Αντιγόνη Γάτου
Την επόμενη μέρα ζήτησα από τον Βαγγέλη να μην πάει στη δουλειά. Του είπα πως δεν είναι καλά η Ραφαέλα και να μείνει μαζί μας. Μου απάντησε, «πήγαινέ τη μια βόλτα». Θυμάμαι, ήταν Νοέμβριος μήνας και φυσούσε πάρα πολύ. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και καθώς την έβαζα στο καθισματάκι της, παρατήρησα πως μετά βίας μπόρεσα να κλείσω τη ζώνη. Την πήγα στην πλατεία των Τρικάλων και μετά στο σπίτι του νονού της. Καθίσαμε εκεί, παίξαμε και το βραδάκι φύγαμε. Επειδή έβρεχε, ήρθε μαζί μου η μητέρα του νονού της να με βοηθήσει να μπούμε στο αυτοκίνητο - πάλι το πρόβλημα με τη ζώνη. Στο πορτ μπαγκάζ ήταν τα ψώνια που είχαμε κάνει και δίπλα από το καθισματάκι, το καροτσάκι της. Θέση στο πίσω κάθισμα, δεν υπήρχε. Με τη βροχή να μη σταματάει, τη ζώνη να μην μπαίνει και τη Ραφαέλα να κλαίει, της ζήτησα να κάτσει στη θέση του συνοδηγού με το μωρό στην αγκαλιά της.Στον δρόμο μας υπήρχε μια χωρίς σήμανση γέφυρα, από αυτές τις κίτρινες που περνάμε τα ποτάμια αν ξέρεις. Σε αυτές τις γέφυρες υπάρχει ένα κράσπεδο και στένωση του δρόμου. Το συγκεκριμένο ήταν πάρα πολύ ψηλό και σκεπασμένο με χόρτα. Ο δεξιός μπροστινός τροχός βρήκε στο κράσπεδο. Αυτό ήταν - κι ας πηγαίναμε με δέκα χιλιόμετρα. Το παιδί της έφυγε από τα χέρια. Δεν ξέρω πού βρήκε, αλλά δεν είχε ούτε μια γρατζουνιά, ούτε αίμα, αλλά ούτε και αισθήσεις.Δεν είναι ο φυσιολογικός κύκλος της ζωής αυτός - να φεύγει το παιδί πριν τη μάνα.
Στο σπίτι δεν έχω αλλάξει το δωμάτιό της, όμως εκεί δεν μπαίνω. Δεν μπορώ.
Μας έβαλαν από μία καρέκλα. Δεξιά εγώ, αριστερά ο Βαγγέλης. Να βλέπεις τα μηχανήματα, τους ρυθμούς της καρδιάς να πέφτουν και να μην ξέρεις τι να κάνεις. Να φεύγει το παιδί σου μες στα μάτια σου. Της τραγουδήσαμε την «Κουκουβάγια» που της άρεσε. Είσαι τόσο αδύναμος να αντιμετωπίσεις αυτό το μαύρο του θανάτου. Πώς να το αντέξεις;Ένα παιδί που χάνει τους γονείς του το λέμε ορφανό, μια γυναίκα που χάνει τον άνδρα της χήρα. Πες μου πώς λέμε μια μάνα που χάνει το παιδί της; Ξέρεις; Δεν ξέρεις, γιατί δεν υπάρχει αυτή η λέξη.
VICE Video: Οι Επαγγελματίες Υγείας στην Ελλάδα Βρίσκονται στα Όρια της Εξάντλησης
Στο σπίτι δεν έχω αλλάξει το δωμάτιό της, όμως εκεί δεν μπαίνω. Δεν μπορώ. Μπήκα μία φορά όταν ήρθα από τη Γερμανία. Πήρα τα ρούχα της, τα μύρισα, τα έβαλα σε μία σακούλα και έκλεισα την πόρτα. Αν θες να σωθείς από αυτό, δεν πρέπει να τα ανακατεύεις. Φωτογραφίες της, όμως, έχω παντού, σε κορνίζες, στο κινητό μου. Είναι δύσκολο να ζεις μόνο με αναμνήσεις.Η σχέση μου με τον Βαγγέλη όχι μόνο δεν διαταράχτηκε από την απώλεια της Ραφαέλας, αλλά δεθήκαμε πιο πολύ. Δεν έχουμε μαλώσει ούτε μια φορά και δεν με κατηγόρησε ποτέ. Δυο μήνες μετά τον θάνατο του παιδιού έμεινα έγκυος. Αισθάνθηκα για πρώτη φορά ξανά χαρά, ένιωθα ένα φτερούγισμα. Όταν συμπληρώθηκαν, όμως, τα τρίμηνα της Ραφαέλας καθώς έφτιαχνα το σιτάρι για να τη διαβάσουν στην εκκλησία, το ‘χασα το μωρό από τη στενοχώρια. Ήταν σαν να μην ήμουν έτοιμη, ενώ το ήθελα πολύ.
Λέμε συνέχεια, όμως, για τις μάνες και αισθάνομαι πως αδικούμε τους πατεράδες. Μπορεί εμείς να γεννάμε, να θηλάζουμε, να είμαστε από πάνω τους, αλλά εκείνοι υποφέρουν περισσότερο. Στις αρχές έφευγα μες στη νύχτα και πήγαινα στο κοιμητήριο. Έβρισκα γαλήνη εκεί, όσο μακάβριο κι αν σου ακούγεται. Εκείνα τα βράδια έβρισκα πατεράδες να κάθονται πάνω από τα μνήματα των παιδιών τους να κάνουν τσιγάρο. Είναι οι κρυφοί ήρωες οι πατεράδες. Ραγίζουν πιο εύκολα κι ας τους έχουμε για δυνατούς. Ο Βαγγέλης πονάει περισσότερο, γιατί πονάει και για εμένα.Τι μου αρέσει σήμερα; Μου αρέσει να κάνω γλυκά. Και να βλέπω διαφημίσεις. Έξω δεν βγαίνω πολύ. Δεν θέλω να μεταδίδω τη μαυρίλα μου. Κι όταν βγαίνω και είμαι στο μηχανάκι, αν δω παιδιά στο μπροστινό κάθισμα των αυτοκινήτων τούς χτυπάω τα τζάμια. «Βάλε πίσω το παιδί τώρα», τους φωνάζω. Δεν με νοιάζει, ας με πουν τρελή. Μήπως να κολλήσω φωτογραφίες από το μνήμα του παιδιού μου για να καταλάβουν;Κι όταν βγαίνω και είμαι στο μηχανάκι, αν δω παιδιά στο μπροστινό κάθισμα των αυτοκινήτων τούς χτυπάω τα τζάμια. «Βάλε πίσω το παιδί τώρα», τους φωνάζω. Δεν με νοιάζει, ας με πουν τρελή.
Είναι ο θάνατος με τον οποίο δεν μπορείς να συμβιβαστείς. Θέλω να προχωρήσω, να βγω από τη μαυρίλα. Θέλω. Κι αναγκαστικά θα προχωρήσουμε. Επιβάλλεται. Δεν έχουμε άλλη επιλογή.Πώς φαντάζομαι τη ζωή μου δέκα χρόνια μετά; Δεν φαντάζομαι τίποτα. Δεν ξέρω. Δεν με νοιάζει. Σταμάτησα να κάνω σχέδια ζωή όταν έχασα τη Ραφαέλα. Ακυρώθηκαν τα πάντα. Είναι μάταιο. Ζω για το σήμερα. Είναι γελοίο να σχεδιάζεις.Πώς φαντάζομαι τη ζωή μου δέκα χρόνια μετά; Δεν φαντάζομαι τίποτα. Δεν ξέρω. Δεν με νοιάζει. Σταμάτησα να κάνω σχέδια ζωή όταν έχασα τη Ραφαέλα.
Ολυμπία Καραμπέτσου
Από την αρχή το ένιωσα πως τον Δημήτρη θα τον χάσω στο τέλος. Ίσως, είμαι η πιο συνειδητοποιημένη μαμά. Είχα μελετήσει τόσο που ήξερα πως δεν είχαμε ελπίδες. Δεν τα είχε καταφέρει κανένα παιδάκι με αυτόν τον όγκο. Στην Ελλάδα μόνο ένα είχε παρουσιαστεί με αυτόν τον τύπο καρκίνου, που επίσης δεν τα κατάφερε. Μελετούσα, ρωτούσα, ενοχλούσα. Και μπορεί όλη αυτή η γνώση εμένα να με βασάνιζε και να με στενοχωρούσε, αλλά γλίτωσα το παιδί μου από αναίτιες ταλαιπωρίες.Ο Δημήτρης δεν έκλαψε ποτέ. Δεν με ξύπνησε ένα βράδυ. Δεν κατάλαβα πως έχω παιδί, ένα βαριά άρρωστο παιδί. Ήταν ο καλύτερος ασθενής. Άπλωνε μόνος το χεράκι του για να του πάρουν αίμα, χωρίς να κλαίει, χωρίς να αντιδράει. Με τους γιατρούς, όμως, δεν έγινε φίλος. Δεν γέλασε ποτέ με τα αστεία τους. Σοβαρός, ώριμος και ισχυρός. Ήμουν ένα τίποτα μπροστά του.Εκείνο το καλοκαίρι καταφέραμε και πήγαμε διακοπές. Σκέφτηκα πως θα ήταν οι τελευταίες του.
Τόσο επιθετικός ήταν ο όγκος, που δεν τον άφησε τον Δημήτρη μου να ξεκουραστεί. Παρουσίασε διασπορά μέχρι τη λεκάνη, με αποτέλεσμα το παιδί να σταματήσει να περπατάει. Από μαγνητική σε μαγνητική, ο όγκος μεγάλωνε. Τον Ιανουάριο του 2015 είχε πια κλείσει τα τρία και ξεκινήσαμε ακτινοβολίες. Ήταν περισσότερο υποστηρικτικές, αλλά πράγματι περπάτησε για λίγο. Εκείνο το καλοκαίρι καταφέραμε και πήγαμε διακοπές. Σκέφτηκα πως θα ήταν οι τελευταίες του.Με την επιστροφή μας ξεκίνησαν οι υποτροπές. Βρήκαμε ένα πειραματικό σχήμα φαρμάκων ∙ το δοκιμάσαμε και αυτό. Σταθεροποιήθηκε η κατάσταση, για να έρθει λίγο καιρό μετά και η τελευταία υποτροπή. Τότε σήκωσα τη σημαία μου. Ένας γιατρός, μου είπε «το θεωρώ ανήθικο να συνεχίσουμε». Κι ενώ υπήρχε ένα ακόμη φαρμακευτικό σχήμα να δοκιμάσουμε, πήρα τον Δημήτρη σπίτι. Δεν ξέρω άλλο παιδί που να ’χε αυτή την «τύχη», να φύγει στο σπίτι του κι όχι σε κάποιο νοσοκομείο με σωληνάκια.Ένας γιατρός, μου είπε «το θεωρώ ανήθικο να συνεχίσουμε». Κι ενώ υπήρχε ένα ακόμη φαρμακευτικό σχήμα να δοκιμάσουμε, πήρα τον Δημήτρη σπίτι.
Όταν ήρθαμε σπίτι ήταν σχετικά καλά. Δεν ήταν διασωληνωμένος, δεν ήταν ταλαιπωρημένος. Εδώ έζησε και πάλι σαν παιδί. Τον έβαζα στο καρότσι και πηγαίναμε βόλτες στην παραλία να πετάξουμε πετρούλες, καθόμασταν στην αυλή κάτω από τη λεμονιά για να μαζεύει λουλούδια που τόσο του άρεσαν, έπαιζε με τον αδερφό του, κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι. Τότε κατάλαβα πως στο νοσοκομείο δεν θα τον πήγαινα ούτε στο τέλος. Ευτυχώς, είχα αναπτύξει σχέσεις με τους γιατρούς της Πάτρας κι όποτε χρειάστηκα βοήθεια, ήρθαν εδώ στο σπίτι μας. Συμφωνούσαν κι εκείνοι με την απόφασή μας.Όλα άλλαξαν όταν έπαθε καθίζηση η σπονδυλική του στήλη και δεν μπορούσε πια να ελέγξει το σώμα του. Ήταν η πρώτη φορά που πόνεσε τόσο ενώ ήταν στο σπίτι. «Μανούλα, δεν αντέχω άλλο», μου είπε. Μια εβδομάδα μετά έφυγε.Ήταν η πρώτη φορά που πόνεσε τόσο ενώ ήταν στο σπίτι. «Μανούλα, δεν αντέχω άλλο», μου είπε. Μια εβδομάδα μετά έφυγε.
Το πρωί εκείνο κατάλαβα πως αυτή θα ήταν η τελευταία του μέρα. Έφυγα και πήγα να του αγοράσω καινούργια ρουχαλάκια. «Θα του κάνουν και του χρόνου», μου είπε η πωλήτρια. Γύρισα και ξάπλωσα στο κρεβάτι του και χωρίς να το έχω σχεδιάσει καθόλου άρχισα να του μιλάω στο αυτάκι του. «Δημητράκη μου ήρθε η ώρα να φύγεις, να πας δίπλα στην Παναγίτσα. Να ξέρεις ότι εκεί θα είναι πολύ όμορφα. Και εγώ δεν θα σε αφήσω ποτέ, γιατί εκεί ο χρόνος κυλάει πολύ διαφορετικά αγόρι μου και σύντομα θα είμαι και εγώ μαζί σου». Με το που τελείωσα τη φράση μου, το παιδί μας έφυγε. Με άκουσε κι έφυγε. Ήσυχα και όμορφα. Κι εγώ ήμουν εκεί στην πρώτη και την τελευταία του ανάσα.Τι γίνεται μετά δεν ξέρω - το ψάχνω. Ίσως και τίποτα, ίσως και κάτι. Ο Γιώργος πριν την περιπέτεια του Δημήτρη δεν πίστευε, αλλά τώρα νηστεύει, προσεύχεται, πηγαίνει στην εκκλησία.
Στην κηδεία του δεν έκλαψα καθόλου. Τον είχα, ήδη, κλάψει εγώ τον Δημήτρη μου. Τον φρόντισα, τον έπλυνα, τον έντυσα. Δεν τον πήρα παγωμένο από ένα ψυγείο.Τώρα, ο Μάριος δεν μου επιτρέπει να σκεφτώ πολύ, είναι τόσο ζωηρός που κάνει για δέκα παιδιά. Αν δεν είχα τον Μάριο δεν θα την πάλευα. Ο Μάριος με κρατάει. Κι επειδή έλειπα για τόσο διάστημα από δίπλα του έχω τύψεις. Δεν είναι εύκολο ούτε και για εκείνον η απώλεια του Δημήτρη, κάθε μέρα θα τον αναφέρει. Άσε που έζησε τόσα στα νοσοκομεία. Ο Μάριος πενθεί, όπως και εμείς. Τον είχα προετοιμάσει όμως. Στην υποτροπή του Δημήτρη, μετά τις διακοπές μας, του είπα ότι ο Δημήτρης μας μπορεί να μην τα καταφέρει. Έκλαψε τόσο πολύ εκείνο το απόγευμα.Ο Μάριος πενθεί, όπως και εμείς. Τον είχα προετοιμάσει όμως. Στην υποτροπή του Δημήτρη, μετά τις διακοπές μας, του είπα ότι ο Δημήτρης μας μπορεί να μην τα καταφέρει. Έκλαψε τόσο πολύ εκείνο το απόγευμα.
Τα ρούχα, τα παιχνίδια και οι αναπτήρες του –είχε μεγάλη συλλογή - είναι ακόμη στη θέση τους. Φωτογραφίες του, όμως, δεν έχω πολλές. Τις έχω περιορίσει. Δεν θέλω για τον Μάριο. Για τον Μάριο πήραμε και σκύλο, 20 μέρες από την ημέρα που έφυγε ο Δημήτρης. Και το λέω σε όλους τους γονείς με απώλεια, να πάρουν σκύλο.Με τον Γιώργο ήρθαμε ακόμη πιο κοντά. Δεν έφυγε καθόλου από το πλευρό του Δημήτρη. Ήμασταν σε όλα μαζί. Οι άνθρωποι που μένουν δίπλα σου, όμως, σε μια τέτοια περιπέτεια είναι μετρημένοι στα δάχτυλα - η αδερφή μου, η ξαδέρφη μου, μία παιδική μου φίλη, μια γειτόνισσα που έχασε και εκείνη το παιδί της και τη γνώρισα μέσα στην «Φλόγα» ενώ μένουμε ένα χιλιόμετρα μακριά. Με αυτήν την οικογένεια βρισκόμαστε κάθε εβδομάδα. Με κανέναν άλλο τόσο πολύ. Με αυτούς τους γονείς είμαστε πια συγγενείς. Οι γονείς που έχουμε χάσει τα παιδιά μας αποκτούμε μια σχέση αδερφική. Δεν μπορώ να σου την περιγράψω. Όσους γονείς γνώρισα στη «Φλόγα», όσο μακριά και αν είναι, στις Σέρρες, στη Ρόδο, έχουμε κρατήσει επικοινωνία. Μπαίνω στο σπίτι τους και είναι σαν να είμαι στο δικό μου. Μιλάμε για τα παιδιά μας συνέχεια. Μας κάνει καλό. Είναι οι μόνοι που μπορούμε να τα πούμε κι οι μόνοι που μπορούμε να τα ακούσουμε. Αυτοί οι γονείς που γνώρισα μέσα στο «Ελπίδα», αυτοί που ξέρουν πώς νιώθουμε.Στον Δημήτρη άρεσαν οι πέτρες της θάλασσας. Τώρα με πέτρες φτιάχνω κοσμήματα. Αυτό με έχει βοηθήσει περισσότερο από όλα. Ξεχνιέμαι.Οι γονείς που έχουμε χάσει τα παιδιά μας αποκτούμε μια σχέση αδερφική. Δεν μπορώ να σου την περιγράψω.
Περισσότερα από το VICEΠόσο Πρέπει να Φοβόμαστε Όλα Όσα Συμβαίνουν με την Τουρκία;Κατεβάσαμε τα Δεδομένα μας στο Facebook και Ήταν ΤρομακτικόΈνας Χρήσιμος Οδηγός για το Ποια Συμπληρώματα Διατροφής Λειτουργούν ΤελικάΓια τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.