04
Διασκέδαση

Η Έλενα Τοπαλίδου Κάποτε Έφυγε από την Παλιά της Ζωή με Ένα Αμάξι Όπως στα «Μαγνητικά Πεδία»

Τα γυρίσματα της ταινίας -χειμώνα στην Κεφαλονιά, σε ένα ξενοδοχείο γεμάτο αντίκες- οι διατροφικές διαταραχές και η ησυχία που έχει κατακτήσει μέσα από το σκοτάδι.

Συναντώ την Έλενα Τοπαλίδου ένα απόγευμα καθημερινής και η πρώτη εικόνα που έχω από εκείνη είναι να περιστοιχίζεται από τους μαθητές της στην Επαγγελματική Σχολή Χορού της Λυρικής. Η ταλαντούχα χορεύτρια και ηθοποιός έχει αγαπητική σχέση μαζί τους, όπως και με όλους τους ανθρώπους και τα πράγματα που πια επιλέγει να είναι στη ζωή της.

Τα παιδιά έχουν μόλις δώσει εξετάσεις μπαλέτου και τραγουδάνε το «Θέλω να πάψεις να γελάς, θέλω να κλαις», το ρεμπέτικο τραγούδι του 1949 που τραγούδησε η δασκάλα τους αναπάντεχα λυρικά, στα «Μαγνητικά Πεδία» του Γιώργου Γούση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Στο τρυφερό road movie που απέσπασε έξι βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και τώρα είναι υποψήφιο για επτά βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, η Έλενα οδηγεί χωρίς προορισμό. Απροσδόκητα, ανεβαίνει στο πλοίο για Κεφαλονιά και συναντάει τον Αντώνη, ο οποίος θέλει να θάψει ένα μεταλλικό κουτί. Οι δυο τους θα ξεκινήσουν μια περιπλάνηση στο νησί, αναζητώντας με παιδική περιέργεια το κατάλληλο μέρος.

magneticfields2.jpg

Η ΕΛΕΝΑ ΤΟΠΑΛΙΔΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΣΟΤΣΙΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕ ΣΚΗΝΗ ΑΠΟ ΤΑ «ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΠΕΔΙΑ».

Οι απρόβλεπτες δυνάμεις που αναπτύσσονται μεταξύ δύο ανθρώπων σε φυγή από την πραγματικότητά τους και οι αυτοσχεδιαστικοί διάλογοι ανάμεσα στην Έλενα Τοπαλίδου και τον Αντώνη Τσιοτσιόπουλο δημιουργούν μια από τις αισθαντικές κι ενδιαφέρουσες ελληνικές ταινίες των τελευταίων ετών.

Η Έλενα έχει βρεθεί και η ίδια στη συνθήκη που βλέπουμε την Έλενα της μεγάλης οθόνης: Να μην ξέρει πού θα πάει μετά, αλλά να είναι ζήτημα ζωής και θανάτου να φύγει. Αρκετά χρόνια πριν, η ζωή της είχε γίνει αβίωτη. Ήταν σίγουρη ότι δεν μπορούσε να είναι άλλο ο άνθρωπος που ήταν.

Οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες φέρουν τα πραγματικά ονόματα των ηθοποιών που τους υποδύονται, καθόλου τυχαία, αφού το σενάριο προέκυψε και μέσα από τη σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους συντελεστές της ταινίας.

Η τελική μορφή της ταινίας ανακαλύφθηκε στην Κεφαλονιά. «Η συνθήκη ήταν εξωφρενικά χαριτωμένη και γεννούσε το μυαλό πολλές σκέψεις για το τι θα μπορούσε να γίνει παρακάτω. Για μένα, ο Ζορζ (σ.σ. το αυτοκίνητο) είναι ο τρίτος χαρακτήρας της ταινίας και η θεία (σ.σ. τα κόκαλα της οποίας βρίσκονται στο κουτί) ο τέταρτος», σημειώνει η Έλενα Τοπαλίδου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
06.jpg

Εκείνη είναι μια γυναίκα μαγνητική, που άμα τη εμφανίσει κάνει την καθημερινότητα των γύρω της λίγο πιο ποιητική, μια καλλιτέχνης sui generis. Από την «Οκτάνα», την εμβληματική ομάδα σύγχρονου χορού στην οποία ανήκε μαζί με τον Κωνσταντίνο Ρήγο και τη «Μήδεια» του Δημήτρη Παπαϊωάννου, έκανε τη προδιαγεγραμμένα επιτυχημένη μετάβαση στην υποκριτική.

Παρόλα αυτά, μέχρι σήμερα, κάνει κάθε πρωί μια ώρα ισχυρή γυμναστική μπαλέτου στην κουζίνα της, συνήθεια που τηρεί ευλαβικά. «Είναι αυτή η συμφιλίωση που έχω σήμερα με τον χορό, η πρωινή μου προσευχή».

«Τώρα πια νιώθω ότι είμαι και ηθοποιός, γιατί ο κόσμος το δέχτηκε. Είναι πολύ αστείο. Όταν κάποιος που δεν με ξέρει με ρωτάει με τι ασχολούμαι, πάντα έχω ένα κόμπιασμα στην αρχή. Απαντάω αναλόγως με το ποιος θα με ρωτήσει. Και τραγουδίστρια είμαι. Άντε πια», λέει γελώντας.

«Στη ζωή μου έπρεπε να γίνω χορεύτρια. Αυτό είναι σίγουρο. Χορεύτρια νιώθω, αν και η σχέση μου με τον λόγο με έχει μάθει κι άλλα πράγματα πλέον. Με έχει κάνει να πιστέψω περισσότερο στον εαυτό μου. Με έχει βοηθήσει πολύ να αποδεχθώ τα καλά πράγματα που έχω. Τα κομπλιμέντα που μου λένε οι άνθρωποι, τώρα πια τα δέχομαι και τα “φοράω”».

magneticfields4.jpeg

Η ΕΛΕΝΑ ΤΟΠΑΛΙΔΟΥ ΣΕ ΣΚΗΝΗ ΑΠΟ ΤΑ «ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΠΕΔΙΑ».

Η απίστευτα θερμή υποδοχή της ταινίας που μεταφράζεται σε χιλιάδες εισιτήρια στα θερινά σινεμά είναι για εκείνη κάτι πρωτόγνωρο. «Είμαι συνέχεια με ορθάνοιχτα μάτια. Ακόμα δεν το έχω συνειδητοποιήσει ιδιαιτέρως - ούτε εγώ, ούτε οι υπόλοιποι. Νιώθω λίγο σαν να είμαι σε άλλο πλανήτη. Είναι πολύ μεγάλο το ξάφνιασμα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

»Ο Γιώργος μού έχει ήδη πει τη σκέψη του για την επόμενη ταινία - ένα σενάριο φανταστικό. Tου έλεγα τις προάλλες ότι τα “Μαγνητικά Πεδία” ενηλικιώθηκαν. Ας αφήσουμε την ταινία ήσυχη να κάνει το ταξίδι της και πάμε εμείς να κάνουμε άλλο ταξίδι».


01.jpg

Τα «Μαγνητικά Πεδία» γυρίστηκαν τον Δεκέμβριο του 2020 στη Κεφαλονιά, μέσα σε 12 μέρες. Είναι πολύ λίγες για μεγάλου μήκους ταινία και μάλιστα με μία μέρα χαμένη. Ωστόσο, μου φάνηκαν πολλές γιατί η κάθε μέρα ήταν τόσο πυκνή και είχαμε πολύ μεγάλη λαχτάρα. Ήμασταν μια μικρή ομάδα οκτώ ατόμων – δύο ηθοποιοί και έξι άτομα συνεργείο. Επειδή όλοι οι διάλογοι ήταν αυτοσχεδιαστικοί στην αρχή, είχα πολύ μεγάλη αγωνία γι’ αυτό. Αν θα βρω πράγματα να ξεστομίσω.

Όμως, ο σκελετός της αφήγησης, ο οποίος ήταν βασισμένος στη δική μου ύπαρξη με έναν τρόπο και σε πράγματα που έχω ζήσει μέχρι τώρα, ήταν ισχυρός. Είχαμε συζητήσει με τον Γιώργο (σ.σ. Γούση) κι εκείνος εκκίνησε από κάποιες πληροφορίες που του είπα για τη ζωή μου.

Πραγματικά, κάποια στιγμή στη ζωή μου, βρέθηκα στο σημείο που βρέθηκε και η Έλενα της ταινίας, να μην μπορώ να καταλάβω τι είναι αυτό που στ’ αλήθεια με ευχαριστεί. Ο Γιώργος μού είπε ότι θέλει να το χρησιμοποιήσουμε στην ταινία. Είναι τέτοιος τεχνίτης που το έκανε ανάλαφρο.

Η ταινία είχε χιούμορ, είχε αυτούς του δύο που είναι σαν παιδάκια που συναντιούνται και στο τέλος γίνονται φιλαράκια, είχε κάτι ερωτικό που όμως δεν έγινε πράξη και δεν χρειαζόταν κιόλας καθόλου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Άφησα μια ζωή όλο αγκάθια και γωνίες στη Θεσσαλονίκη και κατέβηκα στην Αθήνα. Δεν ήξερα τι ήταν αυτό που με ευχαριστούσε πια.

Φόρτωσα όλα τα πράγματά μου στο αυτοκίνητο και κατέβηκα από Θεσσαλονίκη-Αθήνα κι ένιωσα ελεύθερη. Αυτή ήταν η δική μου στιγμή που διαπραγματεύονται τα «Μαγνητικά Πεδία». Ήταν το 2005, ζούσα στη Θεσσαλονίκη χρόνια. Είχα πια μια πολύ σκοτεινή καθημερινότητα, μια ζωή όλο αγκάθια και γωνίες.

Ρώτησα τον εαυτό μου αν πιστεύω ότι μου αξίζει να ξανανιώσω παιδικά ευτυχισμένη, αφελώς ευτυχισμένη όπως τα παιδιά που λένε «τι ωραία». Ήμουν 32 ετών. Αποφάσισα ότι μου αξίζει κι έτσι άφησα τη ζωή μου, τη δουλειά μου, την ομάδα μου, τους φίλους μου, τον Κωνσταντίνο Ρήγο που ήταν ο άνθρωπος της ζωής μου μέχρι τότε, από τα 18 μου χρόνια.

Ξαφνικά, έγινα άσπρο χαρτί, άνθρωπος χωρίς ιδιότητες. Δεν γινόταν. Δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει κάτι άλλο. Με τίποτα. Έπρεπε οπωσδήποτε να μην είμαι αυτή που ήμουν πριν, να μην είμαι αυτό που ήξερα για μένα και μετά θα έβλεπα τι θα ήμουνα.

Είναι τρομερή στιγμή, αλλά τότε δεν το καταλάβαινα. Σκεφτόμουν «τα παρατάω όλα και φεύγω». Τότε, ξεκίνησε και η πολύ στενή μου σχέση με το θέατρο. Έπαιζα και πιο πριν, όμως τότε ήταν που μπήκα στα βαθιά.

Ο χορός τότε μου έκανε μόνο κακό, στη ψυχή μου, στο κορμί μου, στο μυαλό μου. Δεν με ενδιέφερε πια, μου φαινόταν μάταιο να υπάρχω ως καλλιτέχνης και να παλεύω για κάτι, ενώ δεν έπαιρνα καμία ευχαρίστηση από τίποτα στη ζωή μου. Πηγαίναμε για το ομαδικό μάθημα που κάναμε κάθε μέρα κι εγώ κρυβόμουν πίσω από μια πόρτα και φορούσα παλτό για να γυμναστώ. Δεν ήθελα να έχω καμία αίσθηση του εαυτού μου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Γύρω στα δύο-δυόμιση χρόνια, αυτό το πράγμα ήταν στα κόκκινα. Είναι πολλά, αν βάλεις τα δευτερόλεπτα που υπάρχουν σ’ αυτά τα δυόμιση χρόνια. Τότε, ο χρόνος σού φαίνεται ατέλειωτος. Είχα γίνει ένας σκοτεινός άνθρωπος.

Πηγαίναμε για το ομαδικό μάθημα χορού κι εγώ κρυβόμουν πίσω από μια πόρτα και φορούσα παλτό για να γυμναστώ. Δεν ήθελα να έχω καμία αίσθηση του εαυτού μου.

Με τον Κωνσταντίνο Ρήγο είχαμε μια σπουδαία συνεργασία που κράτησε πολλά χρόνια. Τον αγαπώ πάρα πολύ. Ο Ρήγος και η Οκτάνα είναι η μισή μου ζωή. Η ομάδα αυτή είναι ο λόγος που δεν έφυγα στο εξωτερικό. Όμως, και οι δύο είχαμε καταλάβει ότι η μεταξύ μας σχέση χρειαζόταν μια απόσταση, δεν γινόταν αλλιώς.

Εκείνη την περίοδο είχα χάσει τον ύπνο μου, που ήταν τρομακτικό, γιατί ο άνθρωπος δεν γίνεται να μην κοιμάται. Κι εγώ δεν κοιμόμουν καθόλου - τίποτα. Με τέσσερις ώρες ύπνου την εβδομάδα, χόρευα κι έκανα μαθήματα. Τώρα πια, ο ύπνος είναι ευτυχία, ευλογία. Κοιμάμαι νωρίς και βλέπω συγκλονιστικά όνειρα, ψάχνω να τα βρω. Τα ονειρεύομαι μετά μέσα στη μέρα. Ξαπλώνω και λέω «ζήτω ο ύπνος».

Είναι ευτυχία αυτό που τότε ήταν βάσανο, λες και κάποιος δεν μου είχε μάθει να κοιμάμαι. Σήμερα, μπορώ να κοιμηθώ οπουδήποτε, αμέσως. Είναι φανταστικό. Είναι τρομερή αυτή η ηρεμία. Ο ύπνος μου ανησύχησε πριν λίγο καιρό μόνο, όταν πήγα να κάνω μια δουλειά, που ήξερα ότι θα μου κάνει κακό και για δυο μέρες δεν κοιμόμουν. Τη σταμάτησα και την άλλη μέρα κοιμήθηκα. Είπα μεγάλο «όχι».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
03.jpg

Ο Γιώργος Γούσης έχει μια πολύ συγκεκριμένη αντίληψη της εικόνας και της φυσιογνωμίας που κατασκευάζεται από τα ρούχα και το στυλ, επειδή προέρχεται από τον χώρο των κόμικς. Έφτιαξε δύο φιγούρες από κόμικ με έναν τρόπο. Τα ρούχα είναι δικά μου. Ο τρόπος που ήμουν στην ταινία είναι ο τρόπος που είμαι και στη ζωή μου, σε μεγάλο βαθμό. Είπα στον Γιώργο ότι έχω ένα παλτό που το αγαπώ πολύ.

Οι μαθητές μου, που έχουν δει την ταινία, λένε στους φίλους τους «αυτή είναι η δασκάλα μας και είναι όντως έτσι» και δεν τους πιστεύουν. Στην Έλενα της ταινίας, όμως, επέτρεψα μια μεγαλύτερη αφέλεια και απορία. Την άφησα να είναι πολύ παιδική και ανήλικη απέναντι στα καινούρια πράγματα που εκείνη τη στιγμή ζούσε.

 Η Έλενα σαν να ήθελε να καθρεφτιστεί στα νέα πράγματα που ζούσε και στο πρόσωπο του Αντώνη για να πάρει από εκεί την πληροφορία, επειδή δεν άντεχε να βλέπει τον εαυτό της στον καθρέφτη. Έφτιαχνε τον εαυτό της ξανά από αυτό που της έδινε πίσω ο Αντώνης, από την αποδοχή του. Ένιωθε τρομερή ανακούφιση με τον τρόπο που ο Αντώνης της καθρέφτιζε τον εαυτό της. Ο Αντώνης το κάνει αυτό και στη ζωή μας. Απ’ όταν τον γνώρισα, με έκανε να νιώθω πολύ ξεχωριστή.

Η αγωνία για τον αυτοσχεδιασμό πέρασε ήδη από την πρώτη μέρα που ήταν η μεγάλη κρυάδα. Κύλησε και ησύχασα ότι έχω απόθεμα μέσα μου. Ακουμπούσα στον Αντώνη πάνω και με παράσερνε. Η ατμόσφαιρα με όλα τα παιδιά ήταν μαγική. Ο Γιώργος Γούσης με τον διευθυντή φωτογραφίας, Γιώργο Κουτσαλιάρη, είναι σαν δύο ψυχές δίδυμες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κάναμε Πρωτοχρονιά, στο νησί όλο το συνεργείο μαζί. Αυτό δεν ήταν για να γίνει. Κάναμε παρέα όλοι μαζί τη νύχτα, μετά το γύρισμα, σ’ αυτό το «ξενοδοχείο τρόμου» που μέναμε – το λέω πολύ γλυκά αυτό. Ήταν το ξενοδοχείο μιας γυναίκας μεγάλης πια σε ηλικία, την οποία δεν είδαμε - το διαχειρίζεται πια η κόρη της. Ήταν κλειστό τρία χρόνια. Η γυναίκα αυτή είναι συλλέκτρια παλιών αντικειμένων και είχε γεμίσει τα δωμάτια και το σαλόνι του ξενοδοχείου – που κάναμε τη σκηνή του «μπαρ» με τον Αντώνη – με 100 παλιά καπέλα.

Το κάθε δωμάτιο ήταν άλλο χρώμα, το δικό μου ήταν πράσινο και είχε 400 μικρά μπιμπελό, χιλιάδες πράγματα σκονισμένα. Ένα από τα δωμάτια είχε πιάνο. Το βρήκαμε και μου λέει ο Γιώργος «Θα παίξεις»; «Θα παίξω». Ήταν πολύ παράξενο ξενοδοχείο, αλλά όλα ήταν παράξενα στην Κεφαλονιά. Δεν υπήρχε κάτι που είπαμε «αυτό είναι φυσιολογικό», ήταν όλα αλλούτερα.

Η ιστορία με τις διατροφικές διαταραχές είναι δίπλα μου από τα 15 μου χρόνια.

Ήμασταν στο σινεμά Φλερύ με τον Γιώργο και τον Αντώνη μου και μιλήσαμε μετά την προβολή. Με ρώτησε κάποιος τι θα ήθελα να κρατήσω από τα γυρίσματα στην Κεφαλονιά κι εγώ είπα ότι θα ήθελα να κρατήσω το μπουντουάρ με τους τρεις καθρέφτες στο σπίτι μου. Και μετά που βγήκαμε έξω, έρχεται μια κυρία και μου λέει «Θα σου πάρω εγώ ένα μπουντουάρ».

Είναι πολύ συγκινητικό κουβέντες που έχω πει στη ζωή μου να τις ακούω, να τις βλέπω να τις ανεβάζουν στο Instagram και γράφουν «περισσότερο υποφέρω, παρά βαριέμαι». Είναι πράγματα που τα έλεγα και εκείνη τη σκοτεινή περίοδο της ζωής μου και σκέφτομαι ότι επικοινωνήθηκε αυτό το πράγμα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
07.jpg

Δεν είναι και τίποτα τρομερό ένας άνθρωπος να πάθει ένα τέλμα στη ζωή του. Η ιστορία με τις διατροφικές διαταραχές ξεκίνησε από πολύ παλιότερα, γι’ αυτό σου είπα ότι συσσωρεύτηκαν πράγματα. Στη ζωή μου αυτό το πράγμα, είναι δίπλα μου από τα 15 μου χρόνια. Εφόσον είμαι ζωντανή και χαρούμενη, έχει φύγει, αλλά είναι πάντα στη βαλίτσα μου, σαν τα κόκαλα της θείας στην ταινία. Οι διατροφικές διαταραχές είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα. Αν κάποιος μπλεχτεί, δεν μπορεί εύκολα να τις κάνει πέρα.

Η τροφή είναι ένα τεράστιο θέμα. Ο καθένας έχει μια ειδική σχέση με αυτή. Μ΄ αρέσει όταν οι άνθρωποι είναι όπως ο γιος μου που θέλει να τρώει και να ευχαριστιέται - το λατρεύω. Εγώ δεν ήμουν έτσι. Κάποια στιγμή με τον χορό, βρέθηκα στο σημείο να μην μου αρέσει ο εαυτός μου, όλα αυτά που παθαίνουν τα κορίτσια σ’ αυτή την ηλικία.

 Τα χρόνια που χόρευα ήταν παρέα μου η ιστορία αυτή, όμως υπήρχε η ζωή της χορεύτριας, η απόλαυση αυτού που έκανα, οι επιτυχίες που είχαμε με την ομάδα. Όμως, το φορτίο συσσωρευόταν. Αν δεν μάθεις να παρατηρείς και να φροντίζεις τον εαυτό σου σαν να είναι παιδί σου, κάποια στιγμή αυτό θα γυρίσει.

05.jpg

Όταν γεννήθηκα, ήμουν πολύ χαρούμενο παιδί, παχουλό και λαίμαργο. Μου άρεσε πάρα πολύ το φαγητό, όπως και όλες οι ηδονές. Είμαι ηδονίστρια στη ζωή μου, μ’ αρέσουν όλες οι απολαύσεις – σωματικές και ψυχικές. Κι απ’ την άλλη, είμαι τρομερά πειθαρχημένος άνθρωπος. Οπότε, αυτά τα δύο συγκρούστηκαν.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Στον πυρήνα του προβλήματος με το φαγητό, υπήρχε μια τελειομανία να είσαι σε όλα πρώτος και να τα κάνεις όλα φανταστικά, ένας αντίστροφος εγωκεντρισμός που σε κάνει να θεωρείς τον εαυτό σου τον χειρότερο του κόσμου. Τώρα, έχω καταλάβει ότι δεν είμαστε ούτε οι χειρότεροι, ούτε οι καλύτεροι. Είμαστε ωραιότατοι, ο καθένας με τη ζωή του, τις αναμνήσεις του και πορευόμαστε για να κάνουμε καλύτερο αυτό που έχουμε. Πρέπει να αποδεχτούμε αυτό το πάρα πολύ δύσκολο πράγμα.

Εγώ δεν μπορούσα. Την ανημπόρια την είχα κάποια στιγμή στη ζωή μου και με κυνηγούσε, οπότε κάθε μέρα έπρεπε να αποδεικνύω στον εαυτό μου ότι μπορώ και για να το κάνω αυτό, βρήκα το φαγητό εχθρό μου. Και ο χορός γινόταν σε στιγμές εχθρός μου. Αυτό λέω και στους μαθητές μου: δεν είστε οι χειρότεροι όλων, αυτό είναι έπαρση. Τώρα, όλα αυτά πια αμβλύνονται.

Αν αύριο μπορούσα να ξυπνήσω όπου ήθελα και να περιστοιχίζομαι απ’ όποιους ανθρώπους ήθελα, θα διάλεγα αυτό που έχω. Μόνο, μόνο, μόνο. Αυτό που έχω εντελώς. Και στο σπίτι και στη δουλειά μου. Είμαι πάρα πολύ ήσυχη με τα πράγματα που κάνω πια. Δεν θα άλλαζα τίποτα κι αυτό το κέρδισα σιγά-σιγά. Βέβαια, το ότι απέκτησα οικογένεια, τον άνδρα μου και το παιδί μου είναι ένα κεφάλαιο σοβαρό στη ζωή μου, το οποίο δεν περίμενα να μου συμβεί έτσι όπως ήμουν.

magneticfields3.jpeg

ΣΚΗΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ «ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΠΕΔΙΑ».

Ένιωθα πάρα πολύ «τσιγγάνος», με όσα βίωνα στην προηγούμενη καθημερινότητά μου. Αυτός είναι ένας λόγος που νιώθω τυχερή και ευτυχισμένη. Ο άλλος λόγος είναι οι μαθητές μου. Τα παιδιά με κάνουν καθημερινά να ξεπερνάω καινούρια εμπόδια και να βάζω τον πήχυ ψηλά, γιατί δεν θέλω να τους απογοητεύσω. Δεν θεωρώ τίποτα αυτονόητο στο ότι ένα παιδί 20 χρονών εμπνέεται από σένα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ένας άλλος λόγος που μου δίνει χαρά είναι οι καλλιτεχνικές μου συναντήσεις με ανθρώπους που πια μπορώ να επιλέγω. Είμαι σε μια φάση που μπορώ να λέω «όχι» και μου έχει κάνει πάρα πολύ καλό το ότι μπορώ να αρνούμαι πράγματα που δεν με συγκινούν και δεν με ταράζουν πραγματικά. Το ένστικτό μου με οδηγεί σωστά σ’ αυτό.

Αν δεν είμαι ερωτευμένη, δεν μπορώ να υπάρξω κι αυτό το διεκδικώ απ’ τη ζωή. Είμαι ερωτευμένη με τον σύντροφό μου. Εδώ και 17 χρόνια, όταν βλέπω τον Νίκο (σ.σ.: τον ηθοποιό Νίκο Κουρή), σκέφτομαι πόσο υπέροχος είναι. Μπορεί να τύχει καμιά φορά να ερωτευτώ ή να ενθουσιαστώ για ένα διάστημα με κάποιον άλλον άνθρωπο, εννοώντας ότι μπορεί να ερωτευτώ τον τρόπο που μιλάει κάποιος, το πώς σκέφτεται, τη γοητεία του, αλλά είμαι ερωτευμένη με τον Νίκο ακόμα, από το 2005.

 Δεν θα μπορούσα να είμαι σε μια σχέση που έχει πεθάνει. Δεν υπάρχει περίπτωση. Ποτέ, ποτέ, ποτέ. Θέλω να νιώθει το σώμα μου. Είναι αυτό που λέει η Έλενα στην ταινία: «Πρέπει να νιώθω». Ο έρωτας σε κάνει να νιώθεις και να πονάς και να βασανίζεσαι και να ποθείς.

Ο πόθος είναι κάτι το οποίο χρειάζομαι. Δεν ξέρω τι σημαίνει να προστατευτώ από κάτι άγριο και να επιλέξω να μην το ζήσω, πράγμα που μπορεί να μου έχουν πει κατά καιρούς φίλες μου. Συνέχεια, θυμάμαι να υποφέρω για κάποιον. Πολύ. Τώρα, υποφέρω για τον Νίκο (γελάει).

Κι αν δεν ήμουνα μαζί του, δεν ξέρω πού θα ήμουνα, μπορεί να ήμουν στους 40 ανέμους, αλλά δεν θα προστατευόμουν από το συναίσθημα. Με τίποτα. Έτσι ζούσα και πριν τον Νίκο. Δεν έχει υπάρξει στιγμή στη ζωή μου που να μην είμαι ερωτευμένη. Στιγμή, ούτε μία».

Περισσότερα από το VICE

Η Νίκη Σερέτη Δεν θα Έσβηνε Ποτέ τη Δεβόρα από το Παρελθόν της

Ένας «Ξεχασμένος» Κόσμος Ζει και Πεθαίνει Μόλις 19 Χιλιόμετρα από το Κέντρο της Αθήνας

Συγκλονιστικές Φωτογραφίες: Τι Άφησαν Πίσω τους οι Ουκρανοί που Εγκατέλειψαν τα Σπίτια τους

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.