: Γιώργος Γεωργόπουλος, Μαρία Φακίνου
  • Φωτογραφία: Χριστίνα Μουμούρη
  • Μοντάζ: Γιώργος Γεωργόπουλος
  • Μουσική: Kid Moxie
  • Πρωταγωνιστούν: Ομηρος Πουλάκης, Βαγγέλης Μουρίκης, Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Ιωάννα Παππά, Κόρα Καρβούνη, Βίκυ Παπαδοπούλου
  • Διάρκεια: 100 λεπτά
  • Διανομή: Weird Wave

Περισσότερα από το VICE

Rufulu: «Μου Δίνει Ελπίδα Ότι Λειτουργούμε πιο Συλλογικά για να Λύσουμε τα Κοινωνικά Προβλήματα»

Αυτός ο Οπαδός Έγινε Meme ως το Πρόσωπο της Απογοήτευσης

Η Γυναικοκτονία Δεν Είναι μια «Φάση που Στράβωσε» Αλλά μια Αρρώστια Ριζωμένη

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.