Την περασμένη εβδομάδα εκτυλίχθηκε στο Κορωπί ένα δραματικό, σε διάρκεια και τρόπο τέλεσης, διπλό έγκλημα πάθους. Γυναίκα 26 ετών, σύντροφος ενός 40άρη, τυφλωμένη από έρωτα και ζήλια, σκότωσε με μαχαίρι την πρώην σύζυγο του φίλου της. Στη συνέχεια, εκείνος πήγε στο πατρικό της δολοφόνου και πυροβόλησε με καραμπίνα, χωρίς ευτυχώς να σκοτώσει, τους γονείς της. Τις επόμενες ημέρες αποκαλύφθηκε ότι το κεντρικό πρόσωπο, ο 41χρονος άντρας, εκτός από τα τέσσερα παιδιά που είχε αποκτήσει με τις δύο αντίζηλους, τη δολοφόνο και το θύμα, φέρεται να είχε ακόμη ένα παιδί με τρίτη γυναίκα. Επίσης, ότι η 26χρονη δράστις, η οποία στο μεταξύ κρίθηκε προσωρινά κρατούμενη, φέρεται να είναι εγγονή της «τίγρης του Κορωπίου», γυναίκας που είχε κάψει ζωντανό τον σύζυγό της, το 1963.
Στον θεωρούμενο mainstream έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, η είδηση μεταδόθηκε άνευρα και μόνο την πρώτη μέρα. Αντίθετα, όλες οι ζουμερές λεπτομέρειες αναπαράχθηκαν εκτενώς και με δραματικό τόνο στα πρωτοσέλιδα των σκανδαλοθηρικών εφημερίδων, σε έντυπα με μηδενική κυκλοφορία και σε περιθωριακές ιστοσελίδες. Καθώς βαδίζουμε στην καρδιά του Αυγούστου, ανακύπτουν δύο ερωτήματα: Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των ερωτικών εγκλημάτων σήμερα στην Ελλάδα· επιβεβαιώνεται από τα στατιστικά ότι οι εραστές σκοτώνουν το καλοκαίρι; Δεύτερον, γιατί τα εγκλήματα πάθους αναπαράγονται πλέον σχεδόν αποκλειστικά από τον λεγόμενο «κίτρινο Τύπο»; Αυτή είναι η θέση που τους αναλογεί πραγματικά στα μίντια ή μήπως έχουμε τόσο πολύ εθιστεί στις ειδήσεις που εμπεριέχουν βία, ώστε πια δεν σταματάμε για να διαβάσουμε στο περίπτερο «ματωμένα» πρωτοσέλιδα;
Videos by VICE
Το πρώτο έγκλημα πάθους στην Ελλάδα, που σκανδάλισε την κοινή γνώμη κι έγινε ως και ρεμπέτικο τραγούδι, ήταν η δολοφονία του εργολάβου Δημήτρη Αθανασόπουλου, το 1931, υπόθεση γνωστή και ως «το έγκλημα της Χαροκόπου». Την Παραμονή των Θεοφανίων εκείνης της χρονιάς, η Άρτεμις Κάστρου πείθει τον ανιψιό της να σκοτώσει τον γαμπρό της, Αθανασόπουλο, στον ύπνο του, επειδή «κακοποιούσε την κόρη της», όπως ισχυρίστηκε στην Αστυνομία. Αργότερα θα αποκαλυφθεί ότι και η ίδια διατηρούσε ερωτικό δεσμό με τον γαμπρό της και θύμα. Μάνα και κόρη, η όμορφη Φούλα Αθανασοπούλου, προσπάθησαν να συγκαλύψουν το έγκλημα. Έκαψαν το πτώμα, το τεμάχισαν και το πέταξαν στον Κηφισό. Οι δύο γυναίκες καταδικάστηκαν σε θάνατο, όμως αποφυλακίστηκαν δέκα χρόνια αργότερα, επωφελούμενες από νόμο για την αποσυμφόρηση των φυλακών. Το έγκλημα της Χαροκόπου χαρακτηρίστηκε ως «το έγκλημα του αιώνος». Ενέπνευσε δε τον ρεμπέτη Ιάκωβο Μοντανάρη, που έγραψε το εμπορικότερο τραγούδι της δισκογραφίας των 78 στροφών («Κακούργα πεθερά»).
Τις δεκαετίες που ακολούθησαν, όλα τα περισσότερο ή λιγότερο γνωστά ερωτικά εγκλήματα στην Ελλάδα (υποθέσεις Φραντζή, Γιαννακοπούλου, Σκιαδόπουλου, Σεργιανόπουλου) είχαν ένα βασικό μοτίβο: διαπράχθηκαν με φοβερή αγριότητα. «Τα εγκλήματα πάθους είναι κατά κανόνα ειδεχθή. Σχεδόν πάντα, η μακροσκοπική εικόνα του θύματος είναι άγρια. Τα θύματα δέχονται πολλαπλά και τυφλά χτυπήματα, συνήθως με ευκαιριακά μέσα, όπως μαχαίρια κουζίνας ή βαριά αντικείμενα μέσα στο σπίτι. Έχω μετρήσει ως και 167 μαχαιριές στο σώμα θύματος. Συχνός τρόπος τέλεσης είναι ο στραγγαλισμός. Κι επίσης, κοινό στοιχείο των εγκλημάτων πάθους είναι ότι εξιχνιάζονται σχεδόν αμέσως», λέει η ιατροδικαστής Ελένη Ζαγκελίδου.
Ο καθηγητής Εγκληματολογίας και πρώην γενικός γραμματέας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Άγγελος Τσιγκρής, υπογράφει την πιο γνωστή έρευνα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα για τα εγκλήματα από έρωτα, λαμβάνοντας στοιχεία από 23 υποθέσεις ανθρωποκτονίας με κίνητρο το ερωτικό πάθος, που δικάστηκαν στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας. Το δείγμα δεν είναι μεγάλο, ενώ τα εγκλήματα τελέστηκαν μια σχετικά μακρινή εποχή, από το 1984 ως το 1993, ωστόσο τα αποτελέσματα έχουν ενδιαφέρον.
Ο κ. Τσιγκρής παρέθεσε τα εξής στοιχεία: Στις 22 από τις 23 υποθέσεις ο δράστης ήταν άντρας. Οι 20 από τους 23 δράστες ήταν ψυχικά υγιείς, ενώ 21 στους 23 δεν είχαν ποινικό παρελθόν. Τα 16 από τα 23 εγκλήματα τελέστηκαν άνοιξη ή καλοκαίρι (τα περισσότερα Μάρτιο και Μάιο, ημέρα Πέμπτη ή το Σαββατοκύριακο). Σε 20 περιπτώσεις ο δράστης χρησιμοποίησε όπλο ή άλλο αντικείμενο και στις υπόλοιπες τα χέρια του. Τα 18 από τα 23 εγκλήματα τελέστηκαν με τον δολοφόνο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και χωρίς χρήση αλκοόλ ή ναρκωτικών. Σε 21 από 23 υποθέσεις το θύμα δεν είχε δεχτεί απειλές, ενώ σχεδόν στις μισές περιπτώσεις δεν υπήρξε προμελέτη. Είναι εντυπωσιακό ότι – αντίθετα με τις υπόλοιπες δολοφονίες – στα 15 από τα 23 εξεταζόμενα εγκλήματα πάθους ο δράστης δεν ζήτησε συγγνώμη. Τέλος, μόνο σε έξι περιπτώσεις επιβλήθηκε από το δικαστήριο ισόβια κάθειρξη, καθώς στις υπόλοιπες αναγνωρίστηκε κάποιο ελαφρυντικό.
Αναφορικά με το δεύτερο μεγάλο ζήτημα, την ταύτιση των εγκλημάτων πάθους με τον «κίτρινο Τύπο», ο επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας στο ΑΠΘ, Βασίλης Βαμβακάς, τοποθετεί ως δεκαετία-ορόσημο τα 90’s. «Τη δεκαετία του ΄90 διαχωρίζονται με σαφήνεια από τα υπόλοιπα, τα μέσα ενημέρωσης που στρέφονται στη σκανδαλολογία και επιλέγουν τον μυθιστορηματικό λόγο έναντι του αμιγώς δημοσιογραφικού, ώστε να καταγράψουν ένα έγκλημα. Ήδη από τη δεκαετία του ΄80 πάντως οι εφημερίδες ζητούσαν την άποψη ειδικών, ώστε να ερμηνεύσουν τα κίνητρα ή το ψυχολογικό προφίλ των δραστών. Με αυτό τον τρόπο αποτυπώνουν δραματοποιημένα ένα έγκλημα. Η φωτογραφία του τεμαχισμένου πτώματος της υπόθεσης Φραντζή στο πρωτοσέλιδο του “Έθνους” το 1987, ήταν η κορύφωση της δραματοποιημένης αποτύπωσης ενός εγκλήματος στον ελληνικό Τύπο», εξηγεί στο VICE ο κ. Βαμβακάς. «Τέτοιου είδους ειδήσεις ενδιαφέρουν διαχρονικά το αναγνωστικό κοινό και τους τηλεθεατές, κι αυτό αποδείχθηκε πρόσφατα στην υπόθεση της δολοφονίας του ηθοποιού Σεργιανόπουλου. Στην Ελλάδα έχει επίσης ενδιαφέρον ότι τα μέσα αναδεικνύουν το στοιχείο της ζήλιας. Η κοινωνία φαίνεται ότι δεν το αποδέχεται, αλλά στην πραγματικότητα την ενδιαφέρει», λέει ο ίδιος.
Γιατί, όμως, έχουμε φθάσει σήμερα στο σημείο τα λεγόμενα ερωτικά εγκλήματα να καλύπτονται εκτενώς και να αναπαράγονται σε συνέχειες σχεδόν αποκλειστικά από τον «κίτρινο Τύπο»; Ο καθηγητής Πολιτισμικών Σπουδών στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ, Γρηγόρης Πασχαλίδης, σημειώνει: «Το φαινόμενο αποτελεί διαχρονικό χαρακτηριστικό του κίτρινου-δημοφιλούς Τύπου από τις αρχές κιόλας της εμφάνισής του, στα τέλη του 19ου αιώνα. Η Έφη Αβδελά (Δια Λόγους Τιμής. Βία, συναισθήματα και αξίες στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, Νεφέλη, 2002), εξετάζει εξονυχιστικά την κοινωνική και μιντιακή αναπάρασταση των εγκλημάτων τιμής στις δεκαετίες του 1950 και 1960. H πολυδιάστατη, κοινωνικο-πολιτισμική οπτική της μου θυμίζει την “Αναπαράσταση” (1970) του Θ. Αγγελόπουλου, που αφορά ένα έγκλημα πάθους που συνέβη το 1968, στο Πολυνέρι. Νομίζω ότι δεν είναι τυχαίο ότι ο ίδιος ο Αγγελόπουλος επέλεξε να εμφανίζεται στην ταινία στο ρόλο του δημοσιογράφου της τηλεόρασης», αναφέρει ο κ. Πασχαλίδης.
Και προσθέτει: «Αυτό τον καιρό, εξαιτίας μιας έρευνας, κοιτούσα τον Τύπο της επταετίας 1967-74. Στα εξώφυλλα συνάντησα επανειλημμένα “εγκλήματα πάθους” και μου έκανε εντύπωση τα γκρο πλαν των φωτογραφιών. Έχω την αίσθηση ότι, τουλάχιστον εν μέρει, αυτά δεν χρησιμοποιούνται πλέον τόσο συχνά. Τόσο ο νόμος όσο και η σύγχρονη ηθική μας κουλτούρα δεν τα ευνοεί». Στο ερώτημα αν προσπερνάμετα «ματωμένα» πρωτοσέλιδα επειδή έχουμε εθιστεί στις ειδήσεις που εμπεριέχουν βία, ο κ. Πασχαλίδης εξηγεί: «Πρόκειται για ένα είδος βίας που απέχει καθοριστικά από τη συλλογική, πολιτική ή δημόσια βία (συγκρούσεις, ταραχές, πόλεμοι, εμφύλιοι), η οποία έχει τις δικές της αιτίες, μορφές και μέσα. Σε κάθε περίπτωση, ένα έγκλημα πάθους συχνότατα επισκιάζει για πολλούς τα πολύ μεγαλύτερα και κρισιμότερα “επίσημα” εγκλήματα των μικρών ή μεγάλων πολέμων που μας περιστοιχίζουν. Ενδεχομένως να τους μοιάζει πολύ πιο κατανοητό και αποδεκτό από τα τελευταία».
Περισσότερα από το VICE
Πέρασα μια Μέρα Προσποιούμενος πως Ήμουν Ξανά 17 Ετών
Μιλήσαμε με Έναν Αυτοδίδακτο Γεωπόνο που Έχει Γλάστρες με Χασίς στην Ντουλάπα του
Αυτοί που Έχουν Ερωτευτεί τα Αδέρφια τους Επιμένουν ότι η Σχέση τους δεν Βλάπτει Κανέναν