FYI.

This story is over 5 years old.

Stuff

Granny Sitting: Προσέχοντας μια Γιαγιά με Γεροντική Άνοια

Η εμπειρία μου ως «baby sitter» μιας ηλικιωμένης που πάσχει από Αλτσχάιμερ.

«Είσαι πολύ καλός, είσαι ψηλός, τα μέσα σου όλα είναι καθαρά, διότι αγαπάς το παλικάρι μας», είπε στην πρώτη μας γνωριμία. Μπορεί να σκεφτεί κανείς πως τούτη η αντίδραση είναι αρκετά φιλελεύθερη για μια ηλικιωμένη, όταν γνωρίζει τον κολλητό του εγγονού της. Αλλά, εν προκειμένω, την απάντηση δίνει η πάθησή της: το Alzheimer. Μια εκφυλιστική ασθένεια του εγκεφάλου, που κατατρώει στο πέρασμά της τα κέντρα μνήμης και λόγου. Το πρώτο κάστρο της οικειότητας έπεσε λίγο αργότερα, κόντρα στις επιφυλάξεις μας για το πώς θα τα πάμε, όταν άνοιξε την τσάντα της, για να μου δείξει τα δεκάδες τσιμπιδάκια και faux δαχτυλίδια, τυλιγμένα σε χαρτοπετσέτες, που έκρυβε με τόση επιμέλεια.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Μεγαλωμένη στο αστικό περιβάλλον, η κυρία Ελένη κάθε μέρα στήνεται στον καθρέφτη, χτενίζει τα μαλλιά της σχολαστικά -πολλές φορές τόσο ακανόνιστα όπως ο ειρμός της σκέψης της- ενώ αργότερα παίρνει θέση στην καρέκλα που φωτίζεται μόνιμα από τα καρτούν του Nickelodeon που αγαπά να παρακολουθεί. Της χαρίζει ετεροχρονισμένα γέλια.

Έπειτα, θα παραδοθεί στην ιεροτελεστία της μέρας της: αραδιάζει ένα-ένα, πάνω στο τραπέζι, τα ασυγχρόνιστα κομμάτια μιας παλιάς ζωής: κέρματα, μενταγιόν και ένα δέμα χαρτοπετσέτες που έχει καβάτζα, για να τα επανατοποθετήσει όλα μέσα εκ νέου. Κάθε μέρα, γίνομαι μάρτυρας της ίδιας εικόνας: θα συναντήσει τυχαία ένα μενταγιόν που έχει «χαμένο» στην τσάντα της, θα το ανοίξει και μέσα θα βρει καρφιτσωμένη μια φωτογραφία της. «Κοίτα, μου λέγανε "σταρ Ελλάς". Εγώ τους έλεγα φυγέτε, είμαι αλλιώτικια. Είμαι για σπίτι». Της απαντώ πάντα καταφατικά, «εννοείται είσαι αλλιώτικια, είσαι πολύ καλή, τα μέσα σου είναι όλα καθαρά», κάνοντας ριμπάουντ τις δικές της εκφράσεις που αγαπά να λέει.

Σαν περάσει όμως η ώρα, η σπιτική αδράνεια την κάνει επιθετική. Στέκεται εμπρός στο παράθυρο παρατηρώντας τις φιγούρες του δρόμου που χάνονται, ενώ αναρωτιέται κατά πού πρέπει να πάει η ίδια. «Πρέπει να φύγω, με περιμένει η μάνα μου, είναι στο κρεβάτι. Εσύ κάτσε, είσαι καλός, εγώ πρέπει να φύγω». Όταν της αρνηθώ το άνοιγμα της πόρτας, σκορπά ο νους της. «Δεν μπορώ να καταλάβω, είσαι κακούργημα, σπάσ' την να πάει στο διάλο και πάμε να φύγουμε». Τότε συνήθως την προετοιμάζω για εικονικές επισκέψεις στη μαμά της, ποντιακούς χορούς ή την κερνάω σοκολάτα κρυφά απ' τους οικείους της, μιας και ενθουσιάζεται. Ενώ, άλλοτε την παροτρύνω να μου μιλά για τη ζωή της, αφού δρα αποπροσανατολιστικά. Δεν ξέρω, αν στα αλήθεια θυμάται ή τα επινοεί την ίδια στιγμή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Όταν έρθει η ώρα που τελειώνει η συντροφιά μας και πρέπει να την παραδώσω στην κόρη της που σχολά απο τη δουλειά, κατεβαίνουμε σε μια «αλυσίδα» cafe, λίγα μέτρα πιο κάτω από το σπίτι της και τρώει παγωτό. Καμιά φορά με κάνει να πιστεύω πως σφετερίζεται την περσόνα της Sophia Petrillo από το Golden Girls. Μπορεί να εξαπολύσει ατάκες σε όποιον της φαίνεται «αλλιώτικος». Φέρνει την τσάντα στο στήθος της και την κρατά σφικτά, ενώ η αντίδραση της ταιριάζει σε συνοικίες του Bronx. Κάνει πέρα με το χέρι για να περάσει, να φύγει ή να κάτσει. Αντιπαθεί για κάποιον λόγο τους εύσωμους, αυτούς με τα ξυρισμένα κεφάλια -«οι φασίστες πρέπει να φύγουν, είναι κρίμα να μην έχουν μαλλιά τα παιδιά, αυτό είναι χάλια»- ενώ χαιρετά μια κοπέλα που απεικονίζεται σε γιγαντοαφίσα του γυμναστηρίου της περιοχής. Απλά και μόνο επειδή χαμογελά.

Όλο αυτό το διάστημα της συναναστροφής μαζί της σκεφτόμουν, αν η άνοια είναι μια κατάσταση που «έχει γυρισμό» ή τουλάχιστον αν «τρενάρεται» με κάποιον τρόπο. Έτσι επικοινώνησα με μια αυθεντία της Νευρολογίας, την Καθηγήτρια του ΑΠΘ κα. Μάγδα Τσολάκη, διακεκριμένη παγκοσμίως επί της νόσου. «Νομίζω ότι γίνονται φιλότιμες θεραπευτικές κλινικές δοκιμές. Κανείς δεν ξέρει, αν και πότε τα αποτελέσματα είναι θετικά. Προς το παρόν εργαζόμαστε με συμπτωματικές και όχι αιτιολογικές θεραπείες», είπε. Τη ρώτησα, επίσης, κάτι που αποτελεί αγωνία αρκετών: αν υπάρχει οποιοδήποτε τεστ που να προβλέπει μια τέτοια εξέλιξη. «Η προσπάθεια για να βρεθούν αξιόπιστοι βιοδείκτες αυξάνεται καθημερινά. Πιστεύω ότι είναι δύσκολο να βρεθεί ένας ή περισσότεροι βιοδείκτες σύντομα, διότι η νόσος έχει πολυπαραγοντική παθογένεια και ανομοιογενή κλινική εικόνα». Τείχος δηλαδή κι εδώ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Φωτογραφία από τον χρήστη του Flickr Marjan Lazarevski

Με το granny-sitting, ήρθα, επίσης, σε επαφή με το ίδιο ηθικό δίλλημα που συνατά κανείς σε συγγενείς ασθενών με άνοια. Σε κάποια φάση, οι άνθρωποι αυτοί θα έχουν προβλήματα αυτοεξυπηρέτησης. Η κυρία Ελένη για την ώρα δεν αντιμετωπίζει κάτι τέτοιο. Ωστόσο, οι δικοί της άνθρωποι σκέφτονται, όπως όλοι, το εξής: με την ιδρυματοποίηση την εγκαταλείπω ή επιμένω και πιστεύω;

Μετέφερα τον προβληματισμό αυτόν στην κα. Τσολάκη, μιας και η ίδια πέρα απο την Νευρολογική-Ψυχιατρική ειδικότητα, έχει αρχικά και σπουδές στη Θεολογία, πεδία εκ βάθρων αντικρουόμενα, ακόμα και στο θέμα της «εγκατάλειψης». «Η άποψή μου είναι ότι και ο ασθενής με άνοια, όπως και οποιοσδήποτε άλλος ασθενής με οποιαδήποτε άλλη νόσο, θα πρέπει να περνάει από αυτή τη ζωή στην αιώνια, ζώντας τις τελευταίες στιγμές του στο σπίτι του, περιτρυγιρισμένος από τα παιδιά, τα εγγόνια, τα δισέγγονά του. Ωστόσο, υπάρχουν και περιπτώσεις που αυτή η ξεχωριστή χαρά δεν μπορεί να επιτευχθεί. Η μακρόχρονη εμπειρία μου, μου δίδαξε ότι η κάθε περίπτωση χρειάζεται τη δική της μοναδική αντιμετώπιση. Απλά, ας βάζουμε τον εαυτό μας πάντα στη θέση του αρρώστου. Τότε θα οδηγούμαστε στις καλύτερες επιλογές».

«Μήπως είδες τον άλλον;», με ρωτά σε άτακτα χρονικά διαστήματα. Ο «άλλος» είναι ο σύζυγός της. Γενικώς, δεν μου αναφέρει συχνά τραυματικές εμπειρίες. Είναι ο πρώτος που στα λόγια της έχει πεθάνει. Η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω αν η οικογένεια της κυρίας Ελένης ή οποιαδήποτε άλλη θα ανακουφιζόταν με το ενδεχόμενο της «αιώνιας ζωής» που ορίζει η θεολογία, αλλά ξέρω τούτο: πως η ίδια ταλαιπωρήθηκε αρκετά στην «επίγεια» ζωής της και, με έναν τρόπο, η φύση ή, για κάποιους, η «θεϊκή παρεμβαση», πάτησε delete στα σημεία που οι μνήμες ήταν κάτι παραπάνω απο οδυνηρές. Ακόμα και αν είναι ένα σώμα που περιφέρεται απλά στον χώρο, όσο «βραχνάς» κι αν φαντάζει, όσες φορές και αν συστηθούν ξανά στο παιχνίδι της μνήμης, «η συμπόνια του σήμερα είναι ίσως, η ανταπόδοση της αγάπης του χθες». Προχθές το βράδυ, έστεκε ξύπνια στο κρεβάτι κοιτώντας το χαμηλό ταβάνι. Αναρωτιέμαι, τι μπορεί να θυμάται. Την ρώτησα την επόμενη μέρα. « Χάλια» είπε και αράδιασε τα κοσμήματα, ξανά.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.