Διασκέδαση

Η Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά: Η Ελληνική Ταινία που Έβαλε τους Πρωταγωνιστές της σε Καραντίνα

Κυκλοφόρησε σε μία ελληνική αίθουσα και για μόλις μία εβδομάδα, πριν από περίπου 20 χρόνια.
Στιγμιότυπο 2020-09-16, 5

Βρισκόμαστε στο «σωτήριον έτος» 2000, όταν από το πουθενά εμφανίζεται στους δρόμους της Αθήνας ένας γιγαντιαίος μουσακάς, ο οποίος, σκορπά τον τρόμο και τον θάνατο. Όλοι προσπαθούν να καταλάβουν τι συμβαίνει και πώς θα εξουδετερώσουν αυτή τη γευστική απειλή, την ίδια στιγμή που δημοσιογράφοι από όλα τα μεγάλα ξένα ειδησεογραφικά δίκτυα καταφθάνουν στην ελληνική πρωτεύουσα για να καλύψουν τα γεγονότα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τα παραπάνω αποτελούν τη βάση του σεναρίου μιας από τις πιο ανατρεπτικές ταινίες στην ιστορία του ελληνικού σινεμά.

Ο λόγος για το cult διαμάντι «Η Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά», που κυκλοφόρησε σε μια ελληνική αίθουσα -συγκεκριμένα στον κινηματογράφο «Δαναός»- και για μόλις μία εβδομάδα πριν από περίπου 20 χρόνια.

Η πρώτη ταινία του Πάνου Χ. Κούτρα, που αργότερα μας έδωσε ταινίες όπως το «Στρέλλα» και το «Ξενία», δεν τα πήγε καλά στην Ελλάδα. Ωστόσο, αναγνωρίστηκε στη δύσκολη γαλλική αγορά και στην Ιαπωνία.

«Η Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά, μια ελληνική, γκέι τρέλα με μια αυθάδεια συχνά συγκινητική», έγραφε το 2000 η Libération σε μία από τις δεκάδες θετικές κριτικές που απέσπασε στον γαλλικό Τύπο. Μάλιστα, κάποιοι από τους κριτικούς χρησιμοποίησαν αυτό το πανέξυπνο b-movie για να «αποκαθηλώσουν» τον Ed Wood στις συνειδήσεις των αναγνωστών.

«Χορταστικό b movie όπως το θέλει και ο τίτλος του, αυτή η καλοκαιρινή φάρσα επιτυγχάνει δύο κατορθώματα την ίδια στιγμή: Το πρώτο, να τελειώσουμε μία για πάντα με την πεισματική ιδέα ότι ο Ed Wood ήταν κάτι παραπάνω από ένα κακός σκηνοθέτης. Αρκεί να συγκρίνεις το Plan 9 με αυτό το πολύχρωμο βίντεο για να αποδειχθεί ότι μια ανορεξία των τεχνικών μέσων έχει λιγότερη σημασία από μια αυθεντική αίσθηση του ρυθμού, για να διηγηθεί μια ιστορία που αντέχει έως τέλους. Το δεύτερο είναι να εκδικηθεί στο όνομα μιας γενιάς μπουχτισμένης από κακό φαγητό με ένα όραμα μιας μοντέρνας διατροφής, απολαυστικής και τραυματικής συγχρόνως. Αν υποθέσουμε ότι η ταινία είναι μια μπλόφα, το κάνει με έναν τρόπο που δεν ακυρώνει την κινηματογραφική της ταυτότητα. Η Αθήνα είναι έξοχα κινηματογραφημένη, και αν η αισθητική της ταινίας παραπέμπει σε γκέι πρότυπα, κατορθώνει, πριν γίνει φαντασμαγορική, να δώσει μια πραγματική άποψη που διαθέτει και ανθρωπιά», έγραφε ένας συντάκτης του Cahiers du Cinema.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Στην Ελλάδα η ταινία άργησε να αποκτήσει το κοινό της, όπως έχει συμβεί με αρκετά φιλμ που έγραψαν ιστορία -βλέπε «Τα Φτηνά Τσιγάρα». Πλέον, αυτή η φάρσα επιστημονικής φαντασίας θεωρείται από πολλούς ως ένα χαμένο κομμάτι του ελληνικού σινεμά, που δυστυχώς δεν δημιουργήθηκε ποτέ.

Είχα για πολλά χρόνια την επιθυμία να τη δω. Την είχα πετύχει ένα βράδυ στην τηλεόραση, όμως, προτίμησα να την παρακολουθήσω από την αρχή και ευτυχώς τη βρήκα στο Cinobo - το οποίο κάνει πολύ καλή δουλειά.

Γνώριζα ότι πρόκειται για ιδιαίτερη ταινία, όμως έκανα το λάθος να περιμένω κάτι στο ύφος του -εξίσου επικού, αλλά για άλλους λόγους- «Το Κλάμα Βγήκε απ' τον Παράδεισσο». Καμία σχέση. Ο Κούτρας με αυτή την ανάλαφρη και γρήγορη κωμωδία έχει καταφέρει να βγάλει «γλώσσα» στις κλασικές sci-fi ταινίες, να κινηματογραφήσει μαγικά την Αθήνα, να κάνει μια βουτιά στην LGBT κοινότητα -και κάποιες υποκουλτούρες- και να αναδείξει παθογένειες της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας.

Ο Άρης, ένα παραμελημένο παιδί ενός νέου υπουργού και της εθισμένης στα ναρκωτικά γυναίκας του ζει σε ένα πλούσιο προάστιο της Αθήνας - όντας μάρτυρας της τοξικής σχέσης των γονιών του. Ένα βράδυ αποφασίζει να δώσει ένα κομμάτι μουσακά στον σκύλο του, επειδή ο ίδιος δεν είχε όρεξη για φαγητό.

Εκείνη τη στιγμή γίνεται μάρτυρας ενός κοσμοϊστορικού γεγονότος. Ένα UFO -που στην πραγματικότητα λόγω έλλειψης μπάτζετ, ήταν ένα μεγεθυμένο λαμπατέρ- ρίχνει τις ακτίνες του πάνω στο κομμάτι και το μετατρέπει σε μια τεράστια οντότητα θανάτου, μέσα στην οποία, μάλιστα, παγιδεύεται μία από τις εξωγήινες -που ενσαρκώνονται από πασίγνωστα μοντέλα της εποχής- που πραγματοποιούν έρευνα στη Γη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
unnamed.jpg

Η ιστορία ακολουθεί την οικογένεια του υπουργού Μπουντάλα, την drag queen και σπουδάστρια μόδας Τάρα, τον μελετητή ουράνιων σωμάτων Αλέξη Αλεξίου και τη «δαιμόνια ρεπόρτερ» Εύη Μπέη. Οι ιστορίες τους είναι τόσο διαφορετικές, όμως στο τέλος γίνονται ένα.

Και μπορεί η ταινία να αποτελεί τον ορισμό του χαβαλέ -κάτι σαν Γιάννης Οικονομίδης στο κωμικό-, όμως κατά βάθος αποτελεί ένα statement για την αποδοχή του διαφορετικού, την «κανονικοποίηση» του gay έρωτα και της υιοθεσίας από ομοφυλόφιλα ζευγάρια. Όλα αυτά στην Ελλάδα των 90's και των early 00's.

Παράλληλα, ασκεί κριτική στην αποχαύνωση που προκαλούν τα μέσα ενημέρωσης. Ένα πρόβλημα που, σήμερα, με την έλευση του Διαδικτύου στις ζωές μας, έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις.

Μάλιστα, μπορεί κανείς να δει και ομοιότητες με την πανδημία του κορονοϊού, αφού ίσως μιλάμε για την πρώτη ελληνική ταινία που έβαλε τους πρωταγωνιστές της σε καραντίνα. Οι σκηνές που αφορούν την ανακοίνωση της απαγόρευσης κυκλοφορίας είναι ανατριχιαστικές όταν τις βλέπεις υπό αυτό το πρίσμα.

the-attack-of-the-giant-moussaka.jpg

Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει και στον Γιάννη Αγγελάκη που δίνει ρεσιτάλ ως Τάρα, αλλά και σε έναν δεύτερο ρόλο, αυτόν του Ελληναρά που παρακολουθεί τηλεόραση. Ο γνωστός ηθοποιός και make up artist (που έφυγε ξαφνικά από τη ζωή το 2016) χαρίζει στο κοινό μια από τις πιο δυνατές μουσικές στιγμές που έχουμε δει σε ελληνική ταινία.

H Τάρα, όντας απογοητευμένη από το γεγονός ότι το φλερτ της (ένας νεαρός Γιάννης Σπαλιάρας) εθεάθη με άλλο αμόρε, τριγυρνάει στα πέριξ της Ομόνοιας, τραγουδώντας μια ελληνόφωνη διασκευή στο Walk On By της Dionne Warwick. Από τα highlight της ταινίας! Η drag queen με τους δύο κολλητούς της αποτελούν κατά την ταπεινή μου άποψη ένα, στιλιστικά, iconic trio.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Φτάνοντας στο τέλος της ταινίας -δεν θα κάνω spoiler μην ανησυχείτε- είχα την αίσθηση ότι το 2000 χάθηκε μια τεράστια ευκαιρία για τον ελληνικό κινηματογράφο. Μια ευκαιρία να εκμοντερνοποιηθεί ή τουλάχιστον να δημιουργήσει μια μικρή σκηνή έτοιμη να παράγει b-movies που θα κάνουν τον γύρο τους στα σινεμά του κόσμου.

Δυστυχώς, προσπάθειες όπως αυτή του «Γιγαντιαίου Μουσακά» αναγνωρίζονται χρόνια αργότερα, κυρίως από στόμα σε στόμα. Αυτό κάνει σίγουρα τους Έλληνες δημιουργούς πιο διστακτικούς στο να γυρίσουν κάτι που δεν ταιριάζει στο πολύ συγκεκριμένο μοτίβο που κινείται εδώ και δεκαετίες η εγχώρια βιομηχανία. Τουλάχιστον, θα έχουμε πάντα τον μουσακά.

Ακολουθήστε τον Αντώνη Κωνσταντάρα στο Ιnstagram.

Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.

Περισσότερα από το VICE

Η Φοιτητική Ζωή μου ως Έμπορος Ναρκωτικών στο Πανεπιστήμιο

Σεξουαλική Κακοποίηση Μέσω Εικόνας: Μια Σύγχρονη Μορφή Έμφυλης Βίας

Οι «Αθηναίοι» του Σωκράτη Μπαλταγιάννη Παίρνουν τα Βουνά

Ακολουθήστε το VICE σε Twitter, Facebook και Instagram.